
Τα κτήματα των κίτρινων ρόδων της Λέλης Μπέη είναι μια ποιητική συλλογή που κοσμείται με έξι σχέδια του Μανόλη Κορρέ. Αυτά καθαυτά τα Κτήματα των κίτρινων ρόδων (ρόδων που δεν είναι κόκκινα, ροζ ή λευκά, δεν έχουν δηλαδή πάθος ή αγάπη), σαν τόπος, βρίσκονται εκεί όπου η μνήμη επισκέπτεται τον κόσμο απ’ την αρχή (άρα ο κόσμος γίνεται απλή αντανάκλαση της μνήμης), εκεί που οι υπάρξεις δεν φαίνονται να είναι τίποτε άλλο από κόμποι χρόνου:
Ο πραγματικός κόσμος δεν βρίσκεται
μέσα στην κλεψύδρα
Εκεί που ο χρόνος παίρνει σχήμα
γίνεται ύπαρξη
(«Γένεση»)
Η ποιήτρια τοποθετεί το ποιητικό υποκείμενό της σε διάφορα μέρη, τα οποία λειτουργούν σαν εναύσματα της μνήμης του, σαν εκείνο να βρίσκεται ή να βρέθηκε όντως σε αυτά, αλλιώς σαν να βρέθηκε σε ένα σημείο άλεφ από το οποίο είναι ορατά τα πέρατα του κόσμου. Έτσι, το βλέπουμε στην Ινδία, αλλά και στην Αθήνα, την Αίγυπτο, τη θάλασσα του Λάπτεφ, ακόμη και τη Βαλτική, τον Κόλπο του Ομάν ή την Παλαιστίνη. Οι τόποι αυτοί λειτουργούν σαν εφαλτήριο των εντυπώσεών του:
Το πρώτο κύμα σε μια αμμουδιά σκέψεων
μια διάλεκτος παλιά όσο η ύπαρξη
(«Ινδία»)
και
Αρχιτεκτονικές υπεροχές μεταξύ ομορφιάς και ιδεώδους
[…] σε μια προέκταση της ιστορίας
(«Αθήνα»)
όταν δεν λειτουργούν σαν εφαλτήριο των αναμνήσεών του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παγωμένη θάλασσα του Λάπτεφ μέσα στον αρκτικό κύκλο:
672.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα μνήμης
[…] 672.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα σιωπής
(«Η θάλασσα Λάπτεφ»)
Από την ποίηση της Μπέη δεν λείπει η συζήτηση φιλοσοφικών ζητημάτων, όπως το θέμα της ύπαρξης του έξω κόσμου ακόμη κι όταν δεν υπάρχει κάποιος να τον παρατηρεί:
Για τη συνέπεια της αιωνιότητας
τα πράγματα ζουν και μετά
από μας
(«Αναχώρηση»)
και
Και χωρίς να ζήσει μέσα μας
η πραγματικότητα υπάρχει
(«Η επιστροφή»)
ή το ζήτημα της ενσυναίσθησης:
Θα μπορούσα να είμαι ο κόσμος όλος
μέσα από ένα ίδιο συναίσθημα
μέσα από μία ίδια αίσθηση ή μία ίδια χαρά
(«Ο κόλπος του Ομάν»)
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και τα σχόλια για τον σύγχρονο τρόπο που, μέσα από τα κάθε είδους ηλεκτρονικά κυκλώματα, μετατρέπει άρδην τη ζωή σε εικονική πραγματικότητα:
Όλα συναγωνίζονται τα ηλεκτρονικά κυκλώματα
με τις γαλάζιες οθόνες του ουρανού
(«Η εξίσωση»)
Όλα αυτά τα στοιχεία αναδύονται μέσα από μια ποίηση που ρέει σχεδόν συνειρμικά, δίνοντας κατά τόπους την εντύπωση της αυτόματης γραφής. Η ποιήτρια προβαίνει επίτηδες σε νοηματικούς δρασκελισμούς που επιτάσσουν την ενεργό συμμετοχή του αναγνώστη, ο οποίος καλείται πλέον να συμπληρώσει ο ίδιος τα λογικά κενά:
[Οι μάγισσες] έλυναν τα μαύρα μαλλιά τους
για να αναπνεύσει τα αρώματα
των αιώνων που συγκρατούσε η άβυσσος
όταν κατακύλησε μαζί με τους βράχους
και η σιωπή που τον έπνιγε τόσα χρόνια
με τα πιο σοβαρά επιχειρήματα που γινόταν
έπνεαν άνεμοι και μέθυσε ξανά
χύθηκε μέσα στην αίσθηση
(«Αίγυπτος»)
Σε κάθε περίπτωση, το ποιητικό υποκείμενο που κολυμπά «με απλωτές στο σύνορο του κόσμου/ για να υπάρξ[ει]» γίνεται σιγά-σιγά «η ερημιά του ήλιου/ εκεί ακριβώς που καμιά θλίψη/ δεν κρατάει πολύ». Το ποιητικό υποκείμενο, που απαντούμε σε όλα τα σημεία της Γης, ζει τελικά έξω από τον χρόνο:
Δεν μένει παρόν
Κάθε πρωί μένει μια κρύα ανάσα στο ποτάμι
[…] Ήχοι κλεψύδρας που ανατράπηκε ξαφνικά
(«Η ανώνυμη λίμνη»)
Και η αίσθηση που μένει εντέλει στον αναγνώστη είναι εκείνη της απουσίας, του ορίου ανάμεσα στο είναι και το μη είναι, του ορίου πάνω στο οποίο περπατά το ποιητικό υποκείμενο σε όλη τη συλλογή. Είναι ενδιαφέρον αυτό το κενό που είναι άδειο αλλά συγχρόνως έτοιμο να πληρωθεί, σαν να κυοφορεί κάτι, δεν είναι όμως ένας τόπος για να υπάρξει κανείς. Τα Κτήματα των κίτρινων ρόδων είναι μια ουτοπία, ένα σχόλιο για τον κόσμο όπως ανακατασκευάζεται από τη μνήμη, στο όριο δηλαδή της ύπαρξης. Είναι ένα ενδιαφέρον βιβλίο γραμμένο από μια διαφορετικής χροιάς, και γι’ αυτό πρωτότυπη, ποιητική φωνή που επιθυμεί να περιγελάσει τη φθορά, υψώνοντας μπροστά της τη δύναμη της μνήμης.