Οι Επιστολές της Δανάης Σιώζιου αποτελούν μια εξαιρετικά καλαίσθητη έκδοση που κυκλοφόρησε από τους Αντίποδες στο τέλος του 2024· τόσο καλαίσθητη που είναι σπάνιο για ποιητικό βιβλίο. Εκτός από τα φορμάτ που είναι σχεδόν τετραγωνισμένο και τα ωραία ζυγισμένα στις σελίδες ποιήματα, η έκδοση περιλαμβάνει επίσης έγχρωμα σχέδια του Στέφανου Ρόκου που δρουν εντελώς συμβιωτικά με τα ποιήματα και υπογραμμίζουν το ποιητικό αποτέλεσμα.
Έτσι όπως τα ποιήματα-επιστολές συναρμόζονται αντικριστά σαν μήνυμα και απάντηση σε κάθε δισέλιδο πάντως, στοιχειοθετούν έναν άτυπο διάλογο ανάμεσα σε κάποιο στοιχείο παρατήρησης και ένα πρόσωπο που επιγράφεται Κ., για το οποίο θα μιλήσουμε διεξοδικότερα παρακάτω. Το εν λόγω στοιχείο παρατήρησης, έμφορτο αρχετυπικών προτύπων, λειτουργεί σαν οιονεί βαρυτικός πόλος έλξης της μαγικής παιδικής σκέψης. Γίνεται επομένως το στοιχείο ένα έναυσμα για να συζητηθεί κάτι άλλο, κάτι πιο βαθύ από το ίδιο, πάντως εξ αφορμής του.
Η υλικότητα με την οποία περιενδύονται τα μηνύματα και οι απαντήσεις γλιστρά και διαλύεται απαράμιλλα μέσα στην ποιητικότητα του τρόπου διαχείρισής τους, έτσι που ο αναγνώστης να μην ξέρει τελικά τι είναι πιο σημαντικό: το μήνυμα, η απάντηση ή το αναπάντεχο της συνάντησής τους ή ακόμη οι επιμέρους εικόνες που λειτουργούν σαν γέφυρες προς το ονειρικό. Το σύνολο πάντως είναι άκρως ποιητικό και δημιουργεί ακριβώς αυτό: ονειρικότητα, το πιο έντονο χαρακτηριστικό της συλλογής:
Αγαπητή Κοτσίδα,
όταν η μέρα τελειώνει
ακούω τον ήχο των φύλλων
τον ήχο ενός κόσμου που έχει χαθεί
σαν να παραδόθηκε ολόκληρος στις φλόγες
όχι ναυάγιο, αλλά στάχτη
ακριβώς όπως εκείνη καμιά φορά επιστρέφει
και μου προσφέρει στο όνειρο μέσα
ένα κόκκινο μήλο, το μάγουλό της
και πάνω σ’ αυτό ένα φιλί.
Δικός σας,
Κ.
Οι Επιστολές εμφορούνται από το στοιχείο του παραμυθιού, αναπόφευκτα συνείροντας και το στοιχείο της παιδικότητας. Άλλωστε, η ομήγυρη όντων και τόπων που προσωποποιούνται και μιλούν μοιάζει να προέρχεται από τις συζητήσεις ενός μικρού παιδιού με τους γονείς του, από σημεία στα οποία στάθηκαν μαζί κάποια στιγμή ή και πολλές φορές μέσα στα χρόνια.
Τα επιμέρους στοιχεία που εκκινούν τις συζητήσεις είναι εντελώς ετερόκλητα: η αράχνη, η κλαίουσα ιτιά, η ομίχλη, ο παγετώνας, το τραπέζι της κουζίνας, το φωτεινό σημείο, η θαλασσινή σπηλιά, η φωνή, η κοτσίδα, η προφητεία, το καρουζέλ, ο ύπνος, η βροχή, τα άλογα, το δάσος. Όλα έχουν ως σημείο αναφοράς τον Κ.: εκείνος είναι ο λόγος που μιλούν και όχι απλά μιλούν, του απευθύνονται. Μοιάζουν να υπάρχουν μόνο εξαιτίας του, σαν ο κόσμος όλος να έχει επίκεντρο εκείνον. Καθώς τους απαντά γίνονται, μολονότι στοιχεία του εξωτερικού κόσμου, εσωτερικά του στοιχεία των οποίων η συναρμογή σε ένα σύνολο από μόνη της παραπέμπει σε μια εντελώς προσωπική saga. Είναι η saga του ποιητικού υποκειμένου που αναγκαστικά δομείται από και εξ αφορμής των στοιχείων αυτών, και τα περιέχει. Οπότε, μολονότι φαινομενικά πολλά, στη συλλογή τελικά υπάρχει μόνο ένα ποιητικό υποκείμενο, ο Κ., ο οποίος απαντά μέσα από τις αναμνήσεις του από την παιδική του ηλικία. Και μέσα από αυτές αποκαλύπτεται, γιατί, βέβαια, σε τι άλλο ριζώνει η προσωπικότητα παρά στις αναμνήσεις; Είναι οι αποκρίσεις σε πράγματα που έχουν συμβεί οι οποίες συντελούν στη συγκρότηση αυτού που ονομάζουμε «εγώ».
Αγαπητά Άλογα,
ήμουν παιδί,
πλησιάζοντας τη βρύση του χωριού
κοντά στην πηγή και στη μεγάλη στέρνα
ένιωσα ανακούφιση
μα δεν ένιωσα δροσιά στην ψυχή μου.
Ύστερα σας είδα.
Απ’ τα μάτια μου έπεφταν βροχή τα ΄δακρυα
πάνω στο χώμα και στις πέτρες.
Στο νου μου μια φωνή είπε να μην αργήσω.
Σας ονόμασα, έκλαψα,
μέχρι που οι τεντωμένες χορδές στην ψυχή μου,
να σπάσουν όλες η μία μετά την άλλη.
Δικός σας,
Κ.
Στον αντίποδα, τα ομιλώντα αντικείμενα αποκτούν μια πεπερασμένη, ετεροαναφορική όπως είπαμε, αυθυπαρξία, όπως για παράδειγμα το τραπέζι της κουζίνας:
Αγαπητέ κύριε,
πάνω μου υπάρχουν λουλούδια μαζί μ’ ένα σημείωμα για τη γιορτή σας, δώρο του αγαπημένου σας φίλου. Μου αρέσει όταν μαγειρεύετε και τα μπαχαρικά πέφτουν πάνω μου. Το ξύλο είναι απορροφητικό υλικό, έτσι μπορώ κι εγώ να ρουφάω, να γεύομαι, να μυρίζω και να ζαλίζομαι. Μου αρέσει ιδιαιτέρως όταν τρίβετε με τα δάχτυλά σας το αλάτι και όταν χρησιμοποιείτε το γουδί. Θυμάμαι με πόσο κόπο με δημιουργήσατε.
Φιλικά,
το τραπέζι
Οι επιστολές των αντικειμένων κλείνουν πάντα με την ένδειξη «φιλικά», επομένως όλα τα αντικείμενα του εξωτερικού/εσωτερικού κόσμου εμπλέκουν αγαπητικές, παρηγορητικές αναμνήσεις. Πριν από αυτή την αποφώνηση, υπάρχει πάντα μια ανάμνηση ή μια ερώτηση που εμπλέκει τον Κ. και στις οποίες αυτός καλείται να απαντήσει. Ο λόγος τόσο του ίδιου όσο και των αντικειμένων αρθρώνεται πάντα σε β’ πληθυντικό πρόσωπο ευγενείας, στοιχειοθετώντας μια απόσταση, ίσως χρονική, ίσως ετερογένειας.
Τέλος, γιατί άραγε επιστολές και όχι παράλληλοι μονόλογοι; Οι επιστολές δείχνουν διάθεση επικοινωνίας: υπάρχει ένα μήνυμα του πομπού και μια απάντηση του δέκτη – το κύκλωμα ολοκληρώνεται. Αναλόγως του περιεχομένου του, μπορεί το κύκλωμα να είναι αυστηρώς προσωπικό, όπως στην περίπτωση των Επιστολών της Δανάης οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν τον καθέναν/την καθεμιά μας στη θέση του Κ.
Αν θα θέλαμε να αναζητήσουμε κάποιο ευρύτερο πλαίσιο ερμηνείας, προσωπικά θα επέλεγα τη φαινομενολογία που πρεσβεύει την πλήρη εσωτερίκευση του περιβάλλοντος κόσμου, ο οποίος έτσι γίνεται αντικείμενο ερμηνείας περισσότερο από ανεξάρτητη οντότητα. Και παραπέμπει στη θέαση ότι στοιχειοθετούμε τελικά ένα αξεδιάλυτο σύνολο με τον γύρω μας κόσμο. Ένα σύνολο που, όπως δείχνουν οι Επιστολές της Δανάης, μπορεί ενίοτε να διέπεται από ευθραυστότητα και συγκίνηση.

