Αυτή η ανάρτηση και η επόμενη παρουσιάζουν τέσσερα ποιήματα της, γεννημένης στη Χιλή, Καναδής Μπεατρίζ Χάουσνερ (Beatriz Hausner) από την ενότητα “The Dream of Theodora” που προέρχεται από την πιο πρόσφατη συλλογή της Beloved Revolutionary Sweetheart. Υπενθυμίζω ότι μέχρις στιγμής είμαι η μόνη που έχω μεταφράσει ποιήματα της Beatriz στα ελληνικά.
Έκανα στην Μπεατρίζ μερικές ερωτήσεις και είχε την καλοσύνη να μου απαντήσει:
– Γιατί η Θεοδώρα; Γιατί εκείνη ως alter ego σου ή ως πρωταγωνίστρια στα ποιήματά σου;
– “Todas íbamos a ser reinas” (“Ήμασταν όλες προορισμένες για βασίλισσες”), έτσι είπε η μεγάλη Gabriela Mistral για να εκφράσει την ικανότητα κάθε γυναίκας να επιτύχει μεγάλα και σημαντικά πράγματα. Είναι ένας στίχος που έμαθα στο σχολείο, όταν ζούσα στο Σαντιάγκο.
Αρχικά, ήταν τα ρούχα της Θεοδώρας, τα κοσμήματά της, το υπέροχο κάλυμμα του κεφαλιού της, όπως απεικονίζεται στα μωσαϊκά της Ραβέννα. Δεν έχω πάει ποτέ στη Ραβέννα. Την εξέλιξη της Θεοδώρας ως προσωπικής μου εικόνας την κατασκεύασα από τις εικόνες της και τη σύγκρισή τους με άλλες εικόνες. Για παράδειγμα, με τις εικόνες σε ένα βιβλίο με φωτογραφίες πόλεων από την ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το οποίο περιείχε και τα μωσαϊκά από τα ρωμαϊκά ερείπια της Τυνησίας. Αργότερα, διάβασα την Απόκρυφη ιστορία του Προκόπιου και πιο σύγχρονα κείμενα για τη σχέση του Προκόπιου με τη βασιλεία του Κωνσταντίνου. Κατάλαβα σύντομα ότι η Θεοδώρα είχε εξαιρετικό μυαλό και ακόμη πιο εξαιρετικό πνεύμα. Η Θεοδώρα μπορούσε να μαθαίνει από κάθε εμπειρία που της έδινε η ζωή. Συγχρόνως, η Θεοδώρα είχε το χάρισμα να μεταμορφώνει τόσο τον εαυτό της όσο και τα πλάσματα αλλά και την κοινωνία γύρω της. Αυτοδημιούργητη, έχοντας ξεκινήσει σαν καλλιτέχνιδα, η Θεοδώρα ήταν και παραμένει ανυπότακτη, πάντοτε μοντέρνα. Όλες οι γυναίκες μπορούν να είναι Θεοδώρες. Είναι φεμινίστρια. Είναι δυνατή. Είναι σοφή, ικανή να μετατρέψει το ταπεινό της ξεκίνημα σαν ακροβάτις σε τσίρκο στο μεγαλείο της βασίλισσας.
– Γιατί επέλεξες το Βυζάντιο σαν χρονικό πλαίσιο;
– Ερωτεύτηκα το Βυζάντιο ή την ιδέα του Βυζάντιου, όταν μετέφραζα ένα βιβλίο με διηγήματα του Alvaro Mutis. “La muerte del estratega” ήταν ο τίτλος του αγαπημένου μου διηγήματος από εκείνο το βιβλίο που είχε τίτλο La mansion de Araucaima (το έγραψε ο Mutis τη δεκαετία του ‘60, πολύ προτού γίνει γνωστός σαν συγγραφέας της τριλογίας Maqroll). «Ο θάνατος του στρατηγού», όπως είναι η μετάφραση του τίτλου του διηγήματος, είναι ένα από τα ωραιότερα διηγήματα που έχουν γραφτεί ποτέ. Είναι μια ιστορία αγάπης (όλες οι ιστορίες θα έπρεπε να είναι ιστορίες αγάπης) μεταξύ ενός ηλικιωμένου και κάπως μοιρολάτρη στρατηγού την εποχή της Αυτοκράτειρας Θεοδώρας. Η μετάφρασή μου εκείνη συνέπεσε με τον τρελό μου έρωτα για έναν Καναδό που ετοιμαζόταν να φύγει από τον Καναδά για να πάει να διδάξει στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Τον ακολούθησα μέχρι εκεί, τον χειμώνα του 1987.
Υπάρχει κάτι το σαγηνευτικό στη γεωγραφία της Κωνσταντινούπολης. Η ομίχλη που τυλίγει την πόλη το πρωί, οι λόφοι που κρέμονται πάνω από τον Βόσπορο, το λιμάνι που χωρίζει τις δύο ηπείρους, ακόμη και το φως του χειμώνα. Όλα αυτά τα στοιχεία συνδυάστηκαν στο μυαλό μου με όσα είχα μάθει για το Βυζάντιο, μετατρέποντας την εμπειρία των περιπάτων μου ανάμεσα στα ερείπια των ρωμαϊκών κτηρίων σε κάτι σπινθηροβόλο. Η Κωνσταντινούπολη έγινε το λαμπερό μέρος όπου τριγύριζε ο νους μου.
Δυστυχώς, η αγάπη μου για εκείνο τον άντρα δεν ευδοκίμησε, όμως η ερωτική μου σχέση με το Βυζάντιο εξελίχθηκε σε μια ολοένα διευρούμενη γοήτευσή μου με τα ελληνικά και τα ρωμαϊκά πράγματα, αρχαία και μη.
– Πώς συνδέθηκε στον νου σου το Βυζάντιο με τη Χιλή και τις Άνδεις;
– Αυτό που με εντυπωσίασε, όταν ήρθα για πρώτη φορά το 2019 στην Ελλάδα, ήταν το πόσο παρόμοια ήταν η Αθήνα με το Σαντιάγκο της παιδικής μου ηλικίας. Είναι το φως. Μολονότι δεν μπορεί να γίνει σύγκριση ανάμεσα στις Άνδεις και τα βουνά που τριγυρίζουν την Αθήνα, ο τρόπος που το φως αντανακλάται και διαθλάται από τη θάλασσα πιο κει είναι κάτι που μοιράζονται η Αθήνα και το Σαντιάγκο. Πέρα από το φυσικό επίπεδο, μου είναι ξεκάθαρο ότι το Βυζάντιο είναι μια κατάσταση του νου που προσεγγίζει τη Χιλή της γέννησής μου περισσότερο από ό,τι οποιαδήποτε άλλη φυσική ή νοητική κατάσταση.
Στο πρώτο ποίημα, η Θεοδώρα είναι αδιαμόρφωτη (υπό διαμόρφωση) μέσα στα γιγαντιαία βουνά των Άνδεων, σαν η πρώτη της αρχή να βρισκόταν εκεί, κρυμμένη στους χώρους ανάμεσα στα εκατοντάδες απόκρημνα βουνά και τις βαθιές κοιλάδες που διαμορφώνουν την οροσειρά των Άνδεων. Τη λέξη “inchoate” τη χρησιμοποίησα προς τιμή του θανόντος bp nichol (γράφεται έτσι, χωρίς κεφαλαία γράμματα), ενός Καναδού ποιητή που πειραματίστηκε σε πολλά, πολλά έργα του με τη φόρμα του εκτενούς ποιήματος. Τα ονόμασε μαρτυρολόγιο.
Τα ποιήματα είναι αρκετά αυτοβιογραφικά. Έτσι, έχω κατασκευάσει λέξεις όπως “Σερίντάουν” (“Serenetown”) που αναφέρονται σε πραγματικά τοπωνύμια, εν προκειμένω το La Serena.. Η Κονσέψιοντάουν (Conception Town) είναι παιχνίδι με το όνομα μιας πόλης στα νότια της Χιλής που λέγεται Κονσεψιόν (Concepción). Στον νου μου, το ποίημα ταξιδεύει από τα βόρεια της Χιλής μέχρι το νότιο άκρο της, το Cape of Horn, σημείο εξόρμησης προς την Ανταρκτική.
Ακολουθούν τα δύο πρώτα από τα τέσσερα ποιήματα:
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ
I. ΘΕΟΔΩΡΑ ΑΔΙΑΜΟΡΦΩΤΗ
Αδιαμόρφωτη και πρώτα μέσα σε σχήματα βουνών και τις απαλές καμπύλες τους
διακηρύξεις περιγραμμάτων η απόκρημνη αιχμηρότητά τους ήδη μέσα της
πάντα με την απαλή φωνή πατέρα και μητέρας που την αγαπούσαν
και θα την αγαπούσαν συνεχώς όμως τα φαντάσματα δεν ήταν καθησυχαστικά αφού
ανακοίνωναν συνταρακτικές φωταγωγήσεις στα σκοτεινά. Ακόμη κι έτσι
τα βουνά επέμειναν οι κορυφές τους στο φως και στη συνεχή υπόσχεση τού
επέκεινα με χιόνια που ανήγγειλαν έναν άλλον Άλλο ίδιο με μεγάλους
ανθρώπους και την ερεβώδη τους κληρονομιά του πόνου που σε αναγκάζει να τη θυμάσαι
και το βασανιστήριο της ανάμνησης του πιο βίαιου κώδικα: 71594. Αριθμοί
χαραγμένοι επιδέξια αποτέλεσμα πρωτόγονων αλγορίθμων εγγεγραμμένων στους αιώνες
από τη μηχανή του ολέθρου. Τέτοια ήταν η δαιμονική καταστροφή πάντα σαν φάντασμα
τριβόταν πάνω στη νέα ζωή γονιών που συνέχιζαν να είναι και να μην είναι σε
καταστάσεις λυκόφωτος μέσα και έξω η στάχτη η επιτακτική ευλάβεια
του φόβου στους θαλάμους καθώς τα αέρια εισπνέονταν για γενιές και γενιές.
Σκοτάδι.
Χορός.
Σκοτάδι.
Παρά το επιχείρημα της ευτυχίας που ζούσαν εκεί σαν μεταφορά χαράς κατερχόμενη
από τυχερούς περιοδεύοντες εξόριστους, επιβίωσαν υπό όρους προφυλαγμένοι σε κοιλάδες
ζωντανοί
ευγνώμονες
ζώντες.
ΙΙ. ΘΕΟΔΩΡΑ ΑΡΧΙΚΗ
Οι Άνδεις, υπενθύμιση της τοσοδούλας παιδικής ευθραυστότητας επειδή
η απορροή της άνοιξης είναι αιώνια και καθοδική διά της έλξης της πρόσχαρης βαρύτητας
η οποία κάνει ό,τι κάνει η βαρύτητα με τις τεκτονικές πλάκες που διακόπτουν τις πιο
απαλές κινήσεις της γης. Όλα είναι αναποδογυρισμένα με ακανόνιστη
συχνότητα οι θρυαλλίδες του γυαλιού επενδύουν το πάτωμα του αγαπημένου σπιτιού
της παιδικής ηλικίας. Το πρώτο βασίλειο ήταν ένα μέρος μακρύ και στενό με προσκόμ-
ματα της θέας να καθορίζουν τη γεωγραφία στον δρόμο για τη Θεοδώρα. Ο Παράδεισος
ήταν πάντα ο στόχος. Ο Ιωάννης της Εφέσου το περιέγραψε. Όλα όσα έχουν σημασία
έχουν γεννηθεί στην Έφεσο. Έφεσος του νου, γιατί τη θεά
τη σέβονται εκεί παρά το εξωφρενικό πλήθος μαστών που συνωθείται γύρω από
το στήθος της. Η Έφεσος στη Χιλή. Μια προφανής περίπτωση. Μια χώρα με την
Σεντ Τζέιμστάουν στο κέντρο της Σερίντάουν στον βορρά της Κονσέψιοντάουν στο μέσο
του νότου και η πόλη Σαντπόιντ πιο κοντινή στη διαμετρικά αντίθετη Ανταρκτική με τον
Νότιο Σταυρό[1] να αντιγράφει τον Αυγερινό που καταυγάζει όλα τα πράγματα
τα οποία στην αρχή ήταν ένα: Φως.
[1] Αστερισμός του Νότου.
Και στο πρωτότυπο:
THE DREAM OF THEODORA
I. THEODORA INCHOATE
Inchoate and first inside the shapes of mountains and their soft edges
promulgations of forms their precipitous sharpness already inside her
always with gentle voice of father and of mother who loved her
and would constantly though the ghosts were not soothing for
they announced overwhelming illuminations in darkness. Even so
the mountains persisted topped by light and constant promise of
the beyond with snows announcing another Other and same with big
people and their tenebrous inheritance of pain forcing the memorization
and torment of memory of the cruellest cipher: 71594. Enumerations
etched with efficiency generated by early algorithms tattooed for the ages
by the devastation machine. Such was demonic catastrophe always ghostly
rubbing against the new life of parents who kept on being and non-being in
crepuscular states inside and outside the ash the bounden reverence
to fear in the chambers as the gas was inhaled for generations to come.
Gloom.
Dance.
Gloom.
Despite the dialectic felicity lived there as conveyance of joy descended
from fortunate wandering exiles they survived conditionally nestled in
valleys
alive
thankfully
living.
II. THEODORA INCIPIENT
The Andes, reminder of the littleness of childhood fragility because
spring runoff is eternal and downward pulled by cheerful gravity
doing what gravity does with plate tectonics interrupting the more
gentle movements of the earth. All being upended with irregular
frequency the shards of glass lined the floor of the loved childhood
home. The first kingdom was a place long and narrow with obstruct-
tions of view defining geography on the road to Theodora. Paradise
was always the goal. John of Ephesus described it. All that matters
if of Ephesus born. Ephesus of the mind, because the goddess is revered
there despite the excessive number of breasts crowding her chest.
Ephesus is Chile. An open-and-shut case. A country with its St.
Jamestown at centre Serenetown at north Conceptiontown middling
south and Sandpoint town closest to antipodal Antarctic with the
Southern Cross replicating the Morning Star illuminating all things
that were once at origin: Light.
BEATRIZ HAUSNER
Μετάφραση: Χριστίνα Λιναρδάκη