Αθωότητα. Αυτή ήταν η πρώτη λέξη που μου ήρθε στο μυαλό ενώ διάβαζα το βιβλίο – και, πέρα από τη λέξη, ήταν η αίσθηση που μου άφησε η αφήγηση από τη δεξιότεχνη πένα του Κώστα Στοφόρου. Και επειδή τον γνωρίζω και προσωπικά τον Κώστα, μπορούσα να τον φανταστώ, ενώ την έγραφε: με το ρομαντικό του βλέμμα, το καθαρό, να υφαίνει την ιστορία που ξεδίπλωσε τόσο ωραία στο βιβλίο. Μια ιστορία που μόνο εκείνος θα μπορούσε να πει τόσο καλά όσο την είπε. Μια ιστορία για εφήβους, που όμως γαλήνεψε και τη δική μου ψυχή και μ’ έκανε να χαμογελάσω από την καρδιά μου.
Η Πηνελόπη στη Χίο δεν αφορά μια οποιαδήποτε Πηνελόπη. Αφορά την Πηνελόπη Δέλτα και τις διακοπές της στη Χίο το καλοκαίρι του 1886. Τα περιστατικά που περιγράφονται προέρχονται εν μέρει από τις Πρώτες ενθυμήσεις της Δέλτα και εν μέρει από τον Τρελαντώνη. Τα πραγματολογικά στοιχεία της εποχής ανασυντέθηκαν από το βιβλίο Αρχιπέλαγος του Ενεπεκίδη. Όσο για τις εντυπώσεις (τις μυρωδιές, τις γεύσεις, τις φυσικές ομορφιές του τόπου, τη μαστίχα) υπεύθυνη γι’ αυτές είναι η μνήμη του συγγραφέα.
Φυσικά, το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου είναι προϊόν μυθοπλασίας, πιο σημαντικό όμως από το τι λέγεται είναι το πώς. Γιατί το πώς είναι πολύ σημαντικό όταν κάποιος προσπαθεί να δώσει το στίγμα και την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής – όχι περιγράφοντας, αλλά βάζοντάς τους ήρωές του να τη ζουν. Πέρα από την αντιμετώπιση των πρώτων ερωτικών σκιρτημάτων που νιώθει με την αξιοπρέπεια που όφειλε να επιδείξει μια “κόρη Μπενάκη” και που υπαγόρευε και η ηλικία της, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ακόλουθο απόσπασμα:
«Κάποια στιγμή έριξαν έναν τρικούβερτο καυγά. Ήταν τότε που η Πηνελόπη του διηγήθηκε ένα περιστατικό με την ξαδέρφη της στην Αλεξάνδρεια: Η Μαριέτα ήταν μικρότερη, όμως αυτό δεν την εμπόδιζε να διαβάζει στα κρυφά διάφορα απαγορευμένα βιβλία, όπως την Καταραμένη κόρη, όπου η ηρωίδα αποκτά παιδί εκτός γάμου. Όταν η Μαριέτα διηγήθηκε στην Πηνελόπη την ιστορία, εκείνη δήλωσε πως αυτά ήταν φαντασιοπληξίες, αφού μια γυναίκα δεν μπορούσε να κάνει παιδί αν δεν ήταν παντρεμένη. “Γίνεται και παραγίνεται”, της είχε απαντήσει η Μαριέτα, “αν έχει και αγαπητικό!” Η Πηνελόπη αρπάχτηκε, γιατί θεώρησε πως η ξαδέρφη της την κορόιδευε. Το ίδιο βράδυ, επιστράτευσε όλο της το θάρρος και ρώτησε τη mademoiselle αν γίνεται να κάνει κάποιος παιδιά χωρίς να είναι παντρεμένος».
Ο Νικολής, στον οποίο αφηγούνταν η Πηνελόπη την ιστορία με τη Μαριέτα, έβαλε τέτοια γέλια που η Πηνελόπη άρχισε φουρκισμένη να ξεστομίζει εναντίον του διάφορες λέξεις, με αποτέλεσμα να μπει τιμωρία μέχρι την επομένη: θα έμενε κλεισμένη στο δωμάτιό της μόνο με παξιμάδι και νερό.
Η αντιμετώπιση ενός τέτοιου περιστατικού δείχνει ανάγλυφα τα ήθη της εποχής και προκαλεί θυμηδία στον σημερινό αναγνώστη. Για να είμαι ειλικρινής, θέλω πολύ να δω την αντίδραση της έφηβης κόρης μου μόλις διαβάσει την παραπάνω σκηνή! Για τους μεγαλύτερους από μας, ένα τέτοιο περιστατικό μάς γυρίζει πίσω, στις αφηγήσεις των γονιών και των παππούδων μας, γεμίζοντάς μας με νοσταλγία. Μια νοσταλγία ανάμεικτη με χαμόγελο, για την αθωότητα που επέτρεπε όλα τα ωραία που διαδραματίζονται στο βιβλίο.
Μια αθωότητα που ήταν υπεύθυνη για τη γενικότερη ανεμελιά των παιδιών και των εφήβων τότε. Μια αθωότητα που στις μέρες μας, όπου η πραγματικότητα επαυξάνεται από τις οθόνες των κινητών τηλεφώνων των παιδιών προς καθόλου αθώες κατευθύνσεις, έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Μένουν μόνο βιβλία σαν αυτό, για να δίνουν την αίσθηση μιας άλλης πραγματικότητας, την αίσθηση ενός άλλου μέτρου των πραγμάτων. Μακάρι να υπήρχαν περισσότερα τέτοια εφηβικά βιβλία και να μην παρακινούνταν τα παιδιά σε πιο σκοτεινές ατραπούς από τόσο τρυφερές ηλικίες.
Χριστίνα Λιναρδάκη
Και ένα παραδοσιακό χιώτικο τραγούδι a cappella: