Υπάρχει κάπου καταγεγραμμένο πως, όταν εκδόθηκε το Παραμύθι χωρίς όνομα της Πηνελόπης Δέλτα, δεν γνώριζαν πού απευθύνεται το βιβλίο: σε παιδιά ή σε μεγάλους. Το αποτίμησαν λοιπόν ως ερμαφρόδιτο είδος. Σε αυτό το ερμαφρόδιτο είδος απευθύνονται και τα ανέμελα Μαλλιά κανταΐφι της Μαριαλένας Σπυροπούλου. Τόσο σε παιδιά όσο και σε μεγάλους, αν και οι εκδόσεις Παπαδόπουλος στην ιστοσελίδα τους το προτείνουν για παιδιά από 9 ετών.
Για τα παιδιά, το βιβλίο είναι όντως διδακτικό. Η αφηγήτρια του βιβλίου και πρωταγωνίστριά του, η Έλλη, είναι ένας γοητευτικός χαρακτήρας, παρ’ ότι αναμφισβήτητα μεγάλος ταραξίας – ωστόσο έχει ευαισθησίες, όνειρα και αφέλεια που την καθιστούν ιδιαίτερα όμορφη σαν ανθρώπινη οντότητα. Η Σπυροπούλου, η οποία έχει σπουδάσει ψυχολογία, της έχει δώσει αρκετό βάθος και επίσης αναλύει τους μηχανισμούς της σκέψης της, αλλά και των σχέσεών της με την αδερφή, τους γονείς, τη φίλη και τους συμμαθητές της, βάζοντάς τη να μιλάει φωναχτά για όλα αυτά.
Ένα ζωηρό παιδάκι που θα διαβάσει το βιβλίο θα απενοχοποιηθεί, γιατί θα δει ότι είναι εντάξει που νιώθει διαφορετικά από τα υπόλοιπα και επιρρεπές στις ζαβολιές – άλλωστε μπορεί απλώς να πηγάζουν από έναν τόσο πλούσιο ψυχικό κόσμο που απλά δεν χωράει πουθενά. Αλλά και ένα πιο ήσυχο παιδάκι θα μπορέσει επιτέλους να καταλάβει τον ψυχισμό ενός πιο ζωηρού, το οποίο μέχρι πρότινος μπορεί να έβρισκε ακόμη και εκνευριστικό.
Αυτό το τελευταίο ισχύει και για εμάς τους ενήλικες, που έχουμε ενδεχομένως ξεχάσει πώς ήταν όταν ήμασταν παιδιά και συνήθως “ζαλιζόμαστε” κοντά σε ένα παιδί που είναι ολίγον ταραξίας. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι το παιδί αυτό μπορεί παράλληλα να είναι ευαίσθητο ή να σκέφτεται τρυφερά για τα πράγματα. Απλά είναι σαν ένα ηφαίστειο! Φουσκώνουν όλα μέσα του τόσο πολύ που αναγκαστικά οδηγείται σε έκρηξη – και, τσουπ!, να την η ζαβολιά! Αυτό έρχεται να θυμίσει σε μας τούτο το βιβλίο.
Ας δούμε όμως πώς το εκφράζει η ίδια η Έλλη: “Έχω συνεχώς ιδέες. Δεν αρέσουν καθόλου στους γονείς μου, γι’ αυτό είναι συνέχεια θυμωμένοι μαζί μου. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω γιατί. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μπορεί να θυμώνει κάποιος με τις σκέψεις. Οι σκέψεις είναι σαν τα σύννεφα, μας ταξιδεύουν. Και μερικοί γεννιούνται με πολλά σύννεφα στο κεφάλι τους ή με ένα σύννεφο αντί για κεφάλι. Τα δικά μου σύννεφα θέλουν συνέχεια να ταξιδεύου. Πού είναι το κακό σε όλο αυτό;”.
Όταν ρώτησα τη Μαριαλένα Σπυροπούλου με ποιο σκοπό έγραψε αυτό το βιβλίο, μου απάντησε: “Θα ήθελα κάποιος να ελευθερωθεί διαβάζοντάς το”. Και, στην ερώτησή μου κατά πόσο η Έλλη σχετίζεται με την ίδια, μου απάντησε: “Ίσως να είναι και το πιο αυτοβιογραφικό μου βιβλίο. Ένιωθα πάντα να είμαι ένα παιδί-κορίτσι που δεν χωρούσα πουθενά, που δεν με καταλάβαιναν και που όλα μου φαίνονταν παράλογα και ανάποδα στον κόσμο της λογικής, των ενηλίκων και πολλών από τα άλλα παιδιά.”
Η Έλλη είναι τρυφερή, αγαπάει μέχρις εσχάτων, αλλά είναι μόνη (αφού τα περισσότερα παιδιά την έχουν απομονώσει), δεν διστάζει να κάνει πράξη ό,τι της περάσει από το μυαλό, χωρίς όμως να θέλει συνειδητά να φέρνει κανέναν σε δύσκολη θέση, ούτε καν τον εαυτό της: απλά της συμβαίνει – συχνά. Από τις τσιμπιές που ανταλλάσσει με την αδερφή της, όταν τσακώνονται, η Σπυροπούλου την ονόμασε Πριγκίπισσα Τσιμπώ – επειδή εκείνη την εποχή είχε βάλει τον πατέρα της Έλλης να διαβάζει την Πριγκίπισσα Ιζαμπώ του Άγγελου Τερζάκη.
Το ωραίο και διδακτικό βιβλίο Μαλλιά κανταΐφι κοσμούν οι πολύ ωραίες εικόνες της Λέλας Στρούτση.
Χριστίνα Λιναρδάκη