Μια θάλασσα σε 5-7-5 συλλαβές: Η ποιητική των αντιθέσεων στις “Αποστροφές- 50 χαϊκού” της Παρασκευής Ακριτίδου (ISBN:978-960-597-395-7)
Πωλλέτα Ψυχογυιοπούλου

Η ποιητική συλλογή Αποστροφές – 50 χαϊκού (Λεξίτυπον, 2025, ISBN:978-960-597-395-7) της Παρασκευής Ακριτίδου αποκαλύπτει ήδη από το εξώφυλλό της τον χαρακτήρα και τη θεματική της. Το έργο του ζωγράφου Παναγιώτη Χαλούλου, με τίτλο «Όνειρο μιας ειρηνικής άνοιξης» (2023), κυριαρχείται από μια απαλή μωβ απόχρωση που αποπνέει μυστήριο, πνευματικότητα και ευαισθησία. Στο κέντρο δεσπόζει μια γυναικεία μορφή που μοιάζει να αιωρείται, περιβαλλόμενη από άνθη και τη λευκή σιλουέτα ενός περιστεριού. Η απουσία σαφών χαρακτηριστικών στο πρόσωπό της τη μετατρέπει σε αρχετυπική φιγούρα: θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε από εμάς. Το στοιχείο αυτό προετοιμάζει τον/την αναγνώστη/-στρια για μια ποιητική εμπειρία που υπερβαίνει τα ατομικά όρια, αγγίζοντας το καθολικό.

Οπτικά μοτίβα όπως τα λουλούδια, το περιστέρι και η αιωρούμενη μορφή στο εξώφυλλο συνδέονται άμεσα με τα βασικά θέματα της συλλογής: τη φύση, τη θάλασσα, την πνευματικότητα και την οικουμενικότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Τίτλος και εικόνα συνεργάζονται για να δημιουργήσουν μια πρώτη εντύπωση τρυφερότητας, εσωτερικότητας και στοχασμού. Η επιλογή να συνδυαστούν ποίηση και ζωγραφική τονίζει ότι το βιβλίο δεν παρουσιάζεται απλώς ως μια συλλογή χαϊκού, αλλά ως μια ολοκληρωμένη αισθητική εμπειρία.

Το χαϊκού, με τη συντομία και τον υπαινικτικό του χαρακτήρα, λειτουργεί από τη φύση του σαν μια «απόστροφος» – μια σύντομη, ευγενική προσφώνηση προς τη φύση ή το συναίσθημα. Έτσι, ο τίτλος Αποστροφές συνδέει οργανικά τη μορφή με το περιεχόμενο, αποκαλύπτοντας την ουσία της συλλογής. Παράλληλα, συνομιλεί με το χαϊκού του οπισθοφύλλου: τα «σχοινοτενή σύννεφα» που τραβούν αλλού υπενθυμίζουν τη διαρκή ανθρώπινη ανάγκη για αλλαγή πορείας και προσανατολισμού.

Πριν από την εμβάθυνση στα επιμέρους χαϊκού, αξίζει να σταθούμε στη φόρμα που επέλεξε η Ακριτίδου. Το χαϊκού είναι μια παραδοσιακή ιαπωνική ποιητική μορφή που αναπτύχθηκε τον 17ο αιώνα, με κύριους εκπροσώπους τον Ματσούο Μπασό και τον Γιόσα Μπουσόν. Η κλασική του δομή αποτελείται από 17 συλλαβές, οργανωμένες σε τρεις στίχους των 5–7–5 συλλαβών. Με απλότητα, λιτότητα και έντονη εικονοποιία, αποτυπώνει μια στιγμή της φύσης που προκαλεί συγκίνηση και στοχασμό, ενώ το kigo το kigo (εποχικό μοτίβο) και το kireji (παύση που δημιουργεί δραματική ένταση). Στη Δύση και στην Ελλάδα η φόρμα έχει προσαρμοστεί δημιουργικά: οι ποιητές διατηρούν τη λιτότητα και την αμεσότητα, αλλά συχνά απομακρύνονται από την αυστηρή συλλαβική δομή. Από τον Γιώργο Σεφέρη μέχρι σύγχρονες φωνές όπως η Παρασκευή Ακριτίδου, το χαϊκού λειτουργεί ως όχημα υπαρξιακής αναζήτησης και βαθιάς ποιητικής έκφρασης. Η Ακριτίδου το αξιοποιεί όχι μόνο για να περιγράψει στιγμιότυπα της φύσης, αλλά για να εκφράσει υπαρξιακές ανησυχίες, συναισθηματικές κορυφώσεις και φιλοσοφικούς στοχασμούς.

Η θάλασσα είναι το κυρίαρχο μοτίβο της συλλογής. Δεν αποτελεί απλώς φυσικό στοιχείο, αλλά έναν καθρέφτη της ανθρώπινης ύπαρξης:

Πικροθάλασσα,
τα σώματά μας βάρκες
που ναυάγησαν (σ.8).

Μικρέ ναυαγέ,
μια θάλασσα η αγάπη∙
σε καταπίνει(σ.10).

Μικρέ ναυαγέ,
μια θάλασσα η αγάπη∙
κι εσύ την πίνεις (σ.11).

Στα παραπάνω χαϊκού, η θάλασσα παρουσιάζεται ως διττή δύναμη: καταστροφική και σωτήρια, πηγή ζωής αλλά και φθοράς. Τα σώματα ως «βάρκες» που ναυάγησαν υποδηλώνουν την ανθρώπινη ματαίωση, ενώ η αγάπη-θάλασσα μπορεί είτε να πνίξει είτε να θρέψει. Η ποιήτρια επισημαίνει έτσι την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων και της ίδιας της ζωής.

Η διάσταση του χρόνου και της μεταφυσικής εμφανίζεται έντονα:

Κύμα το κύμα,
Χρόνε, μας κοιμήθηκες.
Μωρά σε λίκνο. (σ.18)

Γοργονατιστή
να με πάρεις μαζί σου,
κύμα, ικετεύω. (σ.17)

Στο πρώτο χαϊκού, το κύμα–χρόνος μας νανουρίζει σαν βρέφη∙ μια εικόνα τρυφερή, μα και μοιραία. Η προσφώνηση «Χρόνε» μετατρέπει τον χρόνο σε ζωντανό συνομιλητή, προσδίδοντας στο ποίημα συγκινησιακό βάθος. Στο δεύτερο, η ικεσία προς το κύμα να παρασύρει μαζί του την ποιήτρια εκφράζει λαχτάρα φυγής, υπέρβασης και ένωσης με το άγνωστο.

Η θάλασσα γίνεται επίσης καθρέφτης του εσωτερικού κόσμου:

Πού αλήτευες,
θάλασσα ξενύχτισα;
Αστρομεθύσι. (σ.22)

Κρυφαρμενίζεις
σε φιλντισένιο κύκνο
πάλι, θύμηση. (σ.16)

Η ποιήτρια απευθύνεται απευθείας στη θάλασσα, αποδίδοντάς της ανθρώπινη υπόσταση. Ο όρος «Αστρομεθύσι» συμπυκνώνει την ομορφιά και τη μέθη της περιπλάνησης, ενώ η θύμηση που «κρυφαρμενίζει» υποδηλώνει νοσταλγία και εσωτερική αναζήτηση. Η χρήση της αποστροφής — της άμεσης προσφώνησης αντικειμένων, συναισθημάτων ή εννοιών — είναι καθοριστική:

Δε σε μέμφομαι,
Μοναξιά: πάντοτε μου
κρατάς συντροφιά. (σ.40)

Ντύθηκες λήθη,
μνήμη, μα από τις πληγές
σ’ αναγνωρίζω. (σ.43)

Ευαισθησία,
δριμύ κατηγορώ μου
σου απευθύνω. (σ.50)

Η μοναξιά παρουσιάζεται όχι ως έλλειψη αλλά ως σταθερή σύντροφος. Η μνήμη, ακόμη κι αν καλυφθεί από τη λήθη, αποκαλύπτεται από τις πληγές. Η ευαισθησία κατηγορείται, σαν να είναι βάρος και όχι χάρισμα. Με αυτές τις προσφωνήσεις, η Ακριτίδου μετατρέπει αφηρημένες έννοιες σε ζωντανές παρουσίες.

Η συλλογή δεν αποφεύγει τη φιλοσοφική διάσταση:

Παίζουμε κρυφτό
σε όλη τη ζωή μας.
Φτου, ξε-θάνατε!(σ.49)

Με παιχνιδιάρικο τόνο, ο θάνατος αντιμετωπίζεται όχι ως τρόμος, αλλά ως φυσικό κομμάτι του παιχνιδιού της ζωής. Η φράση «Φτου, ξε-θάνατε!» είναι γεμάτη ελληνικότητα και παιδική αθωότητα, απομυθοποιώντας τη φθορά.

Η ποίηση και η δημιουργία μπαίνουν στο στόχαστρο της ίδιας της ποιήτριας:

Μα τι ποίημα
σου μαθε η θάλασσα,
εύγλωττο κύμα; (σ.13)

Άκου ποιητή:
δε θα σωθεί ο κόσμος
με παρηχήσεις. (σ.56)

Η θάλασσα γίνεται δασκάλα ποίησης στο πρώτο χαϊκού, ενώ στο δεύτερο η ποιήτρια επισημαίνει την ανάγκη για ουσία και αλήθεια, αντί για επιφανειακή τεχνική.

Τα φυτά, τα δέντρα και τα λουλούδια αποκτούν δική τους προσωπικότητα και λειτουργούν ως καθρέφτες της ανθρώπινης ψυχής:

Χρυσανθεμάκι,
ποτέ της δε σκουριάζει
η ομορφιά σου. (σ.35)

Πόση αγάπη
χωρά στα πέταλά σου,
μαργαρίτα μου; (σ.36)

Μικρέ Πρίγκιπα,
το τριαντάφυλλό σου
άλλος το ’κοψε. (σ.37)

Το χρυσανθεμάκι γίνεται σύμβολο αιώνιας ομορφιάς, η μαργαρίτα μετράει την αγάπη, ενώ η αναφορά στον Μικρό Πρίγκιπα μεταφέρει το τριαντάφυλλο της μοναδικής αγάπης στο πεδίο της απώλειας.

Η ανθρώπινη παρουσία στη φύση τονίζεται επίσης:

Κρινοδάχτυλα
αιθέρια πώς σ’ αγγίζουν,
βράχε του κήπου (σ.30).

Δάφνη προτάσσει
λευκά λουλούδια-στήθια.
Φύγε, Απόλλωνα!(σ.34)

Στα παραπάνω χαϊκού, το ευαίσθητο (κρίνος) συναντά το σκληρό (βράχος), ενώ η μυθική δάφνη αντιστέκεται στον Απόλλωνα, δίνοντας νέα διάσταση στον αρχαίο μύθο.

Η γλώσσα της Ακριτίδου παραμένει λιτή και άμεση, όπως απαιτεί η φόρμα του χαϊκού, αλλά ταυτόχρονα είναι πυκνή σε δυνατές, οπτικές εικόνες: «εύθραυστες βεντάλιες»(σ.7), «καρυδότσουφλε πόθε»(σ.14, «νερά, γοργόνα, στα τέλια της ουράς σου πυρολίκνιστα» (σ. 20). Οι προσωποποιήσεις — «κοκέτα ελιά» (σ.26), «ζωή αεροπλανεύτρα»(σ.42) — εμψυχώνουν τα φυσικά στοιχεία και τις αφηρημένες έννοιες, χαρίζοντάς τους ζωντάνια και χαρακτήρα. Παράλληλα, η χρήση της αποστροφής καλλιεργεί μια αίσθηση οικειότητας, σαν η ποιήτρια να απευθύνεται άμεσα είτε στον/στην αναγνώστη/-στρια είτε στον ίδιο τον κόσμο γύρω της. Μέσα από αυτές τις αποστροφές δεν περιορίζεται στη γραφή χαϊκού· αξιοποιεί τη λιτή τους μορφή για να φέρει στο φως τις μεγάλες αντιφάσεις της ζωής και να εκφράσει μια σύγχρονη, τολμηρή και επαναστατική ματιά.

Συνολικά, οι Αποστροφές συνιστούν μια εξαιρετική απόδειξη ότι η παραδοσιακή φόρμα του χαϊκού μπορεί να ενσωματώσει ελληνικά τοπία, μύθους και υπαρξιακές αναζητήσεις χωρίς να χάνει τη διαχρονική της δύναμη. Η Ακριτίδου χρησιμοποιεί τη θάλασσα, τα δέντρα, τα λουλούδια και τον μύθο ως οχήματα για να εκφράσει την πολυπλοκότητα της αγάπης, της μνήμης, της μοναξιάς και της ανθρώπινης μοίρας. Η συλλογή της προσκαλεί τον/την αναγνώστη/-στρια να σταθεί, να σκεφτεί, να νιώσει, και — όπως υπαινίσσεται η ποιήτρια — να «πιεί» τη θάλασσα της αγάπης και της ζωής κι έτσι να δει τις αντιθέσεις του κόσμου με καινούρια μάτια.

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Ακριτίδου, Παρασκευή. (2025). Αποστροφές – 50 χαϊκού. Αθήνα: Λεξίτυπον

Bashō, Matsuo. The Essential Haiku: Versions of Bashō, Buson, & Issa. Μετάφραση R. Hass. HarperCollins, 1994.

Shirane, Haruo. Traces of Dreams: Landscape, Cultural Memory, and the Poetry of Bashō. Stanford University Press, 1998.

Στεργιόπουλος, Κώστας. (2005).Η ποίηση του χαϊκού και η ελληνική παράδοση. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη,

Περισσοτερα αρθρα