Δεκαπέντε ποιητικά κείμενα για τον φευγαλέο Ιβάν Ισμαήλοβιτς, ο οποίος εκ του ονόματός του μοιάζει αρχικά βαλκανικής προέλευσης, ώσπου με μια προσεκτικότερη ματιά ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει στο επώνυμό του τον Ισμαήλ, τον αφηγητή δηλαδή του Χέρμαν Μέλβιλ στον θρυλικό Μόμπι Ντικ. Το Βιβλικό όνομα Ισμαήλ συμβολίζει τα ορφανά, τους εξόριστους και τους κοινωνικά κατατρεγμένους. Σε αντίθεση βέβαια με τη Βιβλική Γένεση, όπου ο Ισμαήλ εξορίζεται στην έρημο, ο Ισμαήλ του Μέλβιλ περιπλανιέται στη θάλασσα. Και οι δύο Ισμαήλ πάντως σώζονται στο τέλος ως εκ θαύματος. Είναι άραγε αυτή η τύχη και του πρωταγωνιστή του βιβλίου της Παυλίνας;
Όχι, δεν είναι. Ο Ισμαήλοβιτς της Παυλίνας είναι περισσότερο ένα σύμβολο παρά ένας άνθρωπος – και σαν σύμβολο δεν έχει ανάγκη από κάποιο θαύμα. Ο Ισμαήλοβιτς είναι κάποιος που βρέθηκε να περπατά σε μια πορεία με αδιευκρίνιστο προορισμό – τη διάγει πάντως στην κόψη του ξυραφιού: «είναι κακή ιδέα να μαθαίνω περισσότερα από όσα ο Ιβάν Ισμαήλοβιτς θα ήθελε να γνωρίζω, γιατί στέκεται στην άκρη, κι αν φτάσει ως εκείνον η είδηση πως γνωρίζω, κι αν αυτό τον οδηγήσει να αισθανθεί ορατός ενώ παλεύει να ακροπατήσει, θα σκεφτεί πως υπάρχει μόνο ένας τρόπος να διαφύγει: πέφτοντας στο κενό».
Ο Ισμαήλοβιτς της Παυλίνας μοιάζει επομένως φυγάς, μάλλον όμως εκούσιος: «αυτός είναι, κανείς δεν μπορεί να τον ακολουθήσει, αυτή η πορεία βρίσκεται για τον καθένα, κάποιοι την επιλέγουν και κάποιοι αναγκάζονται διασχίζοντας άγνωστες επικράτειες με σκοτεινά φυτά, ελπίζοντας ότι η διαδρομή δεν διαγράφει μόνο το τέλος τους».
Πιστεύω πως ούτε ο Ιβάν Ισμαήλοβιτς γνωρίζει αν η διαδρομή διαγράφει το τέλος του, όμως αυτό του είναι αδιάφορο, γιατί το τέλος του δεν το φοβάται. Τίποτα μάλλον δεν φοβάται, όσο διατηρεί την πορεία του – ακόμη κι αν χρειαστεί να ξεγελά τον εαυτό του: «Πληροφορούμαι με ευχαρίστησή μου πως ο Ιβάν Ισμαήλοβιτς είναι ακατάλληλα ντυμένος για τις περιστάσεις. Έτσι ακριβώς· για να κατορθώσει την πορεία, πρέπει να ξεγελάσει τον εαυτό του πως περπατάει αλλού, εκεί που βρισκόταν προηγουμένως, στην έρημο».
Γιατί όμως η αφηγήτρια καρδιοχτυπά; Γιατί θέλει τόσο πολύ να τον συναντήσει και συνάμα φοβάται να το κάνει, αφού ενδέχεται να τον εξαναγκάσει στο απονενοημένο; Είναι προστάτιδά του; Είναι εκείνος προστάτης της; Είναι αντικείμενο του θαυμασμού της; Τι είναι τέλος πάντων ο Ιβάν Ισμαήλοβιτς; «Το σώμα του είναι όμοιο μ’ εκείνο της φωτιάς, με τη διαφορά πως δεν υπάρχει ένα κερί να το στηρίζει. Είναι ολόκληρος μια φλόγα».
Άπιαστος όπως η φλόγα, άγνωστος στην όψη. Ταγμένος σε μια πορεία που δεν μπορεί κανείς ποτέ να δει, παρά μόνο να νιώσει – αν σβήσει τους φάρους κι αφεθεί να αισθανθεί. Ο Ισμαήλοβιτς είναι ένας θρύλος, ένα ψιθύρισμα κόντρα στον άνεμο, κάποιος που ζει ανάμεσα στους κόσμους. Έτσι τον περιγράφει η Παυλίνα, με την αφηγήτριά της να κρατά σχεδόν την αναπνοή της να μην τον ενοχλήσει ή να μην τον ξυπνήσει, και με το φευγαλέο της στιγμής να μοιάζει το leitmotif ολόκληρης της φλεγόμενης ζωής του.
Ίσως πάλι ο Ιβάν Ισμαήλοβιτς να είναι αυτό που όλοι ψάχνουμε στη ζωή μα λίγοι από μας βρίσκουν: το ταξίδι του Καβάφη, αυτό που δίνει νόημα στην ύπαρξή μας. Το ταξίδι και όχι ο προορισμός.
Σαν μια σημερινή ερμηνεία του ταξιδιού του Καβάφη μπορεί λοιπόν να ιδωθεί αυτή η συλλογή ποιητικών πεζοκειμένων της Παυλίνας. Μια ερμηνεία που φέρνει τον καθένα μας στον ρόλο της αφηγήτριας, αλλά και στον ρόλο του ίδιου του άπιαστου Ιβάν Ισμαήλοβιτς συγχρόνως: αν δεχτούμε ότι κι εμείς είμαστε κάτοικοι συνάμα της πραγματικότητας αλλά και του ονείρου, συνάμα του πόνου του βιώματος αλλά και της ευκταίας έκβασης, δηλαδή του ταξιδιού της ζωής που χρειάζεται μόνο να το αγκαλιάσουμε· κι αν δεχτούμε πως, παρ’ ότι εγκλωβισμένοι στα κουτάκια της κοινωνικά κατασκευασμένης βιωτής μας, έχουμε μέσα μας κάτι που πάντα ονειρεύεται, ένα ονειροπόλο πλάσμα που διαρκώς ταξιδεύει.
Χριστίνα Λιναρδάκη
Η συλλογή “Σβήστε τους φάρους για τον Ιβάν Ισμαήλοβιτς” είναι τυπωμένο στο ίδιο βιβλίο με την ποιητική συλλογή της Παυλίνας Θαύματα στου Πολύφημου, με την οποία θα ασχοληθώ χωριστά.