Ο Λεονάρδο Παδούρα θεωρείται από τους κορυφαίους συγγραφείς της Κούβας και της Λατινικής Αμερικής γενικότερα. Εγινε ιδιαίτερα γνωστός με την τετραλογία του «Οι τέσσερις εποχές» στην οποία πρωταγωνιστεί ο αστυνομικός Μάριο Κόντε. Με τον ίδιο κεντρικό ήρωα έχει δημιουργήσει μια ολόκληρη σειρά βιβλίων που αριθμεί δέκα τίτλους. Ο Μάριο Κόντε πρωταγωνιστεί και στο βιβλίο του Έντιμοι άνθρωποι (στα ελληνικά κυκλοφόρησε το 2023 από τις εκδόσεις Καστανιώτη) μόνο που τώρα πλέον είναι πρώην αστυνομικός.
Πρόκειται λοιπόν και εδώ για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα και μάλιστα, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας σημειώνει, είναι η πιο αστυνομική από τις ιστορίες που έχει γράψει, καθώς σε πρώτο πλάνο περιέχει πολλά ανεξιχνίαστα εγκλήματα, δολοφόνους και μια υπόθεση καταιγιστική.
Η ιστορία ξεκινά στην στην Αβάνα το 2016, βρίσκοντας την Κούβα σε μια νέα καμπή της ιστορικής της πορείας. Αναμένεται η επίκεψη του Ομπάμα, πρόκειται να έρθουν οι Ρόλινγκ Στόουνς για μια συναυλία, ενώ πρόκειται να γίνει και μια επίδειξη μόδας του οίκου Σανέλ. Είναι η εποχή που η Κούβα αλλάζει σελίδα και κάνει άνοιγμα προς τα έξω, την ίδια στιγμή που εξομαλύνεται η σχέση της με την Αμερική. Σημειώνονται λοιπόν γεγονότα και εξελίξεις που λίγο καιρό πριν κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ούτε στα πιο ευφάνταστα όνειρά του.
Μέσα στη δίνη των αλλαγών, η δολοφονία ενός πρώην κυβερνητικού στελέχους ταράζει το κλίμα της ευφορίας. Όταν ανακαλύπτεται ακρωτηριασμένο το πτώμα του κάποτε ισχυρού και χειριστικού άντρα Ρεϊνάλντο Κεβέδο, η υπόθεση εξιχνίασης του εγκλήματος ανατίθεται στον 67χρονο Μάριο Κόντε. Πολύ σύντομα, όμως, εντοπίζεται κι ένας δεύτερος νεκρός, ακρωτηριασμένος με τον ίδιο τρόπο, και τότε τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο. Άραγε πρόκειται για έναν κατά συρροή δολοφόνο ή μπορεί να συμβαίνει κάτι άλλο;
«Και κάτω απ’ όλα αυτά συσσώρευσε ερωτήματα: ποιοι ήταν, εκτός από τους γνωστούς -οικογενειακούς, οικονομικούς, κληρονομικούς-, οι συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στα δύο θύματα; το κίνητρο των δολοφονιών ερχόταν από το παρελθόν ή είχε δημιουργηθεί στο παρόν;»
Βάζοντας ο ίδιος ο συγγραφέας στον αναγνώστη το μικρόβιο της υποψίας πως μπορεί αυτό το συμβάν να συνδέεται με κάτι παλιό, καθώς τα κεφάλαια εναλλάσσονται, χτίζει σε παράλληλη αφήγηση και άλλη μια ιστορία που αναφέρεται στο παρελθόν, τότε που η Κούβα διεκδικούσε την ανεξαρτησία της από την Αμερική. Και πάλι στο προσκήνιο αυτή τη φορά βρίσκεται ένας ισχυρός άντρας, ο Αλμπέρτο Γιαρίνι. Είναι η χρονιά και η στιγμή που ο κομήτης Χάλεϊ πρόκειται να περάσει από τη Γη και ενδέχεται να ανατρέψει όλα τα δεδομένα της ζωής τους.
«Ο κομήτης του Χάλει πλησίαζε προς εμάς και η ανησυχία μεγάλωνε. Το τέλος του 1909 επίσης πλησίαζε, και η τρέλα μεγάλωνε. Τίποτα δεν έμοιαζε να έχει σημασία, τίποτα δεν έπαιρναν στα σοβαρά, κανένας δεν έκανε μακροπρόθεσμα σχέδια για τη ζωή του. Η πόλη βυθιζόταν στην τρέλα, στη διασκέδαση, στη διαστροφή. Το παραλήρημα συνέχιζε την ανοδική πορεία του. Κάθε νύχτα γίνονταν δεκάδες χοροί οργανωμένοι σε δημόσιους χώρους και σε ιδιωτικές κατοικίες. Οι νέες γυναίκες έβγαιναν μόνες και φορούσαν όλο και λιγότερα ρούχα. Ένα κατάστημα γυναικείων ενδυμάτων εγκαινίαζε τις βιτρίνες του με ζωντανά μοντέλα. Τα καπνιστήρια οπίου της Κινέζικης Συνοικίας έφτασαν να έχουν ουρές για να μπει κανείς στις αίθουσές τους και να βρει μια πίπα».
Και καθώς οι φήμες προαναγγέλλουν το τέλος του κόσμου, μέσα σε αυτό το χάος μια γυναίκα πόρνη, η Μάργκο, βρίσκεται δολοφονημένη και διαμελισμένη. Και έπειτα βρίσκεται και μια δεύτερη, δολοφονημένη με τον ίδιο τρόπο. Ένας εν ενεργεία αστυνομικός, ο επιθεωρητής Σαμπορίτ, προσπαθεί να εξιχνιάσει το μυστήριο.
Με αυτές τις δύο ιστορίες που εξελλίσσονται παράλληλα, καθώς τα κεφάλαια εναλλάσσονται, το μυθιστόρημα κινείται στο παρελθόν και στο παρόν και η αφήγηση εκτυλίσσεται γραμμικά. Και βέβαια όλα αυτά δεν θα είχαν καμία λειτουργικότητα, αν δεν υπήρχε τελικά η σύνδεση των δύο ιστοριών και η ενοποίησή τους. Με αυτήν την τεχνική, το μυθιστόρημα δημιουργεί από την αρχή μια ρωγμή στο χρόνο, φέρνοντας πάλι στο προσκήνιο ξεχασμένες στιγμές και ενοποιώντας τη ροή των γεγονότων.
Ένα είναι το σίγουρο: η μνήμη παραμένει ενεργή και μάλιστα λειτουργεί ακούραστα για να ενώσει τις δύο ιστορίες και να αποδώσει τη δική της δικαιοσύνη. Η μνήμη που λειτουργεί σε λογοτεχνικό αλλά και ιστορικό επίπεδο. Η μνήμη είναι που συνενώνει τις δύο αστυνομικές ιστορίες σε μία και οδηγεί στη λύση πολλών μυστηρίων. Μια μνήμη που εμπεριέχει ιστορίες με διαφθορά, μνησικακίες, τραύματα και απώλειες. Που περιέχει ανεξέλεγκτο μίσος, πυροδοτούμενο από προσβολές, ταπεινώσεις και καταχρήσεις εξουσίας, ένα μίσος που μοιάζει να παραμένει πάντα υπόκωφο μα ενεργό.
Και έπειτα υπάρχει και η μνήμη του ίδιου του συγγραφέα, που ζωντανεύει, καθώς ανατρέχει στην πορεία της χώρας του και βρίσκει την αφορμή να θυμηθεί και εκείνος όλα τα χρόνια που χρωμάτισαν το νησί του, κάνοντάς το να περάσει από εντελώς διαφορετικές φάσεις και περιόδους. Στό πέρασμα του χρόνου αλλάζει η πορεία της χώρας, τα γεγονότα, οι καταστάσεις, η πολιτική. Καλές και κακές στιγμές που τέλειωσαν και άλλες νέες που έρχονται χτίζουν την εικόνα της Κούβας από τότε, το 1909, μέχρι το τώρα. Ετσι, μαζί με τη μυθοπλασία ζωντανεύει και η πραγματική πορεία της Κούβας στο πέρασμα των χρόνων, από την αποαμερικανοποίηση μέχρι την εκ νέου προσέγγισή της της Αμερικής. Χωρίς να υπάρχει καμία διάθεση να αποποιηθεί κάποιο κομμάτι της ιστορίας της χώρας του, ο συγγραφέας ανατρέχει στα χρόνια που σηματοδότησαν τη γενιά του, ενθυμούμενος τις καλές στιγμές, αλλά δείχνοντας παράλληλα και την υπόκωφη διαφθορά που αμαύρωνε και αμαυρώνει τη χώρα του.
Μέσα από τον κύκλο της ιστορίας που συνενώνει τις δύο εποχές, φωτίζεται και η σύγχρονη Κούβα (της εποχής του συγγραφέα) που προσπαθεί να ανακαλύψει το νέο της πρόσωπό της σε μια κατάσταση ευεξίας και ειρήνης, μέσα από τις νέες εικόνες και τις νέες εμπειρίες. ‘Ετσι λοιπόν τα τραγούδια, που κάποτε υπήρξαν ιδεολογικώς βλαβερά, τώρα ακούγονται ξανά από εβδομηντάρηδες πλέον που νοσταλγούν τις ακτινοβόλες μέρες της νιότης τους. Κι ο κόσμος όλος γύρω τους, στο νησί τους, μοιάζει σαν να εκμαυλίζεται και πάλι από μια νέα γοητεία που ανακαλύπτει, αυτή τη φορά του καπιταλισμού, αφού όλοι έχουν πια τη δυνατότητα να βγουν από τη χώρα και να κυκλοφορήσουν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Πρόκειται εντέλει για ένα μυθιστόρημα που, μέσα από μια σφιχτοδεμένη αστυνομική πλοκή, φέρνει στο προσκήνιο όλες τις μεταβάσεις που πλέκουν συνταιριασμένα το παρελθόν και το παρόν σε έναν ενιαίο καμβά και συνθέτουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της Αβάνας, αλλά και της Κούβας γενικότερα. Κι αν η ιστορία στριφογυρίζει και κάνει άλματα προς τη μια ή την άλλη πλευρά, ένα είναι σίγουρο: «ότι η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ, όσο όμως προχωράει αφήνει πίσω της μαθήματα που πρέπει να διαβάζονται».
Ήλια Λούτα