“Άδειος τόπος” του Γιάννη Νικολούδη
Μαρία Ψωμά-Πετρίδου

* Βραβείο μυθιστορήματος 2023 της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης

 

 «Κεντρική πύλη, φυλακές Νέας Αλικαρνασσού. Νέα Αλικαρνασσός, Ηράκλειο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να μπεις, υπάρχουν πολλοί τρόποι να βγεις, και ένας από τους τρόπους που βγαίνεις δείχνει, πολλές φορές, τον τρόπο που θα ξαναμπείς – άκου»

Σε αυτό το τόσο περιεκτικό μυθιστόρημα (εκδόσεις Πατάκη, 2023) που εκτείνεται σε μόλις 158 σελίδες, η δύναμη τόσο της γραφής όσο και της πλοκής του Γιάννη Νικολούδη καθηλώνει τον αναγνώστη να ακούσει και να δει, να βάλει το δάχτυλο βαθιά στις παθογένειες, να αντικρίσει κατάματα τον πόνο και την απόγνωση εκείνων των μη προνομιούχων της ζωής που παρά τον αγώνα τους να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους, σε κάθε τους κίνηση βρίσκουν παντού «άδειο τόπο». Άδειο από πρόνοια, άδειο από ανθρωπιά, άδειο από αλληλεγγύη.

Πρόκειται για μια σκληρή ιστορία που θυμίζει ψηφιδωτό.

Ένας νέος άνθρωπος, μόλις αποφυλακισμένος, προσπαθεί να σταθεί στα πόδια του χωρίς να έχει στήριξη ούτε από οικογένεια ούτε από φίλους, πόσο μάλλον από την πολιτεία. Γυρίζει από τόπο σε τόπο αναζητώντας δουλειά, προκειμένου να εξασφαλίσει μια στέγη και τροφή. Όπου κι αν στρέφεται, συναντά πρόσωπα και τέρατα που τον εκμεταλλεύονται με τους πλέον σκοτεινούς και δόλιους τρόπους, όπως και τόσους άλλους πρόσφυγες και μετανάστες, για προσωπικό όφελος και ευχαρίστηση. Η πορεία του από την αποφυλάκιση διαφαίνεται προδιαγεγραμμένη.

Παρακολουθούμε την οδύσσειά και τις απέλπιδες προσπάθειές του με κομμένη την ανάσα, ενώ ταυτόχρονα αναδύονται μπροστά μας οι συνθήκες που επικρατούν στο νησί από τους τσιφλικάδες που κρατούν στα χέρια τους τις  καλλιέργειες της ευλογημένης γης, καθώς και την ερήμωση της υπαίθρου από μόνιμους κατοίκους. Η ερήμωση είναι τόσο στους τόπους όσο και στις ψυχές. Από που να κρατηθεί ένας άνθρωπος, ένας Αλβανός, χωρίς συνειδητές «ρίζες», δίχως ένα κάποιο οικογενειακό υπόβαθρο, στερημένος από οποιοδήποτε οικείο πρόσωπο;

«Σου είπα, είτε του αίματος είτε του κρέατος. Αλλά, όπως κι αν είσαι, εδώ σε στρώνουμε. Γιατί ο άνθρωπος, όταν είναι να στρώσει, δεν διαφέρει από το ζώο. Άσε που κάποια ζώα δεν στρώνουν. Ούτε με το καλό ούτε με τη βίτσα. Τότε του δίνεις πόδι του ζώου. Το πετάς έξω. Δεν σου κάνει, ρε παιδί μου, πώς το λένε. Ε, έτσι έγινε και με αυτόν δυο μέρες μετά. Με απόφαση του Χατζή».

Ο Νικολούδης με εργαλείο του μια γλώσσα λιτή, καλοδουλεμένη και άρτια δομημένη, που πολλές φορές είναι σκληρή έως και ωμή, φωτίζει καταστάσεις και συνθήκες με τέτοιο τρόπο, ώστε να αναδειχθούν γλαφυρά στα μάτια του αναγνώστη  τα πραγματικά τους χρώματα και οι αληθινές τους διαστάσεις.

Το μυθιστόρημα θίγει το επίκαιρο θέμα της μετανάστευσης, το οποίο εξετάζει από την πλευρά τόσο των ανθρώπων που προσπαθούν να ριζώσουν σ’ έναν ξένο τόπο όσο και εκείνων που τους υποδέχονται, αλλά και αυτό του σωφρονιστικού εγκλεισμού, αναλύει συναισθήματα και συμπεριφορές μέσα από πολυφωνική αφήγηση η οποία συμβάλλει στην συμπλήρωση μιας κατά το δυνατόν αντικειμενικής εικόνας, χωρίς ωστόσο ο ίδιος ο αφηγητής να παίρνει θέση, επιτρέποντας στον αναγνώστη να διαμορφώσει τη δική του άποψη.

Ο συγγραφέας ασχολείται μ’ ένα υπαρκτό και διόλου εύκολο πρόβλημα, συνθέτοντας ένα αιχμηρό και χωρίς στρογγυλοποιήσεις κείμενο που προκαλεί προβληματισμούς και σημαντικά ερωτήματα, κάτι που μόνο η καλή λογοτεχνία μπορεί να επιτύχει με τόσο αποτελεσματικό τρόπο. Ευρηματικό στοιχείο της αφήγησης και η υπόκωφη φωνή της ίδιας της γης που συμμετέχει στο όλο δράμα.

Εν κατακλείδι, το μυθιστόρημα «Άδειος Τόπος» πρωτότυπο και σφιχτά δομημένο, συνιστά μια δυνατή και ταυτόχρονα χαμηλόφωνη αφηγηματική φωνή που επιτυγχάνει να εμπλέξει τον αναγνώστη, να τον ευαισθητοποιήσει, να τον προβληματίσει και να τον καθηλώσει από την αρχή ως το τέλος.

 

Μαρία Ψωμά-Πετρίδου

Περισσοτερα αρθρα