“Η απόδειξη της αθωότητάς μου” του Τζόναθαν Κόου (μτφρ. Α. Τριμπέρη)
Ήλια Λούτα

Ο Τζόναθαν Κόου είναι άγγλος συγγραφέας που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, μιας και πολλά βιβλία του έχουν γίνει best sellers, ανάμεσά τους το «Τι ωραίο πλιάτσικο» που αποτελεί μια καυστική κριτική πάνω στον καπιταλισμό και στη μετέπειτα παραλλαγή του σε νεοφιλελευθερισμό, με πολλές αναφορές στην πολιτική της Θάτσερ. Παρόλο που από τότε πέρασαν σχεδόν είκοσι χρόνια, φαίνεται πως το άτακτο και καλλιεργημένο παιδί του Κέιμπριτζ δεν εφησυχάζει και εξακολουθεί να ασκεί δριμεία κριτική στην πολιτική της χώρας του, χωρίς ποτέ να διστάζει να αναφερθεί στις σκοτεινές στιγμές του αποικιακού της παρελθόντος και στη μετάλλαξη του σκληροπυρηνικού συντηρητισμού στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Το νέο του βιβλίο «Η απόδειξη της αθωότητας μου» (εκδόσεις Πόλις 2025, ISBN 9789604358977) θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια ιστορία μυστηρίου, μια αστυνομική περιπέτεια με σαφείς πολιτικές παρεμβολές, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό, καθώς φαίνεται ότι ο Τζόναθαν Κόου ανακατεύει τη λογοτεχνική τράπουλα όσο δεν πάει άλλο, πιστός στις ιδεολογικές του πεποιθήσεις και εμμονικός σχεδόν σε λογοτεχνικές πρωτοτυπίες. Ετσι λοιπόν εκμεταλλευόμενος την εμπειρία χρόνων παίζει με τα λογοτεχνικά είδη και δημιουργεί ένα πολυσύνθετο μυθιστόρημα με αστυνομικό πυρήνα.

Χωρισμένο δομικά σε πέντε μέρη (Πρόλογος – Δες το, Φόνος στο Γουέδερμπι Ποντ, ένα ανάλαφρο μυθιστόρημα μυστηρίου – Πες το, Η Σκιώδης αίθουσα, ένα σκοτεινό πανεπιστημιακό μυθιστόρημα – Κανονίστηκε, Απόδειξη/Αναγέννηση, μια μελέτη στην αυτομυθοπλασία – Επίλογος), που το καθένα από αυτά διατηρεί την αυτονομία του, και με αλεπάλληλους εγκιβωτισμούς που διατρέχουν την όλη αφήγηση, δημιουργεί μια ιστορία που κινείται ανάμεσα σε διαφορετικές δεκαετίες και διαφορετικά αφηγηματικά είδη (μεταξύ αστυνομικού μυθιστορήματος, campus novel και αυτομυθοπλασίας).

Να σημειωθεί εδώ ότι το cozy crime – ανάλαφρο μυθιστόρημα μυστηρίου επικεντρώνεται σε φόνους που εξιχνιάζονται από ερασιτέχνες ντετέκτιβς, ενώ το dark Academia είναι υποκατηγορία βιβλίων μυστηρίου που διαδραματίζονται σε ακαδημαϊκούς χώρους, ελίτ πανεπιστήμια κ.λπ.

Ωστόσο, εμμέσως πλην σαφώς καταθέτει και τα σχόλιά του για τα λογοτεχνικά είδη που κατακλύζουν το ευρύ κοινό.

«Περίεργο δεν είναι; αποκρίθηκε ο Κρίστοφερ. Το φαινόμενο του ανάλαφρου μυθιστορήματος μυστηρίου. Νομίζω πως δεν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο που θα έπαιρνε το θέμα της βίαιης ανθρωποκτονίας και θα το επαναπροσδιόριζε ως ανάλαφρο. Είναι πολύ βρετανικό, με έναν απροσδιόριστο τρόπο».

Ουσιαστικά στον πυρήνα της ιστορίας συναντά κανείς τις απόψεις του συγγραφέα για τη λογοτεχνία και την πολιτική συνταιριασμένες σε μια πολυεπίπεδη αφηγηματική πλοκή.

Το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτείνεται η αφήγηση είναι από τη δεκαετία του ’80 στο Κέιμπριτζ μέχρι την άνοδο στην πρωθυπουργία της Βρετανίας της Λιζ Τρας – υπέρμαχος των ιδιωτικοποιήσεων και της ελεύθερης αγοράς- και την πτώση της μετά από μόλις επτά εβδομάδες (6 Σεπτεμβρίου έως 25 Οκτωβρίου 2022) καθώς και το θάνατο της βασίλισσας το ίδιο φθινόπωρο του 2022. Τέλος, ο Επίλογος κλείνει και χρονικά την ιστορία, όταν ο νέος αρχηγός των συντηρητικών γίνεται ο Σούνακ, ο πρώτος ασιάτης πρωθυπουργός της Βρετανίας.

Ο συγγραφέας μιλά για τον ατομικισμό που επικρατεί στη χώρα του και την εποχή του, την οικονομική και εξουσιαστική απληστία, τα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας και τα αδιέξοδα των νέων, ενώ μεταπλάθει λογοτεχνικά τη δική του πολιτική τοποθέτηση και τη σαφή αντίθεσή του σε κάθε μοντέλο μη συλλογικό.

Αναφερόμενος στη δεκαετία του ’70 και στις αλλαγές που ακολούθησαν μετά την πρωθυπουργία της Θάτσερ γράφει: «Τότε, είχαμε ένα μοντέλο γι΄αυτό: λίγο πολύ οργανωμένο, λίγο πολύ λειτουργικό, βασισμένο στην πεποίθηση ότι τα πράγματα δεν θα πρέπει να μοιράζονται υπερβολικά άνισα. Ηταν ατελές, φυσικά, γεμάτο αδικίες, διαφωνίες και εμπόδια, αλλά πάνω απ΄όλα ήταν συνεκτικό -ακριβώς όπως ένα από τα μεγάλα δίδυμα. Στη Βρετανία, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ξεκινήσαμε να πιστεύουμε στο συγκεκριμένο είδος κοινωνίας το 1945 και σταματήσαμε να πιστεύουμε σε αυτό περίπου σαράντα χρόνια αργότερα, όταν άρχισαν να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι η ατομική ευτυχία, η ατομική επιτυχία, τα ατομικά δικαιώματα ήταν τα μόνα που είχαν σημασία.»

Στην ιστορία συναντάμε δύο διαφορετικές γενιές, τους Boomers και τη Gen Z. Το χάσμα ανάμεσα σε δύο κόσμους διαφορετικούς, στους ανθρώπους που μεγάλωσαν χωρίς κινητά και αυτούς που η τεχνολογία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και της προσωπικότητάς τους είναι εμφανές, αλλά δεν περιορίζεται μόνο στην αντίληψή τους για τον κόσμο αλλά και στον τρόπο ζωής τους, καθώς φαίνεται πως τα περιθώρια ευμάρειας και ευτυχίας μοιάζουν να στενεύουν στη σύγχρονη εποχή.

Πώς στήνει, όμως την πλοκή του ο συγγραφέας; H Φιλ που ανήκει στη Gen Z έχει μόλις τελειώσει το πανεπιστήμιο και δεν έχει βρει ακόμη το δρόμο της. Δουλεύει ατελείωτες ώρες με σύμβαση μηδενικών ωρών σε ένα ιαπωνικό εστιατόριο στο αεροδρόμιο του Χίθροου. Η Φιλ μοιάζει να αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της εποχής της, που ενώ διαθέτει επαρκή εκπαίδευση, δυσκολεύεται να βρει την επαγγελματική πορεία που της ταιριάζει. Εχει επιστρέψει στο πατρικό σπίτι και παρακολουθεί εμμονικά τη σειρά Φιλαράκια. Καθόλου τυχαία η αναφορά στη σειρά, καθώς φαίνεται πως ο συγγραφέας πιστεύει ότι είναι ένα καταφύγιο για όσους ζητούν λίγη χαλάρωση από τα προσωπικά αδιέξοδα που γεννά η εποχή τους.

Η ανακάλυψη ενός συγγραφέα της δεκαετίας του 1980 και η επίσκεψη ενός οικογενειακού φίλου, του Κρις, θα επηρεάσουν σημαντικά τη μετέπειτα πορεία της. Ο Κρις ερευνά την πορεία ενός σκοτεινού think-tank από τη δεκαετία του ’80 που ωθεί την κυβέρνηση προς την άκρα δεξιά και ετοιμάζεται να παρακολουθήσει -στην πραγματικότητα να παρεισφρύσει – σε ένα συνέδριο για το μέλλον του συντηρητισμού. Ωστόσο, μια αστυνομική έρευνα για φόνο ξεκινά. Τι έχει συμβεί άραγε στ’ αλήθεια; Ποιος είναι ο δολοφόνος; Πού βρίσκεται η απάντηση; Στο παρόν ή το παρελθόν; Πού σταματά η πραγματικότητα και πού αρχίζει η φαντασία; Πώς μπλέκονται οι επάλληλες εγκιβωτίσεις και δημιουργούν πολλές παράλληλες ιστορίες μέσα στην αφήγηση;

Μέχρι να αποκαλυφθεί η αλήθεια, ο αναγνώστης μπλέκεται σε έναν κυκεώνα ιστοριών και υποθέσεων, χωρίς να μπορεί να φανταστεί πώς θα εξελιχθεί η ιστορία. Ο συγγραφέας δημιουργεί διαρκώς καινούριες διόδους μέσα στο έργο του και ο αναγνώστης σε όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης, ενώ αναζητά απεγνωσμένα το δολοφόνο, μοιάζει να μη βρίσκει την έξοδο. Και η απάντηση έρχεται τελείως απροσδόκητα στο τέλος. Μονάχα τότε ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται την πολλαπλή σύνδεση των γεγονότων και το όλο παιχνίδι που με τόση οξύνοια και λογοτεχνική εμπειρία έχει στήσει ο συγγραφέας.

Με το χαρακτηριστικό φλεγματικό χιούμορ του, με αιχμηρή κριτική και με οξυδέρκεια, ο Τζόναθαν Κόου δημιουργεί εντέλει ένα αφήγημα που σατιρίζει τις λογοτεχνικές μόδες και τη συντηρητική βρετανική κυβέρνηση, ενώ παράλληλα ρίχνει φως στα αδιέξοδα του σύγχρονου κόσμου. Μια αληθινά ευφάνταστη ιστορία που λειτουργεί σε διαφορετικά επίπεδα και δίνει την τελική λύση με μια πρωτότυπη λογοτεχνική πονηριά.

Περισσοτερα αρθρα