Στην πρόσφατη ποιητική παραγωγή παρουσιάζονται τέσσερις συλλογές, ποιητικές συνθέσεις περισσότερο, οι οποίες οργανώνονται με βάση τον «διάλογο» ανάμεσα στα εκάστοτε ποιητικά υποκείμενα. Κι αν στην ουσία έχουμε παράλληλους μονολόγους, η ποιητική δράση γίνεται κατανοητή μέσα από αυτή την άτυπη συνομιλία. Πολύ εύστοχα η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη ονομάζει τη δομή αυτή «φωνή» και «αντιφώνηση». Αυτονόητη είναι η θεματική ενότητα στις συλλογές, με την εστίαση σε ένα κεντρικό θέμα-πρόσωπο. Από εκεί και πέρα, η εστίαση ανοίγει και σε άλλα πρόσωπα-περσόνες που σχετίζονται με εκείνο το κεντρικό της συλλογής. Και, ταυτόχρονα, το άπλωμα σε διάφορες εποχές, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας.
Πρόκειται για τις συλλογές: Με λένε Εύα, της Δέσποινας Καϊτατζή-Χουλιούμη (εκδ. Μανδραγόρας, 2023), Εμείς, η Αντιγόνη, της Μαρίας Λάτσαρη (εκδ. Νεφέλη, 2023), Ο καθρέφτης της Περσεφόνης, της Κορίνας Μαυράκη (εκδ. ΑΩ, 2023) και Γυναικών τε, του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη (εκδ. Εύμαρος, 2023)
Στην ποιητική σύνθεση τής Δέσποινας Καϊτατζή-Χουλιούμη, Με λένε Εύα, τα ποιήματα συνδιαλέγονται μεταξύ τους και συνδέονται σπονδυλωτά.
Το κέντρο βάρους είναι η γυναίκα: η Εύα, η Άνθρωπος. Με διάφορες περσόνες. Και παράλληλα ο άντρας, όχι σε αντιπαράθεση. Αλλά πάλι με διάφορες μορφές, σε μια πορεία μέσα στον χρόνο. Έτσι, παρουσιάζονται ποιητικά προκαταλήψεις, ταμπού, συγκρούσεις. Πλούσιες διακειμενικές αναφορές από τον Μύθο και τις Γραφές (Αδάμ ή ο Κανένας, Οδυσσέας, Κάιν, Αφροδίτη, Μήδεια, Περσεφόνη), καθώς και φιγούρες-προσωποποιήσεις ψυχαναλυτικών εκδοχών (ο/η Νάρκισσος, ανδροειδές, ανδρόγυνος)[1].
Στο κομβικό, ομότιτλο της συλλογής, ποίημα «Με λένε Εύα», η Εύα ως ποιητικό υποκείμενο λέει:
Με λένε Εύα και είμαι μισή – κομμάτι απ’ το πλευρό του άλλωστε –
[…] και να σκεφτείς όλοι τους έχουν εξέλθει από τη μήτρα μου
και ο πρωτόπλαστος και ο Άβελ και ο Κάιν και οι θεοί και τα δαιμόνια (σ. 15)
Και αμέσως μετά
με ονόμασαν Αδάμ μα εγώ με λέω κανένα/ ακόμα αναζητώ το δικό μου πρόσωπο
δείτε βουλιάζω – η Εύα στον κόσμο της – ναυάγιο και ναυαγός στην παλάμη της γοργόνας
(«Αδάμ ή ο Κανένας», σ. 16)
Ανάμεσα στις περσόνες του άντρα και της γυναίκας, εισχωρούν πέντε «Φωνές» και αντίστοιχες «Αντιφωνήσεις». Ποιήματα που κατά κάποιον τρόπο συνοψίζουν τα χαρακτηριστικά των άλλων ποιημάτων, συχνά σε τόνο λυρικό και ελεγειακό μαζί.
Στη «Φωνή ΙΙ», για παράδειγμα, η ποιητική αναφορά είναι στη συμπαντική γέννηση και από εκεί στη γέννηση του ανθρώπου. Ύστερα, στην «Αντιφώνηση ΙΙ» ερωτηματικά για τη φίμωση, την υποταγή, την κακοποίηση της γυναίκας:
[…] τις νύχτες γίνομαι Σαπφώ/ συνουσιάζομαι με τις λέξεις/ γεννώ νοήματα// μα γιατί με φιμώνουν/ και οι δούλοι τι δουλειά έχουν οι δούλοι// γυναικωνίτες δουλεία πολεμοχαρείς/ χαλούν την αισθητική μου/ μεταμφιέζομαι Λυσιστράτη/ κυκλοφορώ με φανό (σ. 29)
Οι φωνές-αντιφωνήσεις είναι οι αρμοί που στηρίζουν και διαρθρώνουν την ποιητική σύνθεση. Μια πορεία του Ανθρώπου μέσα στον χρόνο, με τη συνακόλουθη ανάδυση, μέσα από παρανοήσεις, ταμπού, πολεμικές, ομηρίες, θυσίες, της Ανθρώπου.
Να τονίσω πάλι ότι, πέρα από την ανάδειξη της Εύας-Ανθρώπου, η συλλογή δεν δίνει, αρκετές φορές τουλάχιστον, τον άντρα σε αντιπαράθεση, αλλά ως σκεπτόμενο ον που αναλογίζεται τις ευθύνες του.
αιώνες ματώνω για να ανδρώσω/ κι ακόμα μπουσουλάω στα τέσσερα/ ο Άνθρωπος που παλεύω να γίνω («Παραπαίω άλυτο οιδιπόδειο», σ. 26)
Η Αντιγόνη ταξιδεύει μέσα στον χρόνο, στη σύνθεση της Μαρίας Λάτσαρη, Εμείς η Αντιγόνη. Και μέσα σε άλλα πρόσωπα. Αλλάζει όνομα και πρόσωπο, αλλά σταθερή μένει η αντίσταση σε κάποια εξουσία. Η διαφορετική, προσωπική αντίληψη των πραγμάτων.
Όλη η ποιητική σύνθεση βασίζεται στη «συνομιλία» Αντιγόνης-Ισμήνης. Με την έννοια ότι ο λόγος της καθεμιάς αναδεικνύει τον χαρακτήρα και ερμηνεύει περιστάσεις και αποφάσεις. Θα μπορούσαν να είναι θεατρικοί μονόλογοι ή απλώς μονόλογοι ποιητικοί. Γιατί ουσιαστικά δεν υπάρχει τις πιο πολλές φορές διάλογος, κινούνται σαν παράλληλοι μονόλογοι.
Οι «μεταμορφώσεις» της Αντιγόνης: Η Αντιγόνη γίνεται Σαπφώ, Κλεοπάτρα, Ρόζα Παρκς, Ρόζα Λούξεμπουργκ, Έμιλυ Ντικινσον. Μια πολυπρισματική εικόνα η Αντιγόνη ή, αλλιώς, περσόνες που καταδεικνύουν το δικό τους αποτύπωμα ως γυναικών. Σε διαφορετικές εποχές, σε διαφορετικούς τόπους. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι αυτό το άνοιγμα στη σύγχρονη εποχή, μέσα από το προσωπείο-σύμβολο της Αντιγόνης. Μέχρι τις γυναίκες της προσφυγιάς, πολλές ξεβρασμένες στις ακτές. Οι γυναίκες στον αναγκεμένο τους έρωτα. Οι γυναίκες-Αντιγόνες να προασπίζουν ένα κομμάτι της ζωής τους, προσπαθώντας να ορίσουν τη μοίρα τους.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η προσωπικότητα της Ισμήνης. Κρατά κι εδώ την πιο άτολμη στάση, όπως στην τραγωδία. Αλλά στοχάζεται, ανταποκρίνεται στον εκάστοτε μονόλογο της αδερφής φορώντας κι αυτή το ανάλογο προσωπείο. Με αυτό τον τρόπο οι μονόλογοι αποκτούν κάποιες φορές τον χαρακτήρα της επικοινωνίας, από την πλευρά της Ισμήνης, καθώς απαντά στα λόγια του άλλου μονολόγου. Έτσι, στην περίπτωση της Έμιλυ Ντίκινσον γίνεται η φίλη της Σούζαν Γκίλμπερτ. Ή, σε άλλο σημείο, απευθύνεται στην Αντιγόνη « Οι φτέρνες σου, Αντιγόνη, αθάνατες θα γίνουν/ από βάτα και από χώμα σκληρό».
Άλλωστε, μπροστά από τον εκάστοτε λόγο της Ισμήνης υπάρχει η ένδειξη Re, όπως δηλώνεται η απάντηση στα e-mail ας πούμε – άρα συνειδητά η ποιήτρια δηλώνει αυτή τη λειτουργία της αλληλόδρασης.
Re: Η Ισμήνη λέει
||δώρα||
Έλα, αδερφή μου,
τη συντροφιά μου καταδέξου. […]
Εγώ, ινφάντα ταπεινή, που δεν αξιώθηκα
ωδές των ποιητών να με δοξολογούν
και ανδριάντες δάφνινους
μες στα μουσεία θρονιασμένους,
για τον πόνο
σου χαρίζω αντισώματα
κι ένα έμβρυο που έχω φυλάξει στο συρτάρι. (σ. 41)
Θεωρώ προφανές ότι τίτλος «Εμείς, η Αντιγόνη», μέσα από το άνοιγμα σε πολλές γυναίκες, συμπεριλαμβάνει και την Ισμήνη, με την τραγικότητα της ιδιαίτερης στάσης της.
Η συλλογή της Κορίνας Μαυράκη, Ο καθρέφτης της Περσεφόνης, με την οποία κάνει την πρώτη ποιητική της εμφάνιση, αν δεν είναι ακριβώς σύνθεση, έχει έντονη τη θεματική ενότητα και τον διάλογο των ποιητικών υποκειμένων, τα στοιχεία δηλαδή που παρουσιάστηκαν και στις προηγούμενες συλλογές.
Στον θαμπό καθρέφτη του χρόνου, το ποιητικό υποκείμενο κοιτάζει και βλέπει πρόσωπα του μύθου. Όπως η Περσεφόνη, που και η ίδια κοιτάζει στον καθρέφτη, το διπλό είδωλό της, και συνομιλεί. Με τον Πλούτωνα, ας πούμε. Το πολύ ενδιαφέρον σημείο της συλλογής είναι αυτές οι συνομιλίες-διάλογοι με τις εναλλαγές των ποιητικών υποκειμένων, Αριάδνης-Θησέα, Πηνελόπης-Οδυσσέα, Ήρας-Δία, έστω κι αν κάποτε καταλήγουν μονόλογοι.
Εξίσου ενδιαφέρον στοιχείο είναι το άνοιγμα, πέρα από τα πρόσωπα του μύθου, σε σύγχρονα πρόσωπα και καταστάσεις. Ο καθρέφτης του χρόνου αλλάζει φορά, με όχημα την Περσεφόνη κα με εστίαση στον πάνω κόσμο. Το ποιητικό υποκείμενο στοχάζεται και για θέματα της γραφής, της ποίησης κυρίως.
Τα ζεύγη του μύθου μιλούν σε πρώτο ή σε δεύτερο ενικό. Η Περσεφόνη απευθύνεται στον Πλούτωνα:
Και ποτέ δεν αποδέχθηκα/ το έρεβος της μοίρας μου.(«Περσεφόνη», σ. 9)
Κι εκείνος της απαντά:
με τύφλωσε το φως σου/ τελικά έγινες η μαύρη δίνη μου εσύ («Πλούτων», σ. 10)
Η Αριάδνη σπαραχτικά περιγράφει τον έρωτά της. Κι ο Θησέας κυνικά την προδοσία του.
Γενικά, στους διαλόγους αυτούς παρατηρούμε τα πρόσωπα να υιοθετούν τη δική τους οπτική, ανατρέποντας συχνά, ή τροποποιώντας έστω, τις εκδοχές του μύθου.
Όταν ο καθρέφτης αλλάζει φορά, εστιάζοντας στον επάνω, σύγχρονο κόσμο, δίνεται ο «διάλογος» Δήμητρας και Περσεφόνης. Θεωρώ το ποίημα αυτό από τα πιο σημαντικά της συλλογής. Σε πρώτο πρόσωπα η Δήμητρα μιλά για τις πέρλες στον λαιμό της, για το χώμα που άγγιζε και άνθιζαν λουλούδια. Γιατί η Δήμητρα αυτή είναι η Δήμητρα της Συκαμιάς Λέσβου, όπως αναφέρεται σε σημείωση. Και στους τελευταίους στίχους γίνεται η ταύτιση:
Περσεφόνη μαζί και Δήμητρα
μοίρασα τη ζωή μου
στο φως και στη σκιά.
(«Δήμητρα και Περσεφόνη», σ. 19)
Πρώτη ποιητική εμφάνιση για τον πεζογράφο Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη με το βιβλίο Γυναικών τε. Τε, δηλαδή και γυναικών. Και ποιων άλλων;
Εικάζω ότι ο τίτλος δεν δόθηκε μόνο για διαφοροποίηση από τον τίτλο στα διηγήματα του Μιχάλη Γκανά Γυναικών. Αλλά για να δηλωθεί περισσότερο ρητά εδώ ότι μαζί με τις γυναίκες ουσιαστικά παίζουν ενεργό ρόλο και άνδρες, όχι μόνον ως ποιητικά υποκείμενα-αφηγητές, αλλά και ως δρώντα πρόσωπα.
Πεζόμορφος ο χαρακτήρας των ποιημάτων. Το πρώτο μέρος, με τον τίτλο «Ι. Παπαρούνες», πιο νεανικό, της πρώτης αγάπης, ας πούμε.
Στο δεύτερο, «ΙΙ. Μικρή ερωτική συμφωνία», το πάθος. Πέρα από όρια. Από το τι πρέπει ή δεν πρέπει. Και όταν ο ένας κάνει πίσω, ο σπαραγμός και η οδύνη της απώλειας.
Το τρίτο μέρος , «ΙΙΙ. Πουκάμισο αδειανό», πιο συνολικό με διαχρονικές αναφορές στη γυναίκα. Και με κεντρικό σύμβολο την Ελένη. Ελένη: Ωραία; Πουκάμισο αδειανό; Το ποιητικό υποκείμενο αποφαίνεται ότι
– Εσύ η εσαεί πολιορκημένη.
-Εσύ η εσαεί ηττημένη.
– Εσύ η εσαεί λεηλατημένη. (σ. 35)
Έτσι γίνεται το άνοιγμα που αναφέρουμε, το κοίταγμα και σε άλλες εποχές και στο σήμερα. Σε αντίθεση με τις ποιητικές συλλογές που προαναναφέρθηκαν, ο Χατζημωυσιάδης αρχίζει από το παρόν, για να διευρύνει τις αναφορές του στο παρελθόν, καταλήγοντας πάλι στις μέρες μας, επικαλούμενος γυναίκες κακοποιημένες ή/και δολοφονημένες.
Αλλά και αμέσως μετά, να απαριθμήσει ρόλους του άντρα καταπιεστή-εξουσιαστή, καθώς το ποιητικό υποκείμενο μιλά σε πρώτο ενικό, επωμιζόμενο, ως άντρας, ευθύνες αιώνων.
Κι εγώ δεν είμαι μόνο εγώ. (σ. 37)
Και στα τρία μέρη το ποιητικό υποκείμενο-άντρας βρίσκεται σε συνεχή «διάλογο» με κάποια ή κάποιες γυναίκες. Κάποιες φορές αυτές απαντούν. Κάποιες άλλες ο άντρας αναφέρει την απάντηση ή αντίδρασή τους. Πλαγιάζει, θα λέγαμε τον λόγο τους μέσα στον δικό του λόγο. Όπως και να ’χει, η σύνθεση αυτή δεν νοείται χωρίς την ύπαρξη αυτών των συνομιλιών με το άλλο πρόσωπο.
-Μου χρωστάς κάποιες ήττες, σου ’πα, βαρέθηκα πια να σ’ αποδεκατίζω.
-Έληξε, μου ανακοίνωσες. Αστειότητες, σκέφτηκα. Οι αναμνήσεις δεν λήγουνε ποτέ. (σ. 23)
Όπως δεν νοείται η σύνθεση αυτή χωρίς το υποκείμενο-άντρα που αναρωτιέται:
Ποιους βιαστές αναγνωρίζεις, ρε Ελένη, ακόμη και στο πιο αθώο βλέμμα μου; (σ. 39)
Δηλαδή του υποκειμένου που αντιλαμβάνεται – και σαν να αναλαμβάνει – ευθύνες διαχρονικές.
Είναι πολύ σημαντικό αυτό το σμίξιμο, το μαζί, το πλάι πλάι, η αγάπη που γίνεται οδηγός. Χωρίς κραυγές, ο Χατζημωυσιάδης αγγίζει την πιο όμορφη και ουσιαστική πλευρά τού «γυναικών τε». Και αυτή θεωρώ ότι είναι μια βασική συμβολή της συλλογής του.
Επιλογικά:
Οι τέσσερις ποιητικές συλλογές που προαναφέρθηκαν έχουν κέντρο τη γυναίκα – άλλωστε οι τρεις από αυτές είναι γραμμένες από γυναίκες ποιήτριες. Ωστόσο, είναι σημαντικές όχι μόνο για τη θεματική τους επιλογή, αυτό δεν θα μου ήταν αρκετό πλέον, αλλά και για τα ποιητικά μέσα με τα οποία την πραγματώνουν. Με τις αναδρομές τους, τις διακειμενικές αναφορές, το άνοιγμα στο παρόν. Αλλά και με τον τρόπο που δίνονται όλα αυτά, τους διαλόγους, την επιλογή του λεξιλογίου, το ύφος, ώστε να προκύπτει ένα πολύ ιδιαίτερο ποιητικό αποτέλεσμα. Διαφορετικό ποιητικό αποτέλεσμα κάθε φορά. Άλλωστε αυτή είναι και η ομορφιά τους, η διαφοροποίηση του ύφους. Βρήκα, ωστόσο, πολύ ενδιαφέροντα τον κοινό θεματικό προσανατολισμό τους, σε θέματα που αφορούν διαχρονικά τη γυναίκα, αλλά και τον κοινό χαρακτήρα της σύνθεσης και του διαλόγου ανάμεσα στα ποιητικά υποκείμενα ή στις περσόνες τους. Μέσα στο ίδιο περίπου χρονικό διάστημα, η εμφάνιση των τεσσάρων αυτών συλλογών σηματοδοτεί παράλληλη εστίαση ως προς το θέμα, ταυτόχρονα με τη διαμόρφωση προσωπικού ύφους. Και θα είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε αν θα υπάρχουν σύντομα ή στο μέλλον ανάλογες εμφανίσεις.
Κούλα Αδαλόγλου
[1] βλ. και «Πρώτη γεύση». Δέσποινα ΚαΪτατζή-Χουλιούμη, Με λένε Εύα, περ. Fractal,