“Γοβάκια από πάγο” της Λίλιας Τσούβα
Βικτωρία Καπλάνη

Η Λίλια Τσούβα έχει τα τελευταία χρόνια μια δυναμική παρουσία στο χώρο της κριτικής και της λογοτεχνίας. Με θαυμαστή συνέπεια και εργατικότητα παρακολουθεί και σχολιάζει τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, προτείνοντάς μας με τα κείμενά της ενδιαφέροντα βιβλία της σύγχρονης βιβλιοπαραγωγής.  Κριτικό έργο που βαδίζει παράλληλα με το προσωπικό της συγγραφικό έργο. Η πρώτη συλλογή διηγημάτων της Το τραγούδι των Ινουίτ, 2021 από τις εκδόσεις Βακχικόν, δεν πέρασε διόλου απαρατήρητη. Δεκαέξι διηγήματα-ταξίδια με έκδηλα τα στοιχεία του μύθου και του παραμυθιού μας μεταφέρουν σε διάφορα μέρη της γης, όπου αναδεικνύονται θεμελιώδη υπαρξιακά αλλά και πολιτικά ζητήματα, όπως η επιβίωση σε έναν πλανήτη που απειλείται, η σχέση μας με αυτό καθαυτό το φαινόμενο της ζωής, η αγάπη και ο θάνατος. Μέσα στη διαφορετικότητα συναντάμε την παγκοσμιότητα.

Η παγκοσμιότητα και το ταξίδι θα μας απασχολήσουν και στο νέο της βιβλίο, μόνο που εδώ θα φύγουμε από το χώρο του παραμυθιού και του μύθου. Εδώ θα προσγειωθούμε και θα βαδίσουμε στο ολισθηρό έδαφος της πραγματικότητας.  Γοβάκια από πάγο. Η Σακατζαγουία και άλλες γυναίκες είναι ο τίτλος της δεύτερης συλλογής διηγημάτων της Λίλιας  Τσούβα που κυκλοφόρησε στα τέλη του 2023 από τις εκδόσεις Κουκκίδα. Τα γοβάκια αυτόματα οδηγούν τους συνειρμούς μας στο παραμύθι της Σταχτοπούτας, μιας ηρωίδας που το φάντασμά της έχει στοιχειώσει σε κάθε γυναικεία συνείδηση, στο δυτικό κόσμο. Όμως το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα γοβάκια μας απομακρύνει τάχιστα από γνώριμες ρομαντικές ιστορίες. Μας προϊδεάζει για πόνο, για δυσκολία στην κίνηση, για ραγίσματα, για εύθραυστες καταστάσεις και ανατροπές, για παγωμένα συναισθήματα, για ίχνη που σβήνουν. Στο προλογικό σημείωμα η συγγραφέας μας εξηγεί ξεκάθαρα τις συγγραφικές προθέσεις της.

Έντεκα ιστορίες θα μας αφηγηθεί με πρωταγωνίστριες γυναίκες, ιστορικά πρόσωπα, που έζησαν σε διάφορες χώρες και σε διαφορετικές εποχές, ξεκινώντας από από τον 7ο π.Χ αιώνα, με την ποιήτρια Σαπφώ, η οποία δίδασκε στις γυναίκες μουσική, ποίηση και αυτογνωσία και φτάνοντας μέχρι και τον 19ο αιώνα με την Σότζερνερ Τρουθ, που βίωσε όλη τη βαναυσότητα της σκλαβιάς και έθεσε τον εαυτό της στην υπηρεσία του κινήματος κατά της δουλείας. Γυναίκες που η καθεμιά, με το δικό της τρόπο, έδωσε μια μεγάλη άνιση μάχη να πείσει την κοινωνία στην οποία γεννήθηκε και έδρασε ότι τα άτομα γένους θηλυκού ανήκουν και αυτά στο ανθρώπινο είδος. Διαθέτουν εγκέφαλο, ικανότητα να σκέφτονται και να κρίνουν. Είναι όντα προικισμένα με δημιουργικότητα, ταλέντα, οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες, θάρρος και δύναμη σωματική και ψυχική. Οι ηρωίδες της Τσούβα είναι γυναίκες που βγήκαν από το στενό περιβάλλον της εστίας και έδρασαν στον ευρύτερο χώρο της πόλης. Άφησαν τον αυστηρά ιδιωτικό χώρο και έκαναν αισθητή την παρουσία τους στο δημόσιο χώρο, προκαλώντας αναταράξεις και ανατροπές, πληρώνοντας το ακριβό τίμημα της ανταρσίας τους με έντονη αμφισβήτηση, επίκριση, κακοποίηση, μέχρι και θάνατο. Ο λόγος που υπέστησαν όλα αυτά ήταν ένας και μοναδικός: το φύλο τους. Υπερέβησαν τους επιβεβλημένους κοινωνικούς ρόλους και έδρασαν σε τομείς που θεωρούνταν αδιαπραγμάτευτα ανδρικοί, όπως είναι η πολιτική, ο πόλεμος, η άσκηση εξουσίας, η επιστήμη, η ανώτατη εκπαίδευση και η καλλιτεχνική δημιουργία.

Η καταλυτική αφορμή για τη γραφή αυτών των ιστοριών είναι η βεβαρημένη επικαιρότητα της εποχής μετά την πανδημία, κατά την οποία ο όρος γυναικοκτονία μπήκε στο λεξιλόγιό μας. Η κακοποίηση, η βία κατά των γυναικών, η σεξουαλική παρενόχληση πήραν επιδημικές διαστάσεις, ο ασκός του Αιόλου άνοιξε και οι πληροφορίες μας ανέτρεψαν κάθε ψευδαίσθηση ότι οι γυναίκες των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών έχουν κατακτήσει πλήρως την αυτοδιάθεση και τη χειραφέτησή τους. Η συγγραφέας αισθάνεται την ηθική υποχρέωση να κάνει, μέσω της τέχνης του λόγου, μια παρέμβαση. Να μιλήσει για όλα αυτά που συμβαίνουν, καταφεύγοντας σε ιστορικά παραδείγματα, επικαλούμενη γυναίκες που, συνειδητά ή ασυνείδητα, χωρίς να υπολογίζουν το κόστος, έπαιξαν έστω ένα μικρό ρόλο, ώστε ν’ αμφισβητηθεί έμπρακτα το πατριαρχικό οπλοστάσιο των επιχειρημάτων κατά της ισότιμης αποδοχής των γυναικών στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Γι’ αυτό το λόγο, η Τσούβα μελετά τον βίο προσωπικοτήτων με ανοιχτό πνεύμα, οξυμμένη ευαισθησία, πίστη και εσωτερικευμένο κώδικα ανθρωπιστικών αξιών και επιλέγει τα παραδείγματα των ηρωίδων της από ευρύ χρονικό και τοπικό φάσμα, εστιάζοντας στην αναπαράσταση του εκάστοτε ιστορικού πλαισίου και αναδεικνύοντας τις κοινές πεποιθήσεις και τις σταθερές και αμετακίνητες συμπεριφορές που αρνούνται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης στις γυναίκες. Στη συνέχεια, μεταπλάθει τις βιογραφίες αυτών των γυναικών σε μυθιστορηματικές βιογραφίες, με σεβασμό στην καταγεγραμμένη προσωπικότητα, χωρίς να αλλοιώνει τα ιστορικά γεγονότα. Επικεντρώνει την αφήγηση της στα κομβικά σημεία του βίου τους, εκείνα τα σημεία που αναδεικνύουν την ανατρεπτική παρέμβαση της κάθε ηρωίδας στα  δρώμενα της εποχής της. Μας εισάγει στο εκάστοτε χωροχρονικό περιβάλλον με καίριες και λιτές περιγραφές, αναλύει σκέψεις και συμπεριφορές με σοφή οικονομία και ελεγχόμενα ποιητική γλώσσα και στήνει κινηματογραφικά, όπου απαιτείται, τα κεντρικά γεγονότα του βίου των πρωταγωνιστριών της. Η συγγραφέας παραθέτει αναλυτικά τις πηγές της, προσθέτει μάλιστα και φωτογραφίες έργων τέχνης στα οποία απεικονίζονται οι συγκεκριμένες γυναικείες μορφές.

Πέρα από το λογοτεχνικό ενδιαφέρον, το βιβλίο μας παρακινεί για περεταίρω έρευνα του βίου αυτών των γυναικών και για τις περιπέτειες που πέρασε η πρόσληψη του έργου της καθεμιάς μέσα στον χρόνο, καθώς μεσολάβησε θεαματική ανάπτυξη των κοινωνικών επιστημών, άνθισε το φεμινιστικό κίνημα και δόθηκε έμφαση στις σπουδές φύλου.

Από τις έντεκα πρωταγωνίστριες των ιστοριών η Λίλια Τσούβα στον υπότιτλο επέλεξε την Σακατζαγουία, το όνομα της ηρωίδας από μια φυλή ιθαγενών της Β. Αμερικής που ζει 18ο -19ο αιώνα. Μια πρώτη σκέψη είναι ότι το επέλεξε, γιατί το όνομα είναι άγνωστο, παράξενο και ως εκ τούτου τραβά την προσοχή. Μια άλλη σκέψη με πήγε ένα βήμα πιο πέρα. Η Σακατζαγουία ήταν μια γυναίκα που αφενός γνώρισε όλες τις μορφές κακοποίησης που μπορεί να υποστεί μια γυναίκα: αιχμαλωσία, σκλαβιά, καταναγκαστικό γάμο, σκληρές συνθήκες επιβίωσης, υποτίμηση, απουσία μόρφωσης. Από την άλλη ήταν ένα πλάσμα με εσωτερική δύναμη, θάρρος και σύνδεση με τη φύση. Μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε άντρες, με αυτοθυσία βοήθησε τους εξερευνητές στη χαρτογράφηση της περιοχής από τη Βόρεια Ντακότα ως τον Ειρηνικό ωκεανό. Διευκόλυνε όχι μόνο ως διερμηνέας αλλά και με τη φιλική και ειρηνική παρουσία της τη συνεργασία των εξερευνητών με τους ντόπιους ιθαγενείς, επέδειξε φοβερές ικανότητες στη φαρμακευτική και τη διπλωματία και δεν έλαβε ποτέ την παραμικρή αναγνώριση για το έργο της. Αυτή η γυναίκα, της οποίας το όνομα στη γενέθλια φυλή των Σοσόνι σημαίνει «εκείνη που ξεκινά να ταξιδεύει με βάρκα», άρα το ταξίδι είναι γι’ αυτήν κάτι σαν μοίρα και στη γλώσσα των ιθαγενών Χιτάτσι σημαίνει «γυναίκα-πουλί», μια άλλη συμπληρωματική εντολή της μοίρας να ταξιδεύει και να μεταφέρει μηνύματα, έχω την εντύπωση ότι έρχεται να συνδέσει Το τραγούδι των Ινουίτ, το πρώτο βιβλίο της Τσούβα με αυτό το δεύτερο βιβλίο. Οι ηρωίδες και των δύο βιβλίων φαίνεται πως γνωρίζονται καλά. Έχουν μπει η μια στα γοβάκια της άλλης και ενώνουν τις φωνές τους, υπενθυμίζοντάς μας την ανάγκη του σεβασμού της θηλυκής αρχής.

 

Βικτωρία Καπλάνη

Περισσοτερα αρθρα