Με τους φθόγγους στην κάννη (για τη συλλογή «Μικρομηχανισμοί» της Στέλλας Βοσκαρίδου-Οικονόμου)

Μικρομηχανισμοί είναι ο τίτλος του πιο πρόσφατου ποιητικού βιβλίου της Στέλλας Βοσκαρίδου-Οικονόμου και εύλογα, διότι περιέχει πολύ μικρά ποιήματα (δίστιχα, τρίστιχα, τετράστιχα), σκορπισμένα ή παρατεταγμένα στις σελίδες.

Τα μικρά αυτά ποιήματα συνιστούν όντως μικρομηχανισμούς και μάλιστα εκρηκτικούς, μια και αποτελούν μικρές ποιητικές εκρήξεις οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους – όχι τόσο στενά ώστε να μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι αποτελούν συστηματικά τμήματα επιμέρους συνόλων ούτε τόσο χαλαρά όμως ώστε να πούμε ότι είναι εντελώς ασύνδετα μεταξύ τους. Πιο σωστό θα ήταν να πει κανείς ότι συνδέονται με μια ρευστή, συνειρμική σχέση, μια σχέση που δομείται με βάση την ακολουθία των ήχων και των νοημάτων, όπως συχνά δίδονται μέσω καθιερωμένων εκφράσεων.

Βεβαίως, οι καθιερωμένες φράσεις σε αυτή τη συλλογή της Στέλλας έχουν τελείως διαφορετική λειτουργία και ρόλο, κυρίως επειδή παραλλάσσονται. Πατά δηλαδή πάνω τους η ποιήτρια για να δώσει μια τελείως διαφορετική εντέλει φράση, που αιφνιδιάζει και εκπλήσσει. Έτσι, αντί για «κύκνειο άσμα», βρίσκουμε «πουλιά διαβήτες τον τέλειο/ μαύρο κύκλο οργανώνοντας/ …. …../ το τέλειο οργανώνοντας/ κύκνειο πλάσμα» (σελ. 16), αντί για «σχήματα λόγου», βλέπουμε «θεόρατα κύματα λόγου/ με καταπίνουν» (σελ. 35), αντί για «η πολυτέλεια είναι η μισή αρχοντιά», διαβάζουμε «ό,τι δαγκώνει/ δεν είναι η μισή αρχοντιά» (σελ. 41) ή, αντί για «παραμένουμε βαθύτατα συγκινημένοι», βρίσκουμε «παραμένουμε βαθύτατα δανεισμένοι» (σελ. 47).

Τα αποσιωπητικά που παρέθεσα στη δεύτερη ομάδα στίχων της προηγούμενης παραγράφου δεν είναι δικά μου, αλλά του ποιήματος. Ανάμεσα στους στίχους που βρίσκονται σκόρπιοι σε ποικίλα μέρη της σελίδας, μπορεί να βρει κανείς αποσιωπητικά – τουλάχιστον μεταξύ ή εντός των πρώτων ποιημάτων. Προοδευτικά, τα αποσιωπητικά γίνονται αστέρια που αρχικά χωρίζουν τους στίχους και αργότερα καταλαμβάνουν ολόκληρη τη σελίδα.

Η σκηνοθετική αυτή τοποθέτηση των στίχων προδίδει εκ πρώτοις μια παιχνιδιάρικη διάθεση που υπογραμμίζει το γενικότερο πνεύμα της συλλογής, συγχρόνως όμως ο διασκορπισμός τους κατ’ αυτό τον τρόπο δίνει την εντύπωση ότι η ποίηση απλώνεται στον χώρο, διαστέλλεται. Το παιχνίδισμα, στο οποίο αναφέρθηκα, ενσωματώνεται στη συλλογή μέσα από τα ποικίλα παιχνίδια με τη γλώσσα, στα οποία επιδίδεται η ποιήτρια:

πες πέλαγος

πες άλγος

πες λαγός που προλαβαίνει να φύγει

(σελ. 21)

 

Ή

 

τι άθλος

μερικές φορές

το λάθος

 

καλπάζω πάνω στον αναγραμματισμό

(σελ. 23)

Έχει ήδη, ελπίζω, καταστεί σαφές ότι η Βοσκαρίδου-Οικονόμου δεν γράφει επιγραφικά σε αυτή τη συλλογή της: γράφει ανατρεπτικά. Και τελικά, καθώς διαβάζει κάποιος τα μικροποιήματά της, αποδεικνύεται πως σχεδιάζει προσεκτικά πού θα βάλει τι και με ποια σειρά. Το ποιητικό της υποκείμενο είναι ένα άφυλο και ανώνυμο ον που παρατηρεί σχολαστικά και μιλάει – σχεδόν τραγουδιστά – για αυτά που βλέπει. Ταυτόχρονα, είναι βαθιά σαρκαστικό:

δε λιώνει
το χιόνι στη μνήμη
το χιόνι στη μνήμη
αυγατίζει

 

 

πότε πότε

ακριβολογώ

από καθαρή

πυρομανία

 

Τα δύο αυτά τετράστιχα διαδέχονται το ένα το άλλο (το πρώτο βρίσκεται στη σελ. 26, το δεύτερο στη σελ. 27), είναι όμως σαφές ότι γράφτηκαν για να διαβαστούν μαζί, ίσως γι’ αυτό άλλωστε πλαισιώνονται από αποσιωπητικά.

Η επανάληψη (όπως πιο πάνω «το χιόνι στη μνήμη» που εμφανίζεται δις) έχει και αυτή την ιδιαίτερη λειτουργία της στην ποίηση της Στέλλας: μέσα σε τόσο μικρό πεδίο δρα περίπου σαν σφυρί, πολλαπλασιάζοντας τη σημασία του στίχου. Η επανάληψη μοτίβων, πάλι, χαρίζει συνεκτικότητα στη συλλογή. Έτσι, στη σελίδα 40 πρωτοβλέπουμε το «ερουρέμ ερουρέμ» που το ξανασυναντάμε σε διάφορους στίχους από κει και πέρα, ενώ αλλού γίνεται «τεριρέμ τεριρέμ».

Η τραγουδιστική διάθεση της ποιήτριας αναδύεται και από τις συνεχείς παρηχήσεις, π.χ.  «τα ριζικό του μικρού χρόνου» (σελ. 33), τους συνδυασμούς ήχων: π.χ. «αιμορραγεί τ’ αλύτρωτο αμυγδαλάκι» (σελ. 29) και τα λογοπαίγνια: π.χ. «το νήμα ποτέ να μην/ αμήν» (σελ.71) – μάλιστα, αλλού τα λογοπαίγνια είναι αποκαλυπτικά των δυνατοτήτων της γλώσσας: ¨

ίσως

να’ σαι ‘δω

ίσως

να σε δω

(σελ. 84)

Ας μείνουμε όμως λίγο στον στίχο «αιμορραγεί τ’ αλύτρωτο αμυγδαλάκι». Δεν πήγε ο νους μου επειδή λίγο πριν έφυγε το επετειακό έτος από τη Μικρασιατική Καταστροφή γιατί, ειλικρινά, ποιος ακούει τη λέξη «αλύτρωτος» και δεν του έρχεται αμέσως στο νου η φράση «αλύτρωτες πατρίδες»; Έπειτα, το αμυγδαλάκι είναι ένας καρπός μικρός και εύθραυστος, αλλά κλειστός, κάπως προστατευμένος, όπως οι κοινωνίες στη Μικρά Ασία. Το γεγονός ότι αιμορραγεί, κινεί τον αναγνώστη συμπονετικά γιατί του θυμίζει – ασυναίσθητα σχεδόν – κάτι οικείο. Κάπως έτσι θέτει τους «μικρομηχανισμούς» της σε κίνηση η Βοσκαρίδου-Οικονόμου, με έναν απαλό, υπόκωφο, αλλά άκρως αποτελεσματικό τρόπο. Προσωπικά τον βρίσκω μεγαλοφυή και πρωτότυπο, και ειλικρινά βγάζω το καπέλο σε αυτές τις ακροβασίες των λέξεων που κατεργάστηκε με τόση μαεστρία η Στέλλα – και το βγάζω, κυρίως, στην ίδια. Δεν έχουμε πολλά παραδείγματα ποιητών που έγραψαν επιτυχημένες συλλογές βασισμένες μόνο σε δίστιχα, τρίστιχα και τετράστιχα. Θα μπορούσα να πω ότι η Στέλλα γράφει ποίηση του Instagram, όπως η Rupi Kaur που έγινε διάσημη για τα ολιγόστιχα ποιήματά της από το εν λόγω μέσο κοινωνικής δικτύωσης, βλέπω όμως ότι δεν έχει καν Instagram!

Παρεμπιπτόντως, το αμυγδαλάκι το συναντάμε και παρακάτω, στη σελίδα 60:

αλύ – μωρέ – αλύ

τρωτό μου

αμυγδαλάκι

 

μόνο που εδώ το «μωρέ» και ο διπλασιασμός της αρχικής συλλαβής θυμίζουν δημοτικό τραγούδι.

 

Η συνειρμική σύνδεση των στίχων πολλές φορές υποκινείται από τον ήχο. Ανέφερα ήδη το «ερουρέμ ερουρέμ» που πρωτοεμφανίζεται στη σελίδα 40. Ας δούμε πώς αναπτύσσεται στη συνέχεια:

ερουρέμ ερουρέμ

έρημη μέρα

(σελ. 40)

 

ερουρέμ ερουρέμ

άμοιρο έρμα

(σελ.40)

 

ερουρέμ ερουρέμ

ήρεμη μέρα

(σελ. 41)

 

ερουρέμ ερουρέμ

μέρα μαρμάρινη

(σελ. 56)

 

Αλλού η ποιήτρια παραδίδεται σε μια σχεδόν αυτόματη γραφή. Είναι σαν ο ήχος να την παίρνει από το χέρι και να τη συνεπαίρνει τόσο ώστε να τον ακολουθεί υπάκουα:

κάτω απ’ την πραγματικότητα

θροΐζει

η πραγματικότητα

πρόκειται πάντοτε γι’ απλή συνωνυμία

*

σταθερά υστερώ

στο απέραντο φως

 

υπεριώδης ήττα

*

μα τα χίλια ξέφτια

να μιλήσω

*

να μιλήσω

μα τα χείλια ξέφτια

(σελ. 78)

 

Οι στίχοι της Στέλλας, τόπους-τόπους, μοιάζουν σαν εσωτερικός συνειρμός που καταλήγει σε συμπεράσματα τα οποία διέπονται από ματαιότητα:

επινοώ

ένα χρώμα

ανάμεσα στο γκρίζο και

τον Θεό

 

αλίμονο, επιθυμώ τη νίκη

 

……… ………. …………………

ευχή από μπετόν

έρχεσαι;

ξόδεψα όλο το πυθαγόρειο θεώρημα

στη μνήμη και τα κοχύλια

……… ………. …………………

και φλεγόμενος ήρωας

και χιονάνθρωπος

νούφαρο της ερήμου

ατμός

Οι στίχοι που προηγήθηκαν καταλαμβάνουν τις σελίδες 24 και 25 του βιβλίου. Έτσι όπως στέκονται, αντικριστά, μοιάζουν σαν αντίλογος οι δε των μεν: το ποιητικό υποκείμενο ναι μεν εύχεται, όμως έχει ήδη απεμπολήσει τη λογική του («ξόδεψα όλο το πυθαγόρειο θεώρημα»), έχει διχαστεί («και φλεγόμενος ήρωας και χιονάνθρωπος») και έχει μετατραπεί σε κάτι σχεδόν άυλο ή ανύπαρκτο («νούφαρο της ερήμου», «ατμός»), επομένως η αρχική ευχή πήγε εις μάτην. Ας σημειωθεί ότι, πιο κάτω, η ποιήτρια επανέρχεται το ερώτημα «ευχή από σφυγμό/ γιατί αργείς;» (σελ. 65).

Δεν βγάζουν βέβαια όλοι οι στίχοι νόημα. Κάποιοι είναι εντελώς παράλογοι, κι αυτοί όμως ακόμη υποκύπτουν σε κάποια παράδοξη λογική, επειδή θυμίζουν αδιόρατα κάτι:

[ιδρωμένο]

βγαίνει με δόρυ κόβει τη νύ  χτα στα δύο – κανένας όμως

δεν το ακούει (αυτό είναι και το παράπονό του)

αφού όλοι ενέχυρο τ’ αυτιά τους έβαλαν

για να ‘χει μια στέγη το ζωάκι της ημέρας

ένα πιάτο φαΐ

(σελ. 31)

 

Σε άλλα σημεία της συλλογής, οι στίχοι της Στέλλας περιέχουν διευρυμένες μεταφορές, όπως η ακόλουθη με το άλογο:

κι εδώ,  να σημειωθεί παρακαλώ

πως δεν γράφεται με όμικρον

η λέξη γονατίζω

γράφεται

με μια λερναία ύδρα

ανάμεσα στην κνήμη και τον μηρό μου

*

να σκοτώσω τη λερναία ύδρα

[…]

[και άλλοι άθλοι που τόσο ήθελα

όμως ποτέ μου δεν κατόρθωσα

να ονομάσω]

*

να προφέρω την έφιππη λέξη

*

να παραστώ στην ένθεη μνήμη

*

γιατί πάντα η μνήμη

σε άλογο επάνω

φεύγει

στου παραλόγου τα κοφτερά δόντια κοιμάται

*

απ’ τα βάθη του φάρυγγα

χλιμιντρίζουν τα χρόνια

(σελ. 65-66)

 

Το τελευταίο δισέλιδο της συλλογής είναι γεμάτο διάσπαρτα αστέρια και έναν στίχο που επαναλαμβάνεται τρεις φορές:

ένα όνομα

ένα όνομα

ένα όνομα

 

Όχι τυχαία. Είπα ήδη ότι η συλλογή είναι άφυλη και ανώνυμη. Είπα επίσης ότι η Στέλλα αρέσκεται να παίζει με τη γλώσσα και τους συνειρμούς. Αναρωτιέμαι: εσάς αυτοί οι στίχοι δεν σας θύμισαν το περίφημο “what’s in a name?” του Ουίλιαμ Σαίξπηρ;

Είναι προφανές ότι τη λάτρεψα τη συλλογή. Μου έφερε στον νου χιλιάδες πράγματα και ένωσε με εκατοντάδες άλλα μέσα στην καρδιά μου. Με έναν απίστευτο, νέο τρόπο. Συγχαρητήρια.

Χριστίνα Λιναρδάκη

Περισσοτερα αρθρα