Τον Φιλέα Τετράζη, ή μάλλον τον Λύσανδρο Αντωνόπουλο, τον γνωρίζω επί περισσότερα από δέκα χρόνια. Είναι θετικός άνθρωπος με στιβαρότητα χαρακτήρα, όμως και τρωτότητα η οποία οφείλεται στη μεγάλη ευαισθησία που τον διακρίνει – είναι αυτή άλλωστε που του επέτρεψε να γίνει καλός ποιητής. Είχα τη χαρά να συμμετέχω στην παρουσίαση ορισμένων από τις πιο πρόσφατες συλλογές του και αισθάνθηκα πως με τιμά όταν μου ζήτησε να προλογίσω την πιο πρόσφατη συλλογή του. Ωστόσο, η ανάγνωσή της ήταν για μένα αρκετά δυσβάσταχτη και θα εξηγηθώ αμέσως:
Η συλλογή είναι μια πληγή (γι’ αυτό και η ανάγνωσή της δυσβάσταχτη), γιατί πληγή έχει πλέον γίνει και η ματιά που ρίχνει ο ποιητής στα πράγματα, μολονότι στέκει πάντα σαν παλικάρι. Η αίσθηση του τέλους, που βλέπει να έρχεται σαρωτικό και αμετάκλητο, φέρνει μαζί της τη χροιά της ματαίωσης: ρίχνοντας βαριά σκιά πάνω στον ίδιο, τον κάνει να σκέφτεται πως, παρά τις τόσες του ποιητικές συλλογές, δεν κατάφερε τη δόξα. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως αυτό που πραγματικά ήθελε ήταν να σταθεί στο ύψος των μεγάλων ποιητών, πράγμα που κατά τη γνώμη του δεν κατάφερε. Με τόσες όμως συλλογές και πάνω από 300 ποιήματα στο ενεργητικό του, όπως ο ίδιος αναφέρει, μάλλον κρίνει αυστηρά τον εαυτό του. Αλλά είναι το θάμπος της αίσθησης του τέλους που παράγει τέτοια συναισθήματα. Γιατί, διαφορετικά, ο Φιλέας ξέρει πως ένας ποιητής όχι μόνο γράφει επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, αλλά και πως γράφει ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Γράφει επειδή έτσι μπορεί και ζει, όπως αναφέρει κι ο ίδιος στα ποίηματά του.
Η αίσθηση του επικείμενου τέλους ευθύνεται και για την αναστοχαστική διάθεση που μετατρέπει τη συλλογή σε ποιητική αυτοβιογραφία. Ο Τετράζης θυμάται ή, μάλλον, εγκαταλείπεται στην ανάμνηση, παρουσιάζοντας με αυτό τον τρόπο ψήγματα της ζωής του που, παρ’ ότι δεν συνθέτουν πλήρη εικόνα, δίνουν την ακριβή αίσθηση των πραγμάτων.
Πέρα από την αίσθηση του τέλους που είναι οξεία στη συλλογή, ο Τετράζης είχε από παλιά αυτή τη βαθιά αίσθηση της θνητότητας που χάριζε στην ποίησή του τη γοητεία της ευθραυστότητας και πήγαζε από τη συνειδητοποίηση ότι η μόνη σιγουριά που μπορούμε να έχουμε ως θνητοί είναι πως θα μας βρει το τέλος.
Το τέλος είναι ο θάνατος, ο οποίος στο ποίημα «Με σημαδεύει» έχει τη μορφή τοξότη που εμφανίζεται είτε σαν όνειρο είτε σαν φίλος που κομίζει τη λύτρωση. Το μετέωρο βήμα προς τον θάνατο, που είναι και το τελευταίο που κάνουμε όλοι, περιγράφεται σπαραξικάρδια στο ποίημα «Δεν είχες καταλάβει». Εκεί αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Δεν είχες καταλάβει εγκαίρως/ πως δεν συγκρατεί κανένα χαλινάρι/ τις ώρες, τις ημέρες μας/ που απλόχερα σκορπάμε». Υπάρχει εδώ μια σκιά, εν είδει μετανοίας, για τις ημέρες που ξόδεψε αλόγιστα ο ποιητής ή άφησε να χαθούν όπως η άμμος μέσα από τα δάχτυλα, αψηφώντας το γεγονός πως δεν είναι ατελείωτες. Για να καταλήξει στο ίδιο ποίημα: «Χορεύουμε ανυποψίαστοι/ πως το μαντήλι που κρατάμε στο χορό/ κανείς δεν το κρατεί στην άλλη άκρη». Αυτοί οι τελευταίοι στίχοι μαρτυρούν με ποιητικό τρόπο το γεγονός πως μόνος του στέκει κανείς απέναντι στον θάνατο – ή και γενικότερα.
Αυτή τη γενικότερη, βαθιά υπαρξιακή, μοναξιά μαρτυρεί και το ποίημα «Είσαι μόνος». Μόνος και επειδή η μνήμη θρυμματίζεται. Η μνήμη για τον Τετράζη είναι συνώνυμη της ζωής, όπως δείχνει το ποίημα «Το λευκό χαρτί».
Ο κόσμος μέσα στον οποίο μεγάλωσε ο ποιητής και ο κόσμος όπως θα ήθελε να έχει παραμείνει συχνά αναφέρονται στη συλλογή σαν «Πόλη». Είναι μια Πόλη που, όπως η Κωνσταντινούπολη, κινδυνεύει να αλωθεί και γι’ αυτό οφείλουμε να την υπερασπιζόμαστε πάση θυσία. Αυτός είναι ο λόγος που η μάχη έχει σημαντική θέση στην ποίησή του, καθώς άλλωστε και η επανάσταση. Η ζωή εξ άλλου συχνά ισοδυναμεί με πόλεμο («Με μολύβια»):
ΜΕ ΜΟΛΥΒΙΑ
Όταν βρίσκω λευκό χαρτί ψάχνω για τα μολύβια μου.
Όταν ο εχθρός σού χτυπάει την πόρτα
χρειάζεσαι όπλο δίπλα σου
δεν αστειεύονται οι Εποχές μας
μεταμφιέζονται καθημερινά
και είναι έτοιμες στον Άδη να σε στείλουν.
Θα πολεμήσουμε σκληρά χωρίς αμφιβολία
μην γκρεμίσουν της Πόλης μας τα τείχη.
Με σπαθιά, με πέτρες στην ανάγκη
και εμείς οι γραφιάδες
όπως πάντα με μολύβια
Και αν η μάχη, ο πόλεμος ή η επανάσταση είναι η μία άκρη στην οποία φτάνει το εκκρεμές της ζωής κατά την ταλάντωσή του, στην άλλη άκρη βρίσκονται όλα εκείνα που μαλακώνουν την καρδιά: απαλές και τρυφερές εικόνες της φύσης ή η αγάπη. Ιδωμένα μαζί τα δύο άκρα, σχηματίζουν τον κύκλο της ζωής, τον κύκλο που στη μεγάλη ηλικία ίσως πια να μην αντέχεται («Το εκκρεμές»), ακόμη κι αν το τέλος που προσεγγίζει μοιάζει ζοφερό. Βαθιά συμβολικό, «Το εκκρεμές» ίσως πάλι συμβολίζει την αδυναμία απόφασης, την έλλειψη επιλογής και την ταλάντωση ανάμεσα σε καταστάσεις που χαρακτηρίζει η μετριότητα, με αυτή την τελευταία οπωσδήποτε να ενοχλεί έναν ποιητή που ενδόμυχος στόχος του ήταν το κλέος. Ασφαλώς, υπάρχουν και όσοι δεν απολαμβάνουν την ταλάντωση επειδή δεν στάθηκαν ποτέ να πολεμήσουν, είναι δηλαδή ριψάσπιδες («Το μέγα δίδαγμα»). Ο Φιλέας Τετράζης ουδόλως ανήκει σε αυτή την κατηγορία: υπερασπίζεται τις μάχες που δίνονται για δίκαιο και υψηλό σκοπό, με τον ίδιο τρόπο που υπερασπίζεται τις τρυφερές του στιγμές.
Οι τρυφερές στιγμές είχαν πάντα εξέχουσα θέση στην ποίησή του και έρχονταν ανέκαθεν σε μετωπική σύγκρουση με την αιχμηρότητα των συναισθημάτων, τον πόνο ή τα κακώς κείμενα που δεν έχει πάψει να στηλιτεύει ο ποιητής. Στις τρυφερές στιγμές, πρωταγωνιστές είναι βέβαια οι άνθρωποι, όμως υπάρχει και ένα άλλο είδος πρωταγωνιστών-συμβόλων: πρόκειται για τη ροδιά, τον κότσυφα, το κυπαρίσσι ή το ποτάμι. Η φύση μέσα από αυτά τα στοιχεία αντανακλά και ενισχύει την τρυφερότητα που βιώνουν οι άνθρωποι. Ένα υπέροχο ποίημα είναι το «Τέλειο μπαλέτο», το οποίο ενέχει επίσης μια βαθιά αλληγορία: Περιγράφοντας τον ερχομό του σούρουπου στη φύση, μιλά και για τα παράθυρα του σπιτιού που κλείνουν, καθώς οι ίσκιοι καλύπτουν σιγά-σιγά τα πάντα. Η εικόνα συνηχεί με τη γενικότερη αίσθηση του τέλους που αρδεύει τη συλλογή, αλλά το όμορφο τοπίο προσδίδει και μια ονειρική διάσταση που συγκινεί:
Ήταν υπέροχο το δειλινό
σε λίγο ο ήλιος θα κατηφόριζε
πίσω από το πράσινο βουνό
θα κλείναμε κι εμείς τα παράθυρα
ενώ οι ίσκιοι θα ορμούσαν
όπως πάντοτε αθόρυβα
στην πλατεία
και τους στενούς δρόμους.
Η επιτυχία στην ποίηση δεν μπορεί να μετριέται σε όρους δόξας, ανάλογα δηλαδή με το πόσο συζητείται κάποιος στις εφημερίδες, τα blogs ή τα λογοτεχνικά περιοδικά. Η επιτυχία κατορθώνεται όταν τα ποιήματα ενός ποιητή καταφέρουν να συντροφεύσουν ή να στοιχειώσουν τη σκέψη των αναγνωστών του. Και, από αυτή την άποψη, ο Φιλέας Τετράζης είναι δαφνοστεφής.
Χριστίνα Λιναρδάκη