Ο συγγραφέας και χειρουργός Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, στο βιβλίο του Η Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι και ο κόσμος της (Οδός Πανός 2021), αναλύει το έργο της μιγάδας ομοφυλόφιλης ποιήτριας Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι (Angelina Weld Grimké, 1880-1958). Ανατρέχει στην πολιτισμική κληρονομιά των μαύρων Αμερικανίδων λεσβιών ποιητριών και συνδέει το έργο τους με τις σπουδές φύλου μετά τη δεκαετία του 1960, όταν άρχισαν να διαφαίνονται τα αιτήματα των πρώτων φεμινιστικών κινημάτων, της λεσβιακής και κουίρ (queer) θεωρίας (αργότερα). Το βιβλίο προσφέρει μια ευρεία γνωριμία με την μαύρη ομοφυλόφιλη ποίηση και τη λεγόμενη «Αναγέννηση του Χάρλεμ».
Η Βιρτζίνια Γουλφ στο βιβλίο της Ένα δικό σου δωμάτιο (1929) είχε παρουσιάσει με ζωντανό τρόπο την άνιση μεταχείριση των γυναικών που ζητούσαν εναλλακτικές προοπτικές από τον γάμο και τη μητρότητα. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τα φεμινιστικά κινήματα μίλησαν για προκαθορισμό και κοινωνικοποίηση, για μοντέλα ρόλων που υποδείκνυαν στις γυναίκες και στους άνδρες τι αποτελούσε μια αποδεκτή εκδοχή του θηλυκού, για μηχανισμούς πατριαρχίας που αναπαρήγαγαν τους στόχους και τις φιλοδοξίες των γυναικών, όπως και τη συνέχιση της ανισότητας.
Δίνοντας έμφαση στον κοινωνικό προκαθορισμό και την επιρροή που ασκούν οι αναπαραστάσεις της θηλυκότητας στον πολιτισμό και τη λογοτεχνία, οι φεμινίστριες συγγραφείς επικεντρώθηκαν στη γυναικεία γραφή, αμφισβητώντας τις εικόνες των γυναικών στη λογοτεχνία ως Άλλου. Υποστήριξαν ότι η θηλυκότητα είναι μια κατασκευή. Η Αμερικανίδα κριτικός λογοτεχνίας και συγγραφέας Ηλέιν Σοουώλτερ (Elaine Showalter, γεννήθηκε το 1941) αναφέρθηκε για πρώτη φορά στον όρο γυνοκείμενα (gynotexts), βιβλία γραμμένα από γυναίκες που καταδεικνύουν την ψυχοδυναμική της γυναικείας δημιουργικότητας, ενώ οι Γαλλίδες Ελέν Σιξού (Helene Cixous, γεννήθηκε το 1937 στην Αλγερία) και Τζούλια Κρίστεβα (Julia Kristeva, γεννήθηκε το 1941 στη Βουλγαρία), μελέτησαν τη γλώσσα, την αναπαράσταση και την ψυχολογία των γυναικείων κειμένων.
Οι λεσβιακές σπουδές προέκυψαν τη δεκαετία του 1980 ως παράρτημα αρχικά της φεμινιστικής κριτικής. Αργότερα απέκτησαν την ανεξαρτησία του επιστημονικού κλάδου. Οι αφροαμερικανίδες Ακαδημαϊκοί συγγραφείς πίστευαν πως «ο φεμινισμός δυσκολευόταν να εντάξει στους κόλπους του τη διαφορά (φυλετική, πολιτισμική, σεξουαλική) και έτεινε να εκκαθολικεύσει την εμπειρία των λευκών μεσοαστών ετεροφυλόφιλων γυναικών των πόλεων».[i] Υποστήριζαν πως «ο ακαδημαϊκός φεμινισμός είχε αναπαραγάγει ο ίδιος τις δομές της πατριαρχικής ανισότητας, αποκλείοντας τις φωνές των μαύρων γυναικών. Το διαρκές φίλτρο της ετεροφυλοφιλίας εμπόδιζε οποιαδήποτε πραγμάτευση λεσβιακών ζητημάτων στα πρωτοπόρα φεμινιστικά κινήματα. Ο κλασικός φεμινισμός, [κατά την άποψή τους], είχε περιθωριοποιήσει ή αγνοήσει τον λεσβιασμό, ο οποίος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πλήρης μορφή του φεμινισμού και οι σχέσεις μεταξύ γυναικών ως μια μορφή αντίστασης, μια ριζοσπαστικότερη επανοργάνωση των υφιστάμενων μορφών κοινωνικών σχέσεων».[ii]
Η σύγκρουση ανάμεσα στις ετεροφυλόφιλες φεμινίστριες και τις λεσβίες αποκλιμακώθηκε με το δοκίμιο της Έντριαν Ριτς (Adrienne Cecile Rich 1929-2012) «Υποχρεωτική ετεροφυλοφιλία και λεσβιακή ύπαρξη». Η Ριτς εισήγαγε τον όρο λεσβιακό συνεχές και επικεντρώθηκε στο φάσμα εμπειρίας της γυναικείας ταύτισης, ένα δίκτυο δηλαδή άτυπης βοήθειας ανάμεσα στις γυναίκες (στην εργασία, στην οικογένεια, κλπ.), το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε σεξουαλικές σχέσεις.
Η λεσβιακή θεωρία κατά τη δεκαετία του 1980 αποχωρίστηκε από τον φεμινισμό και δημιούργησε συμμαχίες περισσότερο με τους γκέι άνδρες. Την επόμενη δεκαετία (1990) αναδύθηκε η κουίρ (queer) θεωρία που ταυτίζει τα συμφέροντά της με τους γκέι άνδρες. Η λεσβιακή και κουίρ θεωρία πρεσβεύουν την αντίσταση στην ομοφοβία και τον ετεροσεξουαλισμό, όπως και στις ιδεολογικές και θεσμικές πρακτικές των ετεροφυλοφιλικών προνομίων.
Ο Γεώργιος Ν. Σχορετσανίτης στο βιβλίο του Η Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι και ο κόσμος της αναφέρει τις απόψεις αυτές μέσω της πορείας των μαύρων λεσβιών ποιητριών στην Αμερική. Περιγράφει τον εχθρικό κόσμο μέσα στον οποίο έζησαν (λευκό και ετεροφυλοφιλικό) και πως -παρόλα αυτά- πέτυχαν να δημιουργήσουν κοινότητες μέσα τις οποίες βρήκαν ψυχολογικό στήριγμα και ταυτότητα.
Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο ενότητες. Η πρώτη ανατρέχει στην αμερικανική λεσβιακή ποίηση από το τέλος του 19ου αιώνα και στις πρώτες γυναικείες προσωπικότητες που τόλμησαν να εκφράσουν με στίχους ερωτικά συναισθήματα για το φύλο τους. Ιδιαιτέρως αναφέρει τις λευκές ποιήτριες Σάρα Ορν Τζούετ (Sarah Orne Jewett, 1849-1909) και Άνι Άνταμ Φίλντς (Annie Adams Fields, 1834-1915), οι οποίες συνέζησαν μέσα σε έναν «γάμο της Βοστώνης» («Boston marriage»), ένα σύμφωνο συμβίωσης που στα τέλη του 19ου αιώνα έκανε αποδεκτές τις σφοδρές και εκδηλωτικές «φιλίες» των γυναικών, παρότι η ομοφυλοφιλία θεωρούνταν ταμπού και καταδικαζόταν.
Ο συγγραφέας εξηγεί ότι η κοινωνικά αποδεκτή αυτή συμβίωση μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου («γάμος της Βοστώνης») είχε ως αφετηρία την αντίληψη πως οι γυναίκες δεν είχαν τις φυσικές επιθυμίες των ανδρών και πως, λόγω της απομόνωσής τους από τον έξω κόσμο, αναγκαστικά προσέγγιζαν περισσότερο η μία την άλλη. Οι φιλικές σχέσεις συχνά μετατρέπονταν σε σεξουαλικές και αυτό συνέβαινε ιδιαίτερα στα Κολλέγια θηλέων. Στο ανεκτικό αυτό περιβάλλον «μια ομάδα γυναικών της Νέας Αγγλίας παντρευόταν η μία την άλλη».
Η λογοτεχνία δεν έμεινε αμέτοχη στο ζήτημα, γράφει ο Γ. Σχορετσανίτης. Ο Αμερικανός συγγραφέας Χένρυ Τζέημς στο μυθιστόρημά του «Οι Βοστονέζες» («The Bostonians» 1886) παρουσιάζει μια τέτοια ερωτική σχέση ανάμεσα σε δύο γυναίκες την οποία συνδέει με τη γυναικεία χειραφέτηση. Λόγω της δημοφιλίας του το έργο συνέβαλε αισθητά στην ευρύτερη χρήση του όρου «γάμος της Βοστώνης».
Τα στοιχεία για τις πρώτες μαύρες λεσβίες ποιήτριες που τόλμησαν να εκφραστούν ερωτικά, όπως και καθετί στη συνέχεια εκθέτει ο συγγραφέας, είναι τεκμηριωμένα με βάση τη διεθνή βιβλιογραφία. Με τον τρόπο αυτό συνθέτει έναν πανοραμικό πίνακα των ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών μέσα στις οποίες διαμορφώθηκε η μαύρη φεμινιστική σκέψη, παρά τον «εγωκεντρικό αρρενωπό έλεγχο που ασκούσαν τα πολιτιστικά και κοινωνικά ιδρύματα στις ΗΠΑ, τα οποία μέσω κινηματογραφικών ταινιών, διαφημίσεων, περιοδικών και βιβλίων επιβεβαίωναν συνεχώς την λευκή ετεροφυλόφιλη ανδρική υπεροχή».
Ο συγγραφέας αναλύει τα κινήματα και τις ποιητικές ανθολογίες, το έργο και τον βίο μαύρων ή μιγάδων ομοφυλόφιλων γυναικών συγγραφέων, τους εκδοτικούς οίκους, τη συνεισφορά τους στο κίνημα των Πολιτικών Δικαιωμάτων. Εντάσσει στο ιστορικό πλαίσιο το έργο της Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι και ιχνηλατεί τη μαύρη λεσβιακή ζωή στη Νέα Υόρκη, περιγράφοντας τους τύπους των λεσβιών, τις butch (αρσενικές) και femme ταυτότητες (θηλυκές), τις συμπεριφορές, τα στυλ, τα κέντρα συνάντησης, αλλά και τον ρατσισμό, την ομοφοβία, τον σεξισμό μέσα στον οποίο έζησαν.
Αναφέρει την τριπλή καταπίεση των μαύρων λεσβιών ποιητριών: της γυναίκας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, της λεσβίας σε μια ετεροφυλόφιλη κοινωνία, της μαύρης σε κοινωνία λευκών. Πληροφορεί ότι πολλές από αυτές μετανάστευαν, προκειμένου να ζήσουν σε πιο ανεκτικά περιβάλλοντα, γεγονός που προσέθετε τετραπλό αρνητικό πρόσημο στην ταυτότητά τους: έγχρωμη, λεσβία, μαύρη, μετανάστρια.
Οι πληροφορίες για τη μαύρη λεσβιακή κοινότητα του Ηνωμένου Βασίλειου, του Καναδά και της Καραϊβικής, για τον ρόλο της αποικιοκρατίας και της σκλαβιάς στη διαμόρφωση της αφροαμερικανικής κουλτούρας, διευρύνουν την αντίστοιχη γνώση. Ο Σχορετσανίτης χαρακτηρίζει τη δράση των λεσβιών γυναικών «φεμινισμό του Τρίτου Κόσμου» και δηλώνει πως οι μαύρες λεσβίες αντιμετωπίστηκαν εχθρικά και από τον μαύρο πληθυσμό, γιατί θεωρήθηκε πως διαταράσσουν την ετεροφυλόφιλη κανονιστική μαύρη τάξη πραγμάτων και απειλούν τη μαύρη πατριαρχία.
Στη δεύτερη ενότητα φωτίζει τη ζωή και το έργο της ποιήτριας και εκπαιδευτικού Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι μέσω της οποίας απεικονίζει τα προβλήματα των αφροαμερικανών στις ΗΠΑ στις αρχές του εικοστού αιώνα. Η Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι γεννήθηκε από μητέρα λευκή, φιλόλογο στο επάγγελμα, και από πατέρα μαύρο, δικηγόρο, διπλωμάτη και λόγιο. Οι κοινωνικές πιέσεις διέλυσαν τον γάμο των γονέων και η κόρη μεγάλωσε με τη φροντίδα του πατέρα.
Ο Σχορετσανίτης αναλύει τον ρόλο που διαδραμάτισε στη ζωή της ποιήτριας η απουσία της μητέρας, ο πατέρας (ο οποίος προερχόταν από μεγάλη οικογένεια σκλάβων), η φεμινίστρια θεία της, Αντζελίνα Έμιλυ Γκρίμκι Γουέντ (Angelina Emily Grimke Weld, 1805-1879). Διατρέχει το έργο της (μυθιστορηματικό, θεατρικό, δοκιμιακό) και καταγράφει την πορεία του, τις επιρροές που δέχθηκε, την ευαισθησία της ποιητικής φωνής, το βάθος του περιεχομένου.
Η Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι άφησε πίσω της μια ποίηση αλληγορική, λυρική, κρυπτική και θλιμμένη. Ανήκει στις σπουδαιότερες εκπροσώπους της «Αναγέννησης του Χάρλεμ» την εποχή του Μεσοπολέμου. Λόγω ενός σιδηροδρομικού ατυχήματος το οποίο της προκάλεσε σοβαρές κακώσεις στη σπονδυλική στήλη, από το 1911 απείχε από κάθε κοινωνική εκδήλωση. Το έργο της όμως «Rachel» ανέβηκε με μεγάλη επιτυχία στη σκηνή το 1916, μία πενταετία αργότερα και η Γκρίμκι έγινε η πρώτη μαύρη γυναίκα που είδε το θεατρικό της να παίζεται σε δημόσια παράσταση. Ως θέμα του είχε τη θλίψη των αφροαμερικανίδων γυναικών οι οποίες, ακόμη κι όταν δεν υποχρεώνονταν από τους λευκούς σε στειρώσεις, επέλεγαν από μόνες τους να μην αποκτήσουν παιδιά λόγω του ρατσισμού που επικρατούσε στη χώρα τους.
Το λιντσάρισμα, πληροφορεί ο συγγραφέας, είναι θέμα που επανέρχεται στην ποίηση της Γκρίμκι και υποδηλώνει αλληγορικά τον μαύρο, καθώς και τον τρόμο για το μαύρο αγέννητο παιδί το οποίο, υποχρεωμένο να επιβιώσει σε εχθρικό περιβάλλον, γίνεται θύμα του λευκού πληθυσμού.
Ο Γιώργος Ν. Σχορετσανίτης, στο βιβλίο του Η Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι και ο κόσμος της, δουλεύοντας διαρκώς με τα δίπολα (λευκός-μαύρος, ετεροφυλόφιλος-ομοφυλόφιλος[iii], άνδρας-γυναίκα, τα ζευγάρια των αντιθέτων βάσει των οποίων οι δομιστές πίστευαν πως οι λέξεις αποκτούν σημασία), προσφέρει ένα πλήθος πληροφοριών για την αμερικανική ομοφυλόφιλη ποίηση και για την «Αναγέννηση του Χάρλεμ», όπως και μεταφράσεις (για πρώτη φορά στη γλώσσα μας) ποιημάτων της Γκρίμκι, πρωτότυπα ποιήματά της, αποσπάσματα έργων μαύρων γυναικών συγγραφέων. Το πλούσιο φωτογραφικό υλικό εποχής, η ευρύτητα και ποικιλία των γνώσεων, η αλληλουχία στη δομή του λόγου, καθιστούν το βιβλίο ιδιαίτερα ενδιαφέρον και ευανάγνωστο.
Παραθέτουμε το ποίημα της Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι «Tenebris» σε μετάφραση του Γιώργου Ν. Σχορετσανίτη, όπως και το πρωτότυπο (σελ. 130), στο οποίο «αντανακλάται η [μαύρη] ταυτότητα της ποιήτριας έναντι του λευκού ελέγχου»:[iv]
Υπάρχει ένα δέντρο, την ημέρα,
Που το βράδυ, έχει μια σκιά,
Ένα χέρι τεράστιο και μαύρο,
Με δάχτυλα μακρυά[v] και μαύρα.
Όλα μέσα απ’ το σκοτάδι,
Απέναντι στο σπίτι του λευκού,
Στο ανάλαφρο αεράκι,
Το μαύρο χέρι ακουμπάει κι ανασηκώνεται
Στα τούβλα.
Τα τούβλα έχουν το χρώμα του αίματος
Και πολύ μικρά.
Είναι ένα μαύρο χέρι,
Ή μήπως είναι μια σκιά;
There is a tree, by day,
That, at night, Has a shadow,
A hand huge and black,
With fingers long and black.
All through the dark,
Against the white man’ s house,
In the little wind,
The black hand plucks and plucks
All the bricks.
The bricks are the color go blood
and very small.
Is it a black hand,
Or is it a shadow?
Λίλια Τσούβα
Βιβλιογραφία:
Peter, Barry. Γνωριμία με τη θεωρία. Μετάφραση: Αναστασία Νάτσινα. Βιβλιόραμα, 2013, σελ. 149-173.
[i] Barry. 2013, 170-171
[ii] Ό. π.
[iii] Ο όρος ομοφυλόφιλος πρωτοχρησιμοποιήθηκε στη Γερμανία το 1869 και προηγείται του όρου ετεροφυλόφιλος. (Barry. 2013, 175)
[iv] Σελ. 130
[v] Διατηρήθηκε η ορθογραφία του βιβλίου, σελίδα 129