“Άρης”, η επιστολική νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου και της Ελένης Κοφτερού
Λίλια Τσούβα

Το επιστολικό μυθιστόρημα γεννήθηκε την εποχή του Διαφωτισμού. Αποτελεί σύζευξη της επιστολής με το μυθιστόρημα, δύο διαφορετικών ειδών γραφής, εκ των οποίων το πρώτο εξυπηρετεί επικοινωνιακούς στόχους και επιβάλλει ιδιότυπη δομή. Η αλληλογραφία, ως μέσο ανταλλαγής εμπειριών και ανάπτυξης διαπροσωπικών σχέσεων, εξέφραζε με τον καλύτερο τρόπο την εξωστρέφεια, την κοινωνικότητα και τον αυθορμητισμό του Διαφωτισμού.

Καθιερώθηκε σταδιακά, κατά τον 18ο αιώνα, στον ευρωπαϊκό χώρο, μετά την επιτυχία που είχε το έργο Επιστολές Πορτογαλίδας μοναχής (Lettres portugaises, 1669), του Γκιγιεράγκ (Gabriel-Joseph de Lavergne, comte de Guilleragues,1628–1684). Εμφανίζεται και πάλι με τα Πάθη του νεαρού Βέρθερου (Die Leiden des jungen Werthers,‎ 1774), του Γκαίτε (Johann Wolfgang von Goethe, 1749-1832), ένα από σημαντικότερα μυθιστορήματα της περιόδου Sturm und Drang, (1765-1785), το οποίο επηρέασε το μεταγενέστερο ρομαντικό κίνημα. Μόνον που, στην περίπτωση αυτή, η επιστολή τείνει προς μια ημερολογιακή μορφή και προσιδιάζει περισσότερο στον επερχόμενο ρομαντισμό.

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος και η Ελένη Κοφτερού αναβιώνουν το είδος της επιστολικής νουβέλας με το έργο τους Άρης, (Κίχλη, 2021), γραμμένο υπό μορφή επιστολών που ανταλλάσσουν δύο αγαπημένοι, ένας ανώνυμος άνδρας και η σύντροφός του, Ελένη. Βιβλίο βαθιά υπαρξιακό, ανατέμνει τη δραματική σύγκρουση του ανθρώπου με το περιβάλλον του από την εσωτερική, την αθέατη πλευρά της ζωής. Το έργο, λυρικό, ποιητικό, με πλούσιο και δραματικό ψυχισμό, είναι βαθύτατα ανθρώπινο.

Ο άνδρας, με την ιδιότητα του ερευνητή, βρίσκεται στην ατμόσφαιρα του Άρη, του τέταρτου σε απόσταση από τον Ήλιο πλανήτη του Ηλιακού μας Συστήματος, δεύτερου πλησιέστερου στη Γη. Ζει στον διαστημικό σταθμό, απομακρυσμένος από το φυσικό περιβάλλον στο οποίο μπορεί ομαλά να επιβιώσει, αναγκασμένος να φορά τη διαστημική στολή, ζώντας σε τεχνητά κατασκευασμένες γήινες ατμόσφαιρες. Συντροφεύεται από άλλους δύο εξερευνητές. Η Ελένη αναμένει την επιστροφή του στη γη.

Κοινό στοιχείο των πρωταγωνιστών είναι η μοναξιά, η έλλειψη του ενός από τον άλλο. Αλληλοστηρίζονται με τις επιστολές που ανταλλάσσουν, τα λόγια αγάπης που διατυπώνουν μέσα από την ηλεκτρονική τους επικοινωνία. Αυτή τους προσφέρει την ψυχική και λεκτική επαφή. Η μνήμη αποτελεί τον κυρίαρχο μοχλό, μνήμη έντονα φορτισμένη, που πυροδοτείται από την απουσία.

Το περιβάλλον είναι δυστοπικό. Συμπαίκτες στο παιχνίδι επιβίωσης και των δύο είναι ο θάνατος και ο φόβος. Ο άνδρας βρίσκεται σε έναν έρημο πλανήτη, εκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά. Μπορεί να επικοινωνεί με την αγαπημένη του μέσω μηνυμάτων που φτάνουν στη γη μετά από είκοσι λεπτά της ώρας. Η προηγμένη τεχνολογία κάνει το θαύμα της. Όμως τα δίπολα ενδημούν: τεχνολογία-φυσικότητα, παρουσία-απουσία, ζωή-θάνατος, λόγος-σιωπή, ψυχή-κενό.

Οι τρεις επιστήμονες διακινδυνεύουν τη ζωή τους για την πρόοδο της επιστήμης. Ο κόσμος του σύμπαντος με την πολυπλοκότητά του είναι ένας κόσμος συγκινήσεων και ονείρων. Όμως το να ζήσουμε με τεχνητό τρόπο στον Άρη, επιστημονικώς εφικτό ίσως στο μέλλον, σε έναν νεκρό πλανήτη, είναι κατ’ ανάγκην ορθό; Μήπως διάγουμε την πλάνη της αναγκαιότητας, ξιπασμένοι και μεθυσμένοι από τις επιστημονικές μας επιτυχίες, απεγνωσμένοι από την απώλεια του εαυτού μας και των άλλων;

Σε συνέντευξή του ο Μάικλ Δερτούζος (Michael Leonidas Dertouzos, 1936-2001), διακεκριμένος καθηγητής στο τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών και Πληροφορικής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης, διευθυντής του Εργαστηρίου Επιστήμης Υπολογιστών στο ίδιο ίδρυμα, είχε δηλώσει, απαντώντας στην ερώτηση ποιες είναι οι ελπίδες και τα όνειρά του για τον 21ο αιώνα:[i]

Ελπίζω ότι μετά από τρεις επαναστάσεις -πρώτη η αγροτική, που βασιζόταν στο άροτρο, δεύτερη η βιομηχανική, που βασιζόταν στη μηχανή, και τρίτη η επανάσταση της πληροφορίας, που βασίζεται στους υπολογιστές- έχει φθάσει πλέον ο καιρός για μια επανάσταση που δεν θα βασίζεται σε αντικείμενα. Και θα ήθελα να δω να βιώνουμε μια τέταρτη επανάσταση, κατά την οποία θα προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τον πιο πολύτιμο πόρο στη Γη: τους εαυτούς μας.

Το ζήτημα της επιστημονικής γνώσης, του ανθρωπισμού, της δυνατότητας πλήρους ζωής σε έναν άλλον πλανήτη, αποτελούν πλάγιους προβληματισμούς στο βιβλίο. Οι πρωταγωνιστές συγκλονίζουν με τους υπαινιγμούς τους όσον αφορά το υπαρξιακό δράμα και την τρωτή ανθρώπινη φύση, με τους στοχασμούς τους για την αλήθεια της ζωής και την απώλεια του εαυτού, με τη λαχτάρα για τον άνθρωπο, συναίσθημα που καταδυναστεύει τους απομονωμένους στον αφιλόξενο πλανήτη άνδρες, αλλά και την Ελένη που κλείνεται ολοένα και περισσότερο στον εαυτό της.

Κάποτε, διηγείται κάποιος Ρωμαίος συγγραφέας, ναυαγοί κατόρθωσαν να φτάσουν σε μια ερημική ακρογιαλιά· τριγυρνούσαν γύρω στην ακροθαλασσιά, όταν ένας απ’ αυτούς φώναξε γεμάτος χαρά: άνθρωποι, υπάρχουν άνθρωποι! Είχε δει πάνω στην άμμο σχήματα γεωμετρικά και το συμπέρασμα βγήκε αυτόματα. […][ii]

Αγαπημένη μου Ελένη,

Με το προηγούμενο μήνυμά μου σε ανησύχησα ίσως, μα δεν υπάρχει λόγος: ένα κέλυφος κανονικότητας περιβάλλει πια τη ζωή μας και τις μέρες μας εδώ. Φορώντας τις θερμικές μας στολές, γιατί η ατμόσφαιρα είναι εκατό φορές πιο αραιή από της Γης κι έχει παγωνιά, συλλέγουμε δείγματα γι’ ανάλυση -τρεις κόκκοι ζωής, εμείς, στο σώμα του νεκρού πλανήτη. Μερικές φορές, εκεί που σκύβω να μαζέψω μια πέτρα, νιώθω ότι μάς βλέπω από ψηλά και τότε μάς φαντάζομαι σαν μικροσκοπικά παράσιτα. […]

Η αχανής έρημός του απλώνεται και στα όνειρά μου. Σ’ ένα τέτοιο όνειρο είδα το σπίτι μας -τον κήπο, το φράχτη, τις γάτες που τάιζες και που δεν ήμουν ποτέ σίγουρος αν ήταν οι ίδιες ή διαφορετικές -και παντού υπάρχει η έρημος του Άρη. Έπρεπε ν’ ανοίξω την αυλόπορτα και δεν ήθελα, ώσπου ξύπνησα μούσκεμα στον ιδρώτα. […] (σελ. 15)

Λήθαργος του μυαλού, εκφυλιστικά σύνδρομα για τους ανθρώπους που προσπαθούν να επιβιώσουν στη μοναξιά του Άρη. Σ’ έναν πλανήτη χωρίς ζωή φτωχαίνει τραγικά η γλώσσα. Όλες οι σημασίες των λέξεων χάνονται, εκτός απ’ αυτήν της ερημιάς, γράφει σε ένα της μήνυμα η Ελένη. (σελ. 32)

Η αναπόληση της φύσης και του αναζωογονητικού ύδατος, του έρωτα και της αγάπης -κοινού συνδετικού τους κρίκου- αποτελούν αντίδοτα στην ψυχική και σωματική φθορά. Ο λουλουδιασμένος κήπος του σπιτιού επανέρχεται σαν light motive, σημείο ένωσης, ζωής, γονιμότητας.

Αγαπημένε μου,

[…] Μου συνέβη κάποτε να χάσω τη γεύση μου, όμως η απώλεια της ευχαρίστησης από τη μουσική είναι πολύ χειρότερη αίσθηση. Σαν ένα ρόδι που πέφτει με δύναμη στο πάτωμα και δεν ανοίγει, πέφτουν οι νότες χωρίς να απελευθερώνεται η δύναμή τους και, αντί για την καταιγίδα του κρεσέντο, ακούγεται μια σιγανή φθινοπωρινή βροχή. Θα δοκιμάσω τους χαλαρωτικούς ήχους της θάλασσας και των ρυακιών, που είναι στη μόδα τα τελευταία χρόνια κι εγώ τους υποτιμούσα. […](σελ. 19)

Το έργο υποβάλλει με την αλήθεια του. Η απομόνωση, το κλείσιμο στον εαυτό, η επικοινωνία με τα πλήκτρα, η μοναξιά της ύπαρξης στο σύμπαν, η τραγικότητα του τέλους. Από την άλλη, η φύση, οι απλές όμορφες καθημερινές στιγμές, η τρυφερότητα, η αγάπη, ο έρωτας. Έντονες οι αντιθέσεις.

Σπάνιο να δοθεί με τόσες θαυμάσιες εναλλαγές η συμπληρωματικότητα της ψυχής, να αναπλαστεί τόσο ποιητικά η μνήμη, να εικονιστεί σε τόσο θαυμαστό βαθμό η φιλοσοφική διάσταση των λογισμών, ο υπαρξιακός προβληματισμός. Οι τρυφερές και μελωδικές φωνές των δύο πρωταγωνιστών στο βιβλίο Άρης υποβάλλουν με τη βαθιά συγκίνηση που εκπέμπουν και τους προβληματισμούς που υποδηλώνουν.

 

Λίλια Τσούβα

 

[i] http://www.prosvasimo.iep.edu.gr/Books/Eidikh-Agwgh-PI/books/b_likeiou/l_b_arial-18b/l_a_b_c_thema_arial_18b/l_a_b_c_thema_kykloi_(280-377)_18b.docx, τελευταία πρόσβαση, 10.2. 2023

[ii] Ανδρόνικος, Μανόλης. Παιδεία ή Υπνοπαιδεία». Ίκαρος, 1976

Περισσοτερα αρθρα