Ο Νίκος Μυλόπουλος είναι ένας ποιητής σύγχρονος. Ένας ποιητής που παρατηρεί τον κόσμο γύρω του με ενσυναίσθηση και που αφουγκράζεται την εποχή του με ευαισθησία. Ένας μελετητής ανθρωπίνων συμπεριφορών, ένας ταξιδευτής στα βάθη των ψυχών, ένας σχοινοβάτης που ισορροπεί με εξαιρετική μαεστρία πάνω στο ποιητικό σχοινί των στίχων του. Και την μία παλαντζάρει προς την ρομαντική όψη των πραγμάτων και την άλλη προς τον σκληρό ρεαλισμό της ζωής:
Χρειάζομαι επειγόντως ένα τριαντάφυλλο
Να κρύψω μέσα του ό,τι απέμεινε από τις μέρες
Και φορώντας το με προσοχή στο πρώτο μου δάκρυ
Να καθίσω αμίλητος στο κόκκινο της παλίρροιας
Περιμένοντας νοερά να επιστρέψω σ’ εμένα
Μιας και πάντοτε ήμουνα κάπου αλλού
(από το ποίημα “Βαρόμετρο ελευθερίας”)
Όμως δεν χάνει ποτέ την ισορροπία του. Σμιλεύει με επιδεξιότητα λέξεις ποιητικές, λέξεις λυρικές, λέξεις διαχρονικές. Υφαίνει έναν λεκτικό ιστό μέσα από τα ποιήματά του, έναν ποιητικό ιστό που λειτουργεί ως δίχτυ ασφαλείας και προστασίας στις ακροβασίες του, καθώς είναι ερασιτέχνης ακροβάτης, όπως μας ομολογεί στην τελευταία του ποιητική συλλογή, και όχι επαγγελματίας στις ακροβασίες της ζωής. Ποιητικές καταγραφές που μιλούν στου αναγνώστη την καρδιά και που τον παρασέρνουν σε συναισθηματικά τοπία ευεργετικά για τον νου και την ψυχή.
Η θεματική στην ποιητική του διαδρομή είναι πάντα ανθρωποκεντρική, άξονας του ποιητή ο άνθρωπος. Ο μικρός ο άνθρωπος με τα αδύναμα και τα τρωτά του σημεία:
Βαδίζω με βήματα αθόρυβα σε εσωτερικούς μονολόγους
Οι σκέψεις παράθυρα κλειστά όμως η αλήθεια πέρα απ’ τα τείχη
Οξυγόνο οι αποδράσεις στιγμής και οι αυτοσχέδιοι έρωτες
Θαύμαζα πάντως εκείνους που από παιδιά κορόιδευαν τον χρόνο
Όπως οι ναύτες που άφηναν πίσω τους ακίνητες αποβάθρες
Κομμένα όνειρα στα δυο και πέλαγα σκισμένα.
(από το ποίημα “Χρονικό μιας άλλης περιπλάνησης”)
Αλλά και ο μεγάλος ο άνθρωπος με τα χαρακτηριστικά εκείνα, που τον ανεβάζουν και τον εξυψώνουν και τον κάνουν μοναδική οντότητα. Και γύρω από τον άξονα του ανθρώπου, ο έρωτας και η απογοήτευση, η συμπόρευση και η απώλεια, η φιλία και η προδοσία, η συντροφικότητα και η μοναξιά, η μεγαλοσύνη και η υπέρβαση και η μικροπρέπεια και η ευτέλεια. Όλη η ζωή κυριολεκτικά και όλος ο θάνατος μεταφορικά:
Παρηγοριά στην εποχή των σύγχρονων κατακλυσμών
Ελιάς φτερουγίζουν κλαδάκια ανθισμένα
Που γράφουν στα φύλλα τους «δεν τελειώσαμε ακόμη».
Χρειαζόταν μόνο ν’ αντιτάξουμε περισσότερα σώματα
Στη χειμαρρώδη ροή του ποταμού
Ελπίζοντας ν’ αλλάξουμε οριστικά την εκβολή του.
(από το ποίημα “Η πληρότητα της αφαίρεσης”)
Και ανάμεσα σε αυτά τα δίπολα της θεματικής του, ο Μυλόπουλος να απογοητεύεται, να ενθουσιάζεται, να αγαπά, να πενθεί, να ερωτεύεται, να εξυμνεί, να ανηφορίζει στων παθών τον Γολγοθά και να κατρακυλά στα ριζά του, για να σηκωθεί και πάλι και να ορθώσει ανάστημα, όπως αρμόζει σε έναν ποιητή, και να ξεκινά έτσι και πάλι από την αρχή τον ατέρμονο κύκλο της ζωής.
Και να σπέρνει έντονα συναισθήματα και να θερίζει την πλούσια συγκομιδή του. Τα θερίσματα ζωής και ερώτων. Και να γράφει. Και να γράφει. Και να γράφει ποίηση. Και να συνδυάζει λέξεις και να δημιουργεί μικρά αριστουργήματα:
Τ’ ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΑ ΟΝΕΙΡΑ
Μελετώντας προσεχτικά του κορμιού σου τα λάμδα
Και τα δύο μετέωρα όμικρον στη βάση του στήθους
Επιμελώς εκπαίδευα τ’ αναλφάβητα όνειρά μου
Ξόρκιζα έτσι το κακό καταργώντας τον θάνατο.
Στοχαστής των ύστερων ερωτικών χρόνων
Ικέτης μιας πλανόδιας νυχτερινής προστασίας
Λάτρευα το υπέροχο άρωμα στο ύψιλον των περιπτύξεων
Διέτρεχα την ατέλειωτη γέφυρα των ωρών πριν το ξημέρωμα
Με δυο φυλλαράκια μυρτιάς στων ματιών σου το λίκνισμα
Και με του φεγγαριού τη σκόνη στο σώμα σου απλωμένη
Ασύστολα να μ’ ερεθίζει.
Γνήσιος ποιητής ο Νίκος Μυλόπουλος. Διαθέτει έναν πολύτιμο εσωτερικό κόσμο που ακατάπαυστα και ακούραστα και γενναιόδωρα μοιράζεται μαζί μας. Μέσα από την ύπαρξή του. Μέσα από το βλέμμα του στον έσω και έξω κόσμο. Μέσα από την ποίησή του. Μέσα από τη δύναμη της επικοινωνίας.
Και σε αυτήν την επικοινωνία ευελπιστώ να συνέβαλλα κι εγώ με το ανά χείρας μεταφραστικό εγχείρημα, με αυτήν τη δίγλωσση ανθολογία. Ας ταξιδέψει η ποίηση του Νίκου Μυλόπουλου πολύ πολύ μακριά και ας διαβαστεί σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Χαρά η εποικοδομητική συνεργασία μας, ευγνώμων για την εμπιστοσύνη.
Κατερίνα Λιάτζουρα
ΟΙ ΡΑΓΕΣ
Είμαι μια ασήμαντη σιδερένια ράγα
Δίπλα μου άλλη μία
Μοναχική επίσης
Ανάμεσα μας χαλίκια κι αγριολούλουδα
Δεν συναντιόμαστε ποτέ
Στρωμένες από χέρια καταδίκων
Στειρωμένες εξαιτίας παραδόσεων οικογενειακών
Περιμένουμε να περάσουν από πάνω μας
Πολύχρωμα τα βαγόνια και τα αισθήματα.
Αγνοώντας μας επιδεικτικά για πολλές δεκαετίες
Χορταριάσαμε με εικασίες για την αγάπη
Όμως το τρένο
Δεν φάνηκε στον ορίζοντα ποτέ.
Δυο σκιές άηχες πια
Ακίνητες στεκόμαστε για πάντα
Άσαρκες ακούγοντας νότες.
DIE SCHIENEN
Ich bin eine unbedeutende eiserne Schiene
Neben mir noch eine andere
Genauso einsam
Zwischen uns Kieselsteine und Feldblumen
Treffen uns nie
Verlegt von Häftlingshänden
Zeugungsunfähig aus familiären Traditionen
Warten, dass über uns
Bunt die Waggons und die Gefühle gleiten.
Man ignoriert uns demonstrativ schon seit Jahrzehnten
Hat uns von Liebesvermutungen überwuchern lassen
Jedoch ist der Zug
Am Horizont niemals erschienen.
Zwei lautlose nun Schatten
Stehen wir auf ewig unbewegt
Leiblosen Noten zuhörend.