«Τα Αρχαία Ελληνικά στην Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια Εκπαίδευση: Μία Πρόταση Ακαδημαϊκής Διδασκαλίας» και «Φιλολογικά, Φιλοσοφικά και Ποιητικά τού 2024» του Σταύρου Χρ. Αναστασόπουλου

Ο Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος δεν παύει να ζει και στην εποχή του: παρακολουθεί τα τρέχοντα προβλήματα και διακριτικά παρεμβαίνει. Δεν είναι αιθεροβάμωνˑ έχει επίγνωση της κρίσης που διέρχεται η ανθρωπιστική παιδεία, ιδίως στη χώρα μας. Στο βιβλίο του για την διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών (Τα Αρχαία Ελληνικά στην Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια Εκπαίδευση: Μία Πρόταση Ακαδημαϊκής Διδασκαλίας, εκδόσεις Κοράλλι 2024, ISBN 9786185706234) γίνεται ολοφάνερο αυτό. Με εντυπωσιακή ενσυναίσθηση πλησιάζει τον σύγχρονο μαθητή της τεχνολογικής εποχής και του ψιθυρίζει έναν ιδανικό ακαδημαϊκό, αλλά και συγχρόνως βιωματικό τρόπο – πράγμα όχι εύκολο – που τον βοηθά να προσεγγίζει τον αρχαίο λόγο με ενδιαφέρον, προβάλλοντας τη γοητεία των κειμένων μακριά από βαρετούς φορμαλισμούς. Πρόκειται για ένα βιβλίο – σημείο αναφοράς που ήδη συνεχίζει την ανοδική πορεία του στους φιλολογικούς κύκλους.

Περισσότερο όμως θα ασχοληθούμε με την νέα δημιουργική απόπειρα του Σταύρου Χρ. Αναστασόπουλου, τα Φιλολογικά, Φιλοσοφικά και Ποιητικά τού 2024 (εκδόσεις Κοράλλι 2025, ISBN 9786185706289). Στο έργο αυτό διαγράφεται καθαρά πλέον η μορφή ενός νέου διανοητή που τολμά να εκθέσει ολόγυμνο τον εσωτερικό του κόσμο, τις σκέψεις τις βαθύτερες, τους προβληματισμούς, τις προτάσεις, χωρίς δειλία – αυτό είναι που με εντυπωσιάζει περισσότερο –, χωρίς να φοβάται να αναμετρηθεί με τον αναγνώστη, ακόμα και με τον λιγότερο καλοπροαίρετο. Αντισυμβατικός, συχνά και πρωτότυπος, δεν περιορίζεται σε θέματα τετριμμένα ή σε ερμηνείες άλλων, αλλά επιχειρεί να ανιχνεύσει νέα μονοπάτια σε παλαιά προβλήματα. Η γνήσια σκέψη, η «αυτογέννητη», όπως την ονομάζει προσφυώς, διανοητική απόπειρα αποτελεί καίριο χαρακτηριστικό του Αναστασόπουλου. Και μόνο για αυτήν την αγνή τόλμη του είναι αξιέπαινος.

Ας δούμε όμως – και συγχρόνως ας απολαύσουμε – ψηλαφώντας λίγο το βιβλίο, μερικά χαρακτηριστικά σημεία στα οποία θίγονται κάποια διαχρονικά ζητήματα, για να γνωρίσουμε από κάπως εγγύτερα τη σκέψη και τις προσωπικές, βιο-κοσμοθεωρητικές απόψεις του Αναστασόπουλου. Στη σελίδα 14 μας εξηγεί ποιος είναι ο ακριβής και δίκαιος κριτής ενός πνευματικού δημιουργού. Είναι ο χρόνος, όπως λέει. Είναι μια μεγάλη αλήθεια αυτή: υπάρχουν ποιητές του παρελθόντος που γνώρισαν μεγάλες δόξες, αλλά σήμερα έχουν περιπέσει στην αφάνεια, στη λήθη θα λέγαμε. Στη σελίδα 16 θίγεται το εξής: πρέπει να επηρεάζει το πνευματικό μας έργο η κριτική αντιμετώπιση των άλλων; Απαντά αρνητικά ο συγγραφέας, συμπληρώνοντας πως γράφει για να γνωρίσει τον εαυτό του. Στη σελίδα 19 έχουμε μια θέση για την αρχαία μας γλώσσα που σαν παλαίμαχος δάσκαλος προσυπογράφω πρόθυμα. Λέει ο Αναστασόπουλος ότι η υψηλότερη έκφραση συνεπάγεται και συνθετότερη σκέψη. Στις σελίδες 21 και 88 ο Αναστασόπουλος αναδεικνύεται σε θερμό οπαδό του «αυτογέννητου στοχασμού». Στη σελίδα 80, απαντώντας σε ερώτημα που θέτουν πολλοί, γιατί στο σημερινό κατήφορο οι διανοούμενοι δεν αποφασίζουν να εμπλακούν ενεργά σε μια διαδικασία ανασχέσεώς του, μας προβάλλει την αντίληψη για την «αριστοκρατικότητα» του φιλοσοφικού έργου και των λειτουργών του. Στη σελίδα 82 βλέπουμε ένα ακόμα λυπηρό φαινόμενο: ο κόσμος ακούει τους … «τιτλούχους», σε αυτούς δίνει βήμα, κρίνοντας εντελώς αφελώς και επιφανειακά. Στη σελίδα 85 ο Αναστασόπουλος φαίνεται να είναι αντικομφορμιστής, ήπια ανατρεπτικός, αντισυστημικός αν θέλετε. Στη σελίδα 103 μας βεβαιώνει ότι δεν είναι «τεχνοκράτης», ένας ερευνητής του γραφείου, αποκομμένος από τα δρώμενα. Τέλος, στη σελίδα 110 διαπιστώνουμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολύπλευρη προσωπικότητα όπως είναι πραγματικά οι υπηρέτες της διανόησης. Είναι πάρα πολλά τα ωραία αποσπάσματα και φαίνονται να είναι βγαλμένα από γραφίδα ενός σημαντικού πνευματικού δημιουργού.

Ας κλείσουμε όμως κάπως πιο ανάλαφρα. Στην ελληνική πνευματική παράδοση – το ξέρετε οι περισσότεροι – το φιλοσοφεῖν ήταν πάντα συνδεδεμένο με την ποίηση. Δεν είναι μόνο ότι ο Πλάτωνας ξεκίνησε ως ποιητής, είναι ότι οι ίδιοι οι προσωκρατικοί γίγαντες εξέφεραν τον σχεδόν προφητικό τους λόγο έμμετρα. Πιστός στην παράδοση αυτή, δοκιμάζει ο συγγραφέας να αναμετρηθεί και με αυτήν την πρόκληση και να επιδιώξει να γίνει θεράπων της Μούσας Ερατούς. Και ενώ η επιείκεια και η συγκατάβαση ίσως του αναγνώστη θεωρείται ευνόητη σε κάθε πρωτόλειο, ίσως στην περίπτωσή μας δεν είναι και τόσο απαραίτητη.

Η πρώτη ποιητική του συλλογή ονομάζεται Αρμονικά Πρωτόλεια και περιλαμβάνει 8 ομοιοκατάληκτα ποιήματα. Ποίηση απλή, πρόσχαρη, με διάθεση συχνά παιγνιώδη – το τονίζω αυτό· ίδιον του αισιόδοξου χαρακτήρα του –, αλλά και τολμηρή, πειραματική και ρηξικέλευθη. Τιμά την παράδοση – είναι φανερές οι προτιμήσεις και οι καταβολές του. Δεν παύει όμως να πειραματίζεται πέρα από νόρμες, φόρμες και προσδοκίες. Του αρέσει να προκαλεί. Πρωτότυπος στη σύνταξη, στο μέτρο, με το υπερβατό σχήμα κυρίαρχο και μια προσωπική – προκλητική γλωσσική μίξη παλαιού και νέου. Κι όπως είπαμε, με πάντα παρούσα την παιγνιώδη διάθεση. Δεν είναι φανερό αν έχει απλώς επηρεαστεί ή αν αποτίει λόγω καταγωγής φόρο τιμής στην επτανησιακή σχολή, αλλά πάντως κάπου στο βάθος ο Σολωμός ή και ο Κάλβος μας κλείνουν το μάτι. Σας διαβάζω το ποίημά του «Υπέρβαση της Φιλολογίας» (σελίδες 122-123):

Αυτόνομος πορεύομαι,
φιλοσοφία καλεί με·
ούτ’ όμως ξενιτεύομαι,

φιλολογία φιλεί με.

Εκόπιασα, πλανήθηκα
στης ερμηνείας τα μέρη,
πλην άγγιξα λυτρωτικό

αυθυπαρξίας το χέρι.

Ο νους μου λευτερώθηκε
απ’ τα δεσμά σπουδαίων,
συνθλίβει τους η επίδραση

ώς και καρδιές γενναίων.

Δεν είναι δίκασμα αυτό
ερμηνευτών ωραίων,
μα πόθος απολύτρωσης

των ψυχωμένων νέων.

Υπέρβαση πνευματική ποιώ,
αναίρεση της νόρμας,
και τους μεγίστους, πια, θωρώ

του στοχασμού της φόρμας.

Τούτος ο τόπος δύσβατος
δεν είναι για τον νου μου.
Κάποτε, πάλι, άβατος·

δεν παρατώ τον πλου μου.

Βαθύβλυστος κατέφτασα
στου στοχασμού την πύλη,
σύνδρομος γίνε μου, Θεέ,

να υπερβώ την ύλη.

Εδώ γίνεται αναφορά στη σύνδεση φιλολογίας και φιλοσοφίας. Είναι φανερή η επίγνωση του υψηλού εγχειρήματος. Αρχικά υπάρχει δισταγμός, αλλά τελικά επικρατεί η θαρραλέα υπέρβασή του. Ενίοτε προβάλλεται μια αδιόρατη αγωνία σαν αυτή που μας προκαλεί μια επικίνδυνη σχοινοβασία χωρίς την προαπαιτούμενη πείρα. Στίχοι ιαμβικοί. Ομοιοκαταληξία πρωτότυπη, καθώς ομοιοκαταληκτούν μεν πάντα ο δεύτερος με τον τέταρτο στίχο, χωρίς όμως αυτό να είναι αναγκαίο για τον πρώτο με τον τρίτο.

Έχουμε μια παραδοσιακή νοοτροπία – τεχνική, αλλά μπολιασμένη με διάθεση πρωτοτυπίας και καινοτομίας. Συχνά ανά δύο οι στίχοι συνθέτουν έναν ιαμβικό 15σύλλαβο ή 16σύλλαβο, το μέτρο με το οποίο έμαθε να εκφράζεται το γένος μας. Λεξιλόγιο που δεν φοβάται την συνύπαρξη λογίων μορφών με την απλή καθημερινή γλώσσα. Πειραματισμοί στο συντακτικό πεδίο με τολμηρή αφαιρετικότητα. Και το ύφος, παρά το ύψος, διατηρείται ανάλαφρο, δυναμικό και νεανικά αισιόδοξο.

Ο Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος στο βιβλίο αυτό έδειξε ένα μικρό, ένα πρώτο δείγμα ενός ακόμα ταλέντου του, του ποιητικού. Είναι βέβαιο ότι η πείρα και η ωριμότητα που συν τω χρόνω θα προστεθούν μας επιφυλάσσουν στο μέλλον όμορφες ποιητικές στιγμές.

Και με αυτό το βιβλίο του ο Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος μας έπεισε ότι έχουμε ενώπιόν μας έναν νέο δημιουργό, έναν φανατικό εραστή και θεράποντα των θεωρητικών σπουδών που ευφραίνει με το έργο του τον αναγνώστη και τον μεταφέρει στην πνευματική σφαίρα, πράγμα τόσο αναγκαίο στην στεγνή εποχή μας. Περιμένουμε ανυπόμονα την επόμενή του συγγραφική απόπειρα.

 

Μιχαήλ Κόντης

φιλόλογος Λεοντείου Σχολής Αθηνών

ΥΓ. Ήμουν καθηγητής του συγγραφέα μας στην Λεόντειο Σχολή Αθηνών (τότε: Λεόντειο Λύκειο Πατησίων) και γι’ αυτό μου επιτρέπετε να είμαι περισσότερο βιωματικός. Ο Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος δεν ήταν ο τυπικά επιμελής μαθητής, ο προσκολλημένος στο σχολικό βιβλίο. Ίσως γιατί από τότε οι προβληματισμοί και οι αναζητήσεις του υπερέβαιναν τα τυπικά όρια του σχολείου. Όμως ήταν – και εξακολουθεί να είναι όλο και περισσότερο – μια μορφή που λες και βγήκε από εκείνη την όμορφη παρέα των καβαφικών Νέων της Σιδώνος, ένα παιδί φανατικό για γράμματα.

Η μέθη η ηδονική της γνώσης κατέλαβε από νωρίς τον Αναστασόπουλο και συνεχίζει να τον ελαύνει σε σημείο που τείνει να τον καταστήσει έναν – στον θεωρητικό κλάδο βέβαια – homo universalis. Και πράγματι, ίσως η Αναγέννηση να είναι η εποχή που θα ταίριαζε περισσότερο στον Σταύρο Χρ. Αναστασόπουλο. Άπαξ και γεύτηκε το νέκταρ της ανθρωπιστικής παιδείας, όλο το αποζητά και όσο πίνει, τόσο διψά περισσότερο.

Είναι αξιοθαύμαστο το θάρρος του. Δεν φοβάται να ξανοιχτεί σε νέα πελάγη, σε ανεξερεύνητους ουρανούς. Το παιχνίδι του νου τον συναρπάζει. Έχει παραδοθεί η ακοή του στο σαγηνευτικό τραγούδι των Σειρήνων της Φιλολογίας και της θεωρητικής περιπλάνησης. Γνωρίζει ότι το ταξίδι, η διαδικασία είναι πιο γοητευτική και ίσως πιο ουσιαστική από το αποτέλεσμα. Δεν φοβάται να εκτεθεί – τον συγχαίρω για αυτό –, δεν διστάζει να ξαναδοκιμάσει και διαρκώς βελτιώνεται, ανέρχεται.

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι όλος αυτός ο ενθουσιασμός, ο amor scientiae, θα οδηγήσει, καθώς η πείρα θα προστίθεται, σε έναν γνήσιο Έλληνα λόγιο του καιρού μας.

Περισσοτερα αρθρα