Με νουβέλα αυτή τη φορά επιστρέφει η Τίνα Κατσούλη. Ο τίτλος αυτής: “Η σκιά του κηπουρού” (εκδόσεις Βακχικόν, 2024). Στις 100 σελίδες της βλέπουμε να ξεδιπλώνεται το πολύχρωμο υφαντό των ενοίκων μιας πολυκατοικίας και του θυρωρού της. Ο τελευταίος εκτελεί και χρέη κηπουρού, ενώ είναι γενικά ο «άνθρωπος για όλες τις δουλειές», ένας αυτοχρισμένος Ρομπέν της πόλης που προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις να βοηθήσει, κυρίως τους ενοίκους – έτσι όπως κανένας δεν βοήθησε τον ίδιο όταν ήρθε στην Ελλάδα, αφού είναι οικονομικός μετανάστης από την Αλβανία.
Τα πράγματα όμως είναι σύνθετα: τα τεκταινόμενα στην πολυκατοικία λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συνθήκης που θυμίζει τον εγκλεισμό κατά την πανδημία του κορονοϊού – σε μια χειρότερή της εκδοχή. Ο μολυσματικός ιός στο σύμπαν της νουβέλας μεταδίδεται με το άγγιγμα, γι΄αυτό και όλοι μένουν κλεισμένοι στο σπίτι, με αποτέλεσμα η πόλη να είναι ένας έρημος τόπος. Εκτός αν κάποιος έχει ανοσία – όπως ο θυρωρός.
Τι είναι άραγε αυτό που διασφαλίζει την ανοσία; Η άνευ όρων αγάπη, η ανενδοίαστη προσφορά; Θα μπορούσε. Οι αξίες αυτές διαμορφώνουν την καθημερινότητα του Έντζο, του θυρωρού, την οποία διαπερνά η επιθυμία (ή ίσως η ανάγκη) να είναι χρήσιμος και να βοηθά τους γύρω του – όποιοι κι αν είναι αυτοί, ακόμη κι αν τον έχουν βλάψει.
Και βέβαια ένας τέτοιος Έντζο δεν θα μπορούσε να τοποθετείται μόνο μέσα στην πολυκατοικία. Τοποθετείται επιπλέον στα σφαγεία, όπου δουλεύει ως φορτοεκφορτωτής για ένα δεύτερο μεροκάματο, αλλά και σε ένα νοσοκομείο όπου πηγαίνει να βοηθήσει ως εθελοντής, αγγίζοντας ελεύθερα τους ασθενείς και προσφέροντάς τους μια βιντεοκλήση ή ένα τηλεφώνημα με τους οικείους τους – ή και μια άρια από μια πριμαντόνα, αλλά για αυτή την ιστορία θα πρέπει να διαβάσετε το βιβλίο. Πάντα μεριμνώντας, πάντα υποβοηθώντας, πάντα θεραπεύοντας.
Όσο για τους συγκατοίκους στην πολυκατοικία; Αυτοί αποτελούν μια ενδιαφέρουσα μικρογραφία της κοινωνίας. Οι χαρακτήρες τους δεν αναλύονται διεξοδικά – αυτό θα ήταν αδύνατο στον περιορισμένο χώρο της νουβέλας – όμως απέχουν πολύ από το να είναι καρικατούρες: τα βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους παρουσιάζονται με μεγάλη σαφήνεια. Είναι αυτά που καθορίζουν τη ροή των πραγμάτων και τη συλλογική μοίρα.
Έτσι, η νουβέλα είναι ουσιαστικά μια ηθογραφία, εξ αφορμής της οποίας εγείρονται πολλοί και διάφοροι προβληματισμοί: Τι σημαίνει πολιτισμός σε μια ακραία συνθήκη; Πώς μπορεί να καταπολεμηθεί η μοναξιά; Τι χρειάζεται για να μπορέσει να σπάσει ένας άνθρωπος τα δεσμά που τον περιορίζουν και ενίοτε τον κάνουν να ξεχνά ποιος είναι; Πού μπορεί να οδηγήσουν οι εμμονές ενός σχεδόν παρανοϊκού εθνικιστή; Και άλλα πολλά καίρια ζητήματα που αγγίζουν τον φόβο για το διαφορετικό, τη βία, τους επώδυνους συμβιβασμούς, τις απρόσωπες σχέσεις, το πλαστό σύμπαν και τον ναρκισσισμό του ψηφιακού κόσμου, την πληγωμένη φύση.
Όλα αυτά κάνουν την περιπέτεια που ξεδιπλώνεται στις σελίδες της νουβέλας να έχει πολλά σκαμπανεβάσματα και αναπάντεχες τροπές, όμως ο θυρωρός βρίσκει, με πυξίδα την καλή προαίρεση και την ακάματη διάθεση να φροντίσει τον συνάνθρωπό του, τον τρόπο να φέρει το καλό και την ισορροπία στον ταραγμένο κόσμο, για να γίνει μια υπόσχεση της ελπίδας.
Όπως αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, «η ιστορία[…] μεταφέρει ένα αισιόδοξο μήνυμα. Η χαμένη ανθρωπιά βρίσκει, ακόμα και σε καιρούς ζοφερούς και ισκιωμένους από τον μαζικό φόβο, μια χαραμάδα ν α ξετρυπώσει, για να ανθήσει μια νέα σχέση με τον συνάνθρωπο και τον εαυτό μας: να νοιάζεσαι, να αγαπάς, να μοιράζεσαι, να συγχωρείς…». Δεν πρόκειται για τίποτε λιγότερο από την αλχημιστική μετατροπή μιας αρνητικής εμπειρίας σε θετική – μακάρι να την καταφέρναμε όλοι.
Έχοντας διαβάσει και το εξαιρετικό προηγούμενο ιστορικό μυθιστόρημα της Κατσούλη (Αξόδευτη ζωή, εκδόσεις Λιβάνη 2020), θα έλεγα ότι, αφηγηματικά, η νουβέλα της θα κέρδιζε ακόμη περισσότερο αν, αντί για την απλή παράθεση των ενοίκων της πολυκατοικίας στα επμέρους κεφάλαια, η Τίνα είχε πλέξει λίγο περισσότερο τις ιστορίες καθενός με εκείνες των υπολοίπων – και πάλι όμως η ιστορία της παραμένει ένας ύμνος της αναπάντεχης καλοσύνης στο σκληρό πρόσωπο της αντιξοότητας, είναι δηλαδή από τις λιγοστές αφηγημένες τέτοιου είδους ιστορίες και αυτό από μόνο του είναι σπουδαίο.