Στην Πικρή Αλήθεια –εκδ. Κέδρος, 2025- ο Δημήτρης Σωτάκης καταθέτει τον προβληματισμό του για την παραζάλη της σύγχρονης αστικής ζωής με όρους ξενότητας και τον σύστοιχο τρόπο με τον οποίο το έλλογο υποκείμενο καθίσταται δέκτης των αντιδράσεων των εξωτερικών άλλων, για να συγκρουστεί μαζί τους αλλά κι εναντίον του εαυτού του. Η άρνηση ή ρήξη με την πραγματικότητα είναι το διακύβευμα.
Θέμα του βιβλίου είναι οι εικοσαήμερες διακοπές μιας τετραμελούς οικογένειας στη Γέρικη Αρκούδα. Η κοινωνία ανέκαθεν εξετάζεται ως το γέρικο άλογο της σχεσιακής ανθρωπολογίας, εδώ, όμως, είναι η αντίστοιχη αρκούδα που εμφανίζεται ως το απρόσωπο ξενοδοχείο ενόσω απορρίπτει τις σχέσεις στοργής με παρελθόν και συναισθηματική αξία. Στον αντίποδα της τελευταίας, κλιμακώνονται οι πελατειακές σχέσεις.
Από την πρώτη στιγμή που τα αφηγηματικά πρόσωπα δεν αναγνωρίζονται από τους θαμώνες του ξενοδοχείου ούτε και από το υπαλληλικό προσωπικό, ξεδιπλώνεται το χρονικό της απορίας μέσα από μία σειρά υποθετικών συλλογισμών. Το ενδιαφέρον οπότε, εστιάζεται στη ροή, ώστε το κέντρο βάρους να μετατοπίζεται από την ίδια τη γραφή στο αντικείμενό της, αν και το «εγώ» του αφηγητή εκ προθέσεως είναι συνδεδεμένο με το χρόνο ιδωμένο ως δοχείο ξενότητας («ξενοδοχείο»). Στο πλαίσιο της τριτοπρόσωπης αφήγησης, ο αναγνώστης δεν μπορεί να ξέρει, αλλά φαντάζεται, κοιτώντας το «ανοικτό» δωμάτιο των πιθανοτήτων και φτιάχνει σενάρια, επιχειρώντας να μπει στο μυαλό του συγγραφέα.
Διατρέχοντας το βιβλίο, διαπιστώνεται ότι ο συγγραφέας εμφανίζεται ως εκείνος που δεν περιγράφει τα χαρακτηριστικά του κεντρικού του χαρακτήρα του, Πο -ο οποίος είναι παρακλάδι του και συγγραφέας-, αλλά κυρίως καταγράφει την αγωνία του. Η καταγραφή της συμβαίνει κόντρα στο στερεότυπο του σίγουρου και δυνατού οικογενειάρχη, το οποίο αποδομείται, για να εξεταστεί η ιδιωτική σχέση των προσώπων μέσα σε ένα ρευστό ανομοιογενές σύνολο, στο καθεστώς του ξενοδοχείου.
Διαφαίνεται και το άγχος, τα παιδιά να μη χάσουν την ανεμελιά τους και να παραμείνουν παιδιά, μέλημα κάθε γονιού.
Ακριβώς όπως ο Πικάσο δεν ζωγράφιζε μία γυναίκα, αλλά κατασκεύαζε ένα έργο, ο Δημήτρης Σωτάκης θεμελιώνει την αγωνία του γονιού – κοινού παρονομαστή σε έναν μη τόπο στην ουσία, την εγγράφει στη σάρκα της μνήμης, για να εξαντλήσει τα ενδεχόμενά της σε υποθετική κατά κανόνα βάση.
Το πετυχαίνει μέχρι το σημείο που η απορία καταλήγει στο παράδοξο, τη συμβολική συνάφεια με τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής. Δεν τεκμηριώνεται λογικά, ώστε το θέμα του βιβλίου να συνδεθεί με παθογένειες της μνήμης πιο εμπεριστατωμένα και διεξοδικά. Η παράμετρος του πιθανού εγκλήματος είναι μια σκιά μόνο που περνά ενδεχομένως από το μυαλό, σχετικά με το πώς θα μπορούσε να φωτιστεί περισσότερο. Τίθεται ως ένα στοιχείο της ιστορίας, αλλά δεν τη μεταστοιχειώνει για να απογειώσει το κείμενο αναδεικνύοντας κι άλλες πραγματικότητες συναφείς με τα παιχνίδια του νου και τη βόλεψή του σε κατασκευές, προκειμένου να αποφύγει την αλήθεια, που όμως, υπάρχει κι είναι πικρή, κατά τον συγγραφέα.
Ειδικότερα, η αποτύπωση του αβέβαιου κλίματος που ταλανίζει με την εχθροπάθειά του την οικογένεια του Πο στη διάρκεια των διακοπών τους στη Γέρικη Αρκούδα υποστηρίζει τη νουάρ ατμόσφαιρα, ενόσω η τελευταία αποκτά δύο σκέλη: από τη μία, στην ιστορία Της πικρής αλήθειας η οικογένεια δεν χαίρει της αναγνώρισης των άλλων και από την άλλη, στην αφήγηση μέσα στην αφήγηση, ενόσω ο συγγραφέας Πο έχει το λόγο, φαίνεται το ακριβές αντίθετο της πρώτης κατάστασης, η οικογένεια να είναι αναγνωρίσιμη από τους πάντες σε βαθμό ενοχλητικό και ανεπιθύμητο.
Τα παιχνίδια της αναγνώρισης – που στην τραγική βάση τους μας θυμίζουν τη σχέση τους με το ρόλο της θυσίας – αφορούν στη φιλοδοξία του σύγχρονου ανθρώπου να αποδείξει ποιος είναι στη ζωή. Ξέχωρα αυτών, η οικογένεια προβάλλει ως πυρήνας του σταθερού διάκοσμου των ανθρώπων, όπου η σημασία της θέσης είναι η βάση για τους ρόλους αντί για το αντίθετο, οι ρόλοι να καταργούν την ασφάλεια της θέσης. Σε μία ανασφαλή και φιλόδοξη αστική ζωή, από την άλλη, έχουμε πολλούς ρόλους, αλλά νιώθουμε ότι δεν μας βρίσκουμε. Είμαστε χωρίς θέση.
Συνδέοντας τα παραπάνω με Την πικρή αλήθεια, μία ανάγνωση του βιβλίου μπορεί να είναι ότι η ζωή αποβαίνει πίστα αφανισμού του εγώ και των επιθυμιών του, καθώς διαπιστώνεται ο καταναλωτισμός και ο θρίαμβος της ασημαντότητας ως εξαίρετη συνθήκη σημαντικής κατανάλωσης. Το τέλος του βιβλίου που εκθέτει την παντοκρατορία του ψεύτικου και του φτιαχτού άδειου, καθώς ο άνθρωπος είναι αποκομμένος από τη γη και τη νιότη της φύσης, ενισχύει κι αυτό τον υποθετικό συλλογισμό.
Εν τέλει, ενισχύεται κι ο άλλος συλλογισμός, ότι ο ναρκισσισμός του έλλογου δυτικού ανθρώπου δεν του επιτρέπει να δει πέραν του εαυτού του ώστε να μην επιθυμεί όλοι να στρέφονται γύρω από το πρόσωπό του. Κι όταν πετυχαίνει τη φιλοδοξία του να γίνει αναγνωρίσιμος, τότε δεν του αρέσει η φυλακή, στην οποία εισήγαγε τον εαυτό του. Επίσης, η αφήγηση μέσα στην αφήγηση πληροί τις προδιαγραφές της κατασκευής, ότι σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον ορίζεις το πλαίσιο της επιδοκιμασίας ως το όπιο, για να αντέξεις τη δυσφορία του πολιτισμού και το χάος της ξενότητας. Ενώ η αναγνώριση και η τιμή αποδίδονται στους καλήν την εικόνα έχοντες και σε περίπτωση αμφιβολιών, το σύνολο απομονώνει την οικογένεια, το κύρος της οποίας είναι αμφιλεγόμενο.
Συνοψίζοντας, Στην πικρή αλήθεια του Δημήτρη Σωτάκη τα λιγότερο θετικά του βιβλίου είναι εκείνοι οι διάλογοι που αντιγράφουν λόγια της καθημερινότητας, αντί να βασίζονται σε επεξεργασμένες διαλεκτικές καταστάσεις πεπραγμένων, όπου η εκφορά της απάντησης και του συναισθήματος του χαρακτήρα λογοτεχνικά μπορεί να πραγματοποιηθεί με πλάγιο τρόπο, λόγου χάρη μέσα από μία κίνηση-πράξη του αφηγηματικού προσώπου.
Στα περισσότερο θετικά συγκαταλέγεται η πρόθεση να ανατραπεί το ρεαλιστικό σκηνικό μιας βατής ιστορίας επιβεβλημένων συμβάσεων του αστικού καταστημένου. Το κείμενο με κράτησε, για να το διαβάσω γρήγορα, αλλά -πρόβλημά μου, φυσικά- ήθελα και κάτι ακόμη που το περίμενα λόγω της ταχύτητας. Να ήταν μία γέφυρα, είδωλα και αναλαμπές μιας περιστρεφόμενης πόρτας; Πάντως, δεν ένιωσα ότι έκλεισαν οι λογαριασμοί του κυρίου Πο. Θα μπορούσε σε μία Χαρμολήθη να μάθουμε περισσότερα για κείνον.

