Ο συγγραφέας από την πρώτη στιγμή της ανάγνωσης με άφησε να τον πλησιάσω. Είναι σαν να βρέθηκα στην αυλή του, σαν να περπάτησα μαζί του, σαν να ταξίδεψα στο ίδιο τρένο, σαν να άκουσα τις σιωπές του, σαν να παρανόμησα μαζί του. Με άφησε να γίνω μια από τις φωνητικές του χορδές σε κοινωνικά ζητήματα.
Η ευφυής αφήγησή του δίνει πνοή στο αόρατο και ζωντανεύει τη σκέψη. Είναι σαν να υπάρχει ένα αόρατο χέρι το οποίο έχει το προνόμιο να μπορεί να μπει στο μυαλό, να πιάσει τη σκέψη και να τη ζωντανέψει εμπρός σου.
Γεμίζει τον εαυτό του με ερωτήσεις χωρίς φυσικά να περιμένει να απαντήσουμε έστω σε μία από αυτές. Το γράψιμό του είναι μία πρόκληση για τους αναγνώστες. Ο ίδιος ο συγγραφέας θαρρώ πως προσπαθεί να ξεπεράσει τα όριά του, να δει αν μπορεί το γράψιμό του να φτάσει πέρα από το άπειρο.
Η Κλέφτρα των Φρούτων είναι ένα περιπλανώμενο κορίτσι μέσα στον 21ο αιώνα. «Έχει μία αποστολή». Το μόνο που επιζητά, όπως η ίδια αναφέρει είναι να κυριαρχήσει το οικείο και το κρυφό. Συνειδητοποιημένη αποδίδει τις περιπλανήσεις της ως «ένα θρήνο», «ένα κλάμα που δεν ήξερε τίποτα».
Κι όμως εδώ υπάρχει κάτι πιο βαθύ. Η περιπλάνησή της δεν είναι μια περιπλάνηση μιας τυχαίας γυναίκας, είναι η προσωποποίηση του όρου «Γυναίκα». Ποια είναι η θέση της μέσα στον κόσμο; Που ανήκει; Η πατρίδα της γυναίκας είναι όλος ο κόσμος.
Τη βλέπουμε να πέφτει και να ξανασηκώνεται. Νιώθει τη ζωή της ως μια ευκαιρία. Τίποτα δεν της χαρίστηκε. Ένα αίσθημα ενοχής την καταβάλει. Προσπαθεί όμως να αντισταθεί. Νιώθει ενοχή διότι δεν έχει βρει ακόμη τη θέση της στην κοινωνία.
Προσπαθεί να ξεφύγει από το χλομό τίποτα και είναι γεμάτη διλλήματα. Ζει με όλες της τις αισθήσεις, χωρίς να ξέρει όμως πότε πρέπει να συμφιλιωθεί και πότε να πολεμήσει. Την ακούμε να λέει: «Όχι άλλο λουτρό αίματος» ενώ τα βάζει με το κράτος, το οποίο φέγγει ως εξόριστο και αναρωτιέται «μήπως ζούμε σε μια εποχή ιδιαίτερη;» και «γιατί τα παιδιά να ταυτίζονται με τους γονείς;» Ενώ ο αδερφός της εύχεται τον 22ο αιώνα να μην υπάρξει άλλη προδοσία, κυρίως από τους γονείς προς τα παιδιά τα οποία δεν τα εμπιστεύονται.
Η δράση της αρχίζει όταν βρίσει έναν προσωρινό συνοδοιπόρο. Ένα σημείο που ανακαλύπτουμε και τη διορατικότητά της. Βλέπουμε ανθρώπους να την εμπιστεύονται και να είναι στη διάθεσή τους, όμως κανείς δεν τη ρωτά τι θέλει, από που έρχεται και που πηγαίνει.
Κι αν το μυθιστόρημα είναι ένας ύμνος των απάτριδων, ανθρώπων που τους απαγορεύετε η είσοδος στον κόσμο, η ίδια κλείνει τα μάτια της και φαντάζεται να σβήνουν όλα τα σύνορα της Ευρώπης και δε θέλει καμία υπηκοότητα, σχέση με κανένα κράτος. Γιατί; Γιατί εδώ υπάρχει κάτι ανώτερο, υπάρχει η «Γυναίκα» ως έννοια και ως υπόσταση.
Τι ήθελε λοιπόν η Γυναίκα; Ήθελε απλά να ζήσει μέσα στον αγαπημένο της κόσμο. Να του χορέψει, να του τραγουδήσει, να του αφηγηθεί, να του μαγειρέψει…
Προσπαθεί να βγει από τον λαβύρινθο στον οποίο την έχει ρίξει η κοινωνία. Ένιωσε σαν ζώο κυνηγημένο. Έβλεπε γύρω τις σωσίες της κι ένιωθε σαν να τις είχε τάξει κάτι και δεν είχε κρατήσει το λόγο της.
Την βλέπουμε να δίνει έναν πόλεμο με τον εαυτό της και να βγαίνει ζωντανή. Οι πόλεμοι την έκαναν ν’ ανθίσει. Ευλογημένος της λέει ο καλλιτέχνης θα είναι, όποιος σε αναγνωρίσει τώρα και στο μέλλον.
Επομένως η Κλέφτρα των Φρούτων δεν «κλέβει» φρούτα, αλλά δικαιώματα. Δικαιώματα που ανήκουν σε αυτήν και σε κάθε ΓΥΝΑΙΚΑ σε όλον τον πλανήτη της γης, ανεξαιρέτως ηλικίας και χρώματος.
Στο τέλος τη βλέπουμε να αγκαλιάζει τον εαυτό της! Είναι γιατί μπορεί! Ένα μήνυμα αισιοδοξίας προς κάθε γυναίκα που φοβάται, η οποία αν πιστέψει στον εαυτό της θα βρει τη θέση της μέσα στον κόσμο γιατί απλά μπορεί.
Και η αποστολή/περιπλάνηση της Κλέφτρας των Φρούτων, τότε θα έχει ολοκληρωθεί με επιτυχία!
Μαρία Νταλλή