Το ποίημα της Δευτέρας μετά το Πάσχα: «Στη γυναίκα μου, εν είδει απολογίας που δεν τη συνόδευσα αυτό το βράδυ» της Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη
Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη

Στη γυναίκα μου, εν είδει απολογίας που δεν τη συνόδευσα αυτό το βράδυ

Βγήκα έξω. Μύριζε άνοιξη κι ο ουρανός
είχε ένα μπλε βαθύ, σαν την υπόσχεση
που δίνουν τ’ ανοιχτά παράθυρα
και τ’ αναμμένα φώτα. Ήσουν στο σπίτι,
ούτε που ήξερες τι σκεφτόμουν
σαν περπατούσαˑ ούτε που ξέρεις
πόσο συχνά, σαν περπατώ,
κάνω την ίδια σκέψη: Πόσο ωραία
είν’ τα μπαλκόνια από μπετόν
και τα σπασμένα κράσπεδα, και πόσο
λάμπουν τα φώτα στα πράσινα φανάρια.
Πόσο χαρούμενοι οι σκύλοι
που τρέχουν στις γραμμές του τραμ
και πόσα θαύματα παίζουν κρυφτό
ανάμεσα στις πολυκατοικίες.
Πώς ο άερας μαλακώνει και γεμίζει
τα πνευμόνια μου ζωήˑ και πώς η κάθε γωνιά
της γειτονιάς σου μου λέει εδώ είμαι,
υπάρχω τώρα και σταματάει τον χρόνο.
Κι αυτή η φωνή που αγωνιά κι όλο φωνάζει
μετά, τι θα γίνει μετά; Σιωπά.
Και μένω μόνη στο παρόν, με σένα
μέσα μου, τα μπαλκόνια τριγύρω,
τα παράθυρα ανοιχτά, ν’ αναπνέω
τον αέρα που αναπνέεις, ν’ ακούω
τους ήχους που ακούς, να υπάρχεις,
να σ’ αγαπώ, να είμαι πλήρης.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη

από τη συλλογή της Ημέρες καλοσύνης

(εκδ. Πόλις, 2023)

 

Φωτογραφία: cottonbro studio (pexels.com)

Περισσοτερα αρθρα