
Στην ποιητική συλλογή Κρεμμυδαποθήκη (εκδ. Βακχικόν, 2020) της Κατερίνας Λιάτζουρα είχαμε έναν λόγο αυστηρά δομημένο, λιτή έκφραση, χρώματα γκρίζα που σπάγανε κάποτε με λίγο κίτρινο. Συγκρατημένη, δωρική, έκφραση συναισθημάτων, με μια υπόγεια ωστόσο ένταση που δονούσε συναισθήματα. Στη συλλογή Λευκοί Νάνοι (εκδ. Βακχικόν, 2022), ο λόγος απελευθερώνεται σε μια ποιητική σύνθεση, η οποία σπάει κάποτε σε μικρότερα μέρη, χωρίς να μπορείς να τα ονομάσεις αυτόνομα ποιήματα, εφόσον κρατούν τη συνοχή τους με την υπόλοιπη σύνθεση.
Οι λευκοί νάνοι είναι αστέρια που έχουν πεθάνει, αστέρια-πτώματα, που εξακολουθούν να εκπέμπουν φως, λευκό. Με βάση αυτή την πραγματικότητα, η Λιάτζουρα επιχειρεί μια καταβύθιση στον χρόνο, με λόγο παραληρηματικό, θα λέγαμε, αυτή τη φορά, ο οποίος όμως δεν γίνεται στομφώδης, κρατά τη λιτότητά του.
Ο χρόνος είναι ένα θέμα που απασχολεί την ποιήτρια, κοινός τόπος και στις δύο συλλογές. Στους Λευκούς νάνους όμως, με το άνοιγμα του λόγου διευρύνεται και η έννοια αυτή, από τη δημιουργία του σύμπαντος ως ένα απροσδιόριστο μέλλον που βουτά στη διάσταση του χρόνου. Και το ποιητικό υποκείμενο στοχάζεται για την ανθρώπινη ύπαρξη, για την ανθρώπινη ματαιοδοξία. Για την προσκόλληση στην ύλη, την απληστία, το αίμα, τη στάχτη, τον πόλεμο, τον πόνο. Ελάχιστες αναφορές στις σημειώσεις του βιβλίου ενημερώνουν τον αναγνώστη στην κατανόηση των διακειμενικών αναφορών, ειδικότερα στο άνοιγμα προς τις θετικές επιστήμες με κέντρο τον χρόνο και το σύμπαν.
Στη σύνθεση απαντούμε πεζοποιήματα, αλλά και άλλα, ολιγοσύλλαβα ποιήματα που ρέουν, κατά πώς το κρίνει και το χρειάζεται το ποιητικό υποκείμενο. Οι λέξεις προσεχτικά επιλεγμένες, παίζουν ιδιαίτερο ρόλο και στη μορφή της σύνθεσης, εφόσον είτε (α) αποτελούν συνδετικούς κρίκους ανάμεσα σε κομμάτια της σύνθεσης, όπως
και, και έπειτα
είτε (β) μία λέξη γίνεται με την επανάληψή της ολόκληρη παράγραφος, για να τονίσει την απορία και την απόγνωση, συγκεκριμένα η λέξη πώς (σελ. 26-27).
Σε ορισμένα σημεία της σύνθεσης παρεισφρέουν τμήματα λυρισμού, που δημιουργούν εικόνες οπτικές αλλά και οσμής και αφής:
φως φως φως/ και ύλη και ήχους λαμπερούς και κελαϊδίσματα/ και παφλασμούς και κύκλους ομόκεντρους/ στο νερό που κάνει η ρίψη/ ενός βοτσάλου ή/και μιας πέτρας/ και πάλι φως και νότες και πάλι φως άπλετο φως (σ. 13)
Και πιο κάτω:
και άρχισα να ζωγραφίζω πευκόδεντρα ψηλά, πολλά, πολλά, και καστανιές και οξιές, βελανιδιές και κυπαρίσσια, και πάλι πεύκα λυγερά, θεόρατα, και έλατα και ευκαλύπτους κι ιτιές κι αγριελιές […] και μοσχοβόλησε ο τόπος (σ. 19)
Να επισημάνω την απουσία της τελείας. Τον εσωτερικό ρυθμό που τηρείται στο μεγαλύτερο μέρος της σύνθεσης. Και να διακρίνω απόηχους από Οδυσσέα Ελύτη στο Άξιον εστί, αλλά και από Σάρα Κέιν στο Crave («Λαχταρώ»).
Με ιδιαίτερο ύφος, στους Λευκούς νάνους η Κατερίνα Λιάτζουρα αναρωτιέται για την ανθρώπινη πορεία και τη μοίρα στο διηνεκές του χρόνου. Το ποιητικό υποκείμενο συνδέει το γενικό με το προσωπικό χωρίς αισιοδοξία, αλλά αφήνοντας χαραμάδες φωτός. Καθώς μάλιστα το μέλλον μοιάζει να έχει διάρκεια, ακόμη κι αν η κατάσταση μοιάζει να έχει φτάσει σε σημείο οριακό, η αστρική σκόνη μοιάζει να είναι μια προσδοκία θετική, μέσα σε ένα λευκό φως που επιμένει.
Στην Κρεμμυδαποθήκη αναδύεται η αβάσταχτη μοναξιά του ποιητικού υποκειμένου. Στους Λευκούς νάνους αυτή η μοναξιά τοποθετείται σε ένα περιβάλλον συμπαντικό, μήπως και γίνει πιο υποφερτή, ή έστω κατανοητή, ιδωμένη από μια άλλη οπτική.
Στην Κρεμμυδαποθήκη το ποιητικό υποκείμενο συνομιλεί με το εδώ και με το επέκεινα, με αγαπημένους απόντες. Στους Λευκούς Νάνους συνομιλεί με την απεραντοσύνη του σύμπαντος, σε χρόνους παρελθοντικούς και μελλοντικούς ασύλληπτους. Από το γήινο και κοντινό μια μετάβαση στο μακρινό και ασύλληπτο.
Χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι λιγότερο για την πρώτη συλλογή, που θεωρώ ότι δίνει το στίγμα και την ιδιαιτερότητα του ύφους, που θα ακολουθούν την ποιήτρια στην πορεία της.
Η Κατερίνα Λιάτζουρα επιλέγει λέξεις προσεχτικά. Πολύ αφαιρετικά αλλά εξαιρετικά ατμοσφαιρικά, ώστε να δημιουργείται το μπλέξιμο των τόπων, των πραγμάτων, του αισθητού και του υπερφυσικού. Η αίσθηση του αέρα της ερημιάς, της απώλειας προσώπων αγαπημένων, της φθοράς των συναισθημάτων. Του ανελέητου χρόνου. Αλλά και της παρηγορητικής ελπίδας, αφού και η αστρική σκόνη μπορεί να είναι μια θετική προσδοκία. Με ποιητική φωνή ιδιαίτερη, δυνατή, αναγνωρίσιμη.
Κούλα Αδαλόγλου