“Υπό καθεστώς ομηρίας” του Δημήτρη Μπαλτά (ISBN 9786185748517)
Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος, δρ. κλασικής φιλολογίας ΕΚΠΑ

Ο Δημήτρης Μπαλτάς ανήκει στην έξοχη νέα γενιά της εποχής μας, καθώς με την συγγραφική του δράση αντιπαλεύει και αντιστέκεται με διανοητικό σφρίγος σε ό,τι καταφανώς αντιπνευματικό γυρεύει σήμερα να αλώσει την ευαίσθητη ψυχή της νεότητας. Ανατραφείς επιστημονικά και αριστεύσας στο κλασικό τμήμα της Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, και έχοντας δεχθεί την γόνιμη επίδραση διαπρεπών φιλολόγων, ήταν φυσικό να αρχίσει να διακρίνεται στον στίβο των ελληνικών γραμμάτων από νεαρή ηλικία ήδη. Απόδειξη των προρρηθέντων ότι η ποιητική του συλλογή με τίτλο Υπό καθεστώς ομηρίας είναι η έκτη του εκδεδομένη μόλις στα 26 του έτη. Η ποσότητα, βέβαια, δεν προοιωνίζεται πάντοτε ποιότητα, αλλά στο κριτικό μου αυτό κείμενο προτίθεμαι να δείξω ότι οι δύο έννοιες συνάδουν απόλυτα.

Το Υπό καθεστώς ομηρίας διέπεται από όλες τις αρετές ενός νέου, επιστημονικά καταρτισμένου ανθρώπου: συγγραφική φρεσκάδα, αδέσμευτη κρίση και αυστηρή κοινωνική κριτική με στόχο την επικράτηση καθολικής δικαιοσύνης, μοντέρνα στιχουργική συναρμοσμένη, όμως, με την ποιητική παράδοση, συναίσθημα που ρέει αβίαστα αλλά πάντοτε με οδηγό τις ποικίλες αναγνωστικές προσλαμβάνουσες. Λεκτέον, αρχικώς, πως το έργο αποτελείται όχι μονάχα από ποιήματα, αλλά και πεζοποιήματα, τα οποία προσδίδουν ιδιαίτερη φιλοσοφική χάρη στο βιβλίο. Φέρ’ ειπείν, το «Απάγκιο» περιγράφει με ενάργεια την κατάσταση οξείας συναισθηματικής αιχμαλωσίας, η οποία ενδέχεται να οφείλεται σε μια ερωτική απογοήτευση, σε δυσμενείς για το υποκείμενο κοινωνικές συνθήκες κ.ά. Ο ποιητής κατορθώνει να περιγράψει με ζωηρό εικονοπλαστικό λόγο την ανάγκη για απελευθέρωση από την οιαδήποτε καταπίεση η οποία γεννά αναπόδραστα και το ψυχοσωματικό σύμπτωμα. Αξιοποιείται ευφυώς και η ιατρική, αφού το στομάχι, οι αρτηρίες και η καρδιά, με συμπτώματα τον κρύο ιδρώτα και την ναυτία, έχουν υπερνικηθεί από την ισχυρή επίδραση της ψυχολογικής απόγνωσης. Ο άνθρωπος φαίνεται εδώ να μετατρέπεται σε υποχείριο του ιδίου τού κακού εαυτού του, αλλά το ποιητικό υποκείμενο συμπεραίνει, ευτυχώς, με στοχαστική νηφαλιότητα: «Ό,τι ήρθε, θα φύγει· ό,τι έφυγε, θα ξανάρθει». Η αποδοχή της δυσχέρειας οδηγεί, ίσως, και σε ατομική λύτρωση. Διότι ο άνθρωπος ξεπερνάει μόνο ό,τι έχει ήδη αποδεχθεί. Παρόμοιες, εν γένει, εικόνες παρατηρούνται και στο ομότιτλο με την συλλογή ποίημα· ο αναγνώστης διαπιστώνει εύκολα πως ο Μπαλτάς είναι γέννημα θρέμμα της γενιάς του, μιας γενιάς αδικημένης κατάφωρα, χτυπημένης από τις απανωτές οικονομικές κρίσεις και τις κακές διεθνείς συγκυρίες.

Το αυτοαναφορικό ποίημα «Είναι πικρό», δίχως να φτάνει σε κάποιο αξιοσημείωτο λογοτεχνικό ύψος, πετυχαίνει τελικά να αγγίξει τον αναγνώστη, αναγκάζοντάς τον να ανασύρει από την περιοχή της λήθης τις δικές του ματαιώσεις. Η διαρκής επανάληψη της φράσης «είναι πικρό» επιτυγχάνει να κάνει λόγο για το συναισθηματικό δηλητήριο που έχουν κεράσει το ποιητικό υποκείμενο οι διάφοροι φθονούντες ή και προκλητικά αδιάφοροι. Είναι διάχυτος ο τόνος της απαισιοδοξίας εδώ, αφού η ψυχή εκτίθεται δίχως να υπάρχουν οι απαραίτητες ψυχολογικές άμυνες. Ο Μπαλτάς εκφράζεται στο στιχούργημά του αυτό καρυωτακικά κυρίως, ενώ εμφανείς είναι και οι απόηχοι των André Breton και Charles Baudelaire. Το «κούρσεμα της ψυχής» παραπέμπει σε συμβολιστική παράδοση, ενώ η σταδιακή κατολίσθηση της εσωτερικής αυτονομίας δημιουργεί και καβαφικούς συνειρμούς. Είναι ξανά έκδηλο ότι ο Μπαλτάς αρέσκεται στην άσκηση κοινωνικής κριτικής, ακόμα κι αν χρειαστεί να εκθέσει, κάπως, τον εαυτό του: διότι θυσιάζοντας ένα μέρος της προσωπικής του ιστορίας, κατορθώνει να ξεγυμνώσει απόλυτα την κακία των ανθρώπων όπως την συλλαμβάνει ο ίδιος.

Το ποίημα «Άτιτλο» είναι, ενδεχομένως, από τα ποιοτικότερα της υπό ανάλυση συλλογής. Αναφέρεται σε ένα ερωτικό instantané που λαμβάνει χώρα σε απόμερο τοπίο του άστεως με κατάδηλο το στοιχείο της αμοιβαίας έλξης. Η ατμόσφαιρα είναι καθημερινή και καθόλου επιτηδευμένη, ώστε να συμβαδίζει με τον αυθεντικό τρόπο με τον οποίον γεννιέται η αγάπη ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Ο τόνος, ωστόσο, είναι μελαγχολικός, γλυκύπικρος, διότι η ερωτική αυτή ιστορία δεν συνεχίστηκε με την ίδια συναισθηματική φλόγα, πράγμα που εξηγεί και το άτιτλο του ποιήματος. «Ό,τι δεν αρχίνησε ποτέ» παραμένει από τον συγγραφέα σκόπιμα αχαρακτήριστο. Σε σχέση με τα δύο προηγούμενα ποιήματα, «Απάγκιο» και «Είναι πικρό», εδώ αναδύεται μια πιο τρυφερή πλευρά της ζωής, έστω και αν αυτή δεν οδηγεί τελικά στο προσδοκώμενο αποτέλεσμα, ήτοι στο ερωτικό σμίξιμο. Παρόλο, δε, που η θεματική είναι διαφορετική, το ποίημα αυτό του Μπαλτά δημιουργεί μια εσωτερική επικοινωνία με το «Επί ασπαλάθων» του Γιώργου Σεφέρη. Αμφότεροι οι ποιητές χρησιμοποιούν την τοπογραφία ως μέσο ανασκόπησης στιγμών, καθώς και την σαφή χρονική μνεία ως λογοτεχνικό μέσο για την επιστροφή του παρελθόντος με την μορφή βαριάς ανάμνησης. Ο Γιώργος Σεφέρης ξεκινά το ποίημά του ως εξής: «Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού/ πάλι με την άνοιξη./ Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες/ το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι/ δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια/ και τους κίτρινους ανθούς». Ο Μπαλτάς γράφει: «Ήταν ζεστό εκείνο το βράδυ του Σεπτέμβρη./ Ανεβήκαμε λαχανιασμένοι ώς τον Προφήτη Ηλία./ Τα φώτα της πόλης χαμηλά/ και πιο πέρα η μαύρη θάλασσα, αργοσάλευτη». Ο νεαρός, λοιπόν, Μπαλτάς αξιοποιεί αποτελεσματικά το σεφερικό πρότυπο, δίνοντας, μάλιστα, και επικό τόνο στην όλη διήγησή του με τον υστερόγραφο τρόπο που τερματίζει την σύνθεσή του: «Καστέλλα, κάποιον Σεπτέμβρη/ στο διάβα των αιώνων». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μια απολύτως προσωπική ανάμνηση χάνεται αλλά και συνάμα εντάσσεται στην αιωνιότητα.

Εν είδει συνοψιστικής απόφανσης, επισημαίνω πως το Υπό καθεστώς ομηρίας, η πιο ώριμη μέχρι σήμερα ποιητική συλλογή του κλασικού φιλολόγου Δημήτρη Μπαλτά, συνυφαίνει με αρμονία το προσωπικό με το συλλογικό βίωμα. Άλλοτε ο ποιητής αισθάνεται ερημωμένος και ανυπεράσπιστος μπροστά στα απότοκα της σκληρής καθημερινότητας συναισθήματα απόγνωσης, άλλοτε είναι ερωτικός με γλυκύτητα που συγκινεί και άλλοτε αιχμηρός απέναντι στις κακές πλευρές των σύγχρονων ανθρώπων και των δημιουργημένων εξ αυτών θεσμών. Κάποτε είναι βαθιά αφηγηματικός με στοιχεία αλληγορίας και κάποτε απόλυτα προσγειωμένος στην πεζή καθημερινότητα με την σύνδρομή της ανηθικότητα. Συνδυάζοντας εσωτερική έμπνευση και λογοτεχνικά λεπτουργημένη παρατήρηση της σύγχρονης ζωής μπορεί, χάρη και στα πλούσια διαβάσματά του, να προσφέρει στην χώρα μας έξοχα ποιητικά συνθέματα και στο μέλλον.

Περισσοτερα αρθρα